Η συζήτηση για το τι θα αφήσει πίσω της η πανδημία έχει ξεκινήσει ήδη από την πρώτη καραντίνα τον προηγούμενο Μάρτιο. Εικασίες, προβλέψεις πάνω σε επιστημονικά μοντέλα, αναλύσεις με βάση την εμπειρία του παρελθόντος και μπόλικο ένστικτο που δεν βασίζεται κάπου αλλά δεν είναι να αγνοείς τα ένστικτα.

Κάποια στιγμή θα τραβηχτούν τα νερά της πλημμύρας και θα φανεί τι έχει μείνει. Μέχρι τότε το θολό νερό δεν αφήνει να δεις καθαρά τι υπάρχει από κάτω. Η γκάμα είναι όπως πάντα ευρύτατη. Από δυστοπικά σενάρια που θα ζήλευε ο Ρίντλεϊ Σκοτ μέχρι σιγουριές ότι θα σηκωθούμε, θα ξεσκονίσουμε τα γόνατα και θα πάμε παρακάτω σαν να μην έγινε τίποτα. Υπερβολικό το ένα, αφελές το άλλο. Για τα θέματα Οικονομίας, εργασιακών σχέσεων, Δημοκρατίας και γεωπολιτικών επιδιώξεων στην αναμπουμπούλα, έχουν γραφτεί πολλά και θα γραφτούν ακόμη περισσότερα.

Οι καλλιτέχνες έχουν κι εκείνοι τις δικές τους αγωνίες. Ολο και συχνότερα συναντάω ανθρώπους – τόσο της μουσικής όσο κυρίως του θεάτρου – που προσπαθούν να μυρίσουν κάτι από τον καινούργιο αέρα. Ο βαθύς τραυματισμός της ζωντανής επαφής με τον κόσμο ίσως χρειαστεί πολύ καιρό ακόμη για μια στοιχειώδη επούλωση. Κάποιοι φοβούνται πως θα πρέπει να ξαναγίνουν οι συστάσεις. Σαν μικρά παιδιά που μπαίνουν σε ένα πάρτι που δεν ξέρουν κανέναν. Θέλουν χρόνο να ανοιχτούν. Επειτα είναι και το περιεχόμενο. Τι παίζεις; Τι γράφεις; Τι λες; Οσο κι αν η τέχνη δεν πρέπει να γίνεται όμηρος της προσμονής του κόσμου, από την άλλη δεν μπορεί και να τον αγνοήσει γιατί ο ρόλος της είναι η συνομιλία της με τους σύγχρονούς της, με τον καιρό της και τους ανθρώπους του.

Ενας επίσης υπαρκτός φόβος στους περισσότερους είναι πως το επίπεδο της τηλεόρασης – και μάλιστα εν μέσω δύο εγκλεισμών – έχει πλαδαρέψει κριτήρια, έχει φτιάξει έναν άμορφο χυλό στις ανάγκες και στις επιλογές. Πάντα έτσι ήταν, θα μου πεις, το μεγαλύτερο μέρος της τηλεόρασης, και μάλιστα σήμερα δεν είναι και ο αποκλειστικός πάροχος διασκέδασης και ψυχαγωγίας στο σπίτι, οπότε δεν είναι τόσο μεγάλη η επιρροή της. Σωστά, με μία διαφορά. Αν επιμερίσουμε καταστάσεις και τις απλώσουμε σε ένα βάθος δεκαετιών θα δούμε πως τα όποια αρνητικά αποτελέσματα μπορεί να μην είναι τόσο επιδραστικά σε γενικευμένη κλίμακα. Πάντα υπήρχε ο ένας κόσμος και ο άλλος και όλοι έβρισκαν αυτό που ήθελαν. Σήμερα όμως δεν έχεις το περιθώριο αυτού του χρονικού «απλώματος». Πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, γίνονται όλα ταυτόχρονα. Εγκλεισμός, οικονομική ανασφάλεια, υποχώρηση της Δημοκρατίας, αβέβαιη εξέλιξη στα πάντα, βίαιη συνειδητοποίηση πως όλα μπορούν να γκρεμιστούν από μια κουταλιά μικρόβια και ιούς, αντιδράσεις της φύσης που αδυνατούμε να ελέγξουμε.

Σε τέτοιες συνθήκες δεν θα εκπλαγώ αν οι πρώτες αντιδράσεις θα είναι η απόλυτη εξωστρέφεια, η θεοποίηση του εφήμερου και μία λύσσα να χορτάσουμε την πείνα μας για ηδονές, να αρχίσουμε να αγκαλιάζουμε και να φιλάμε αδιακρίτως και να ψαχνόμαστε το πρωί για το πού ξημερωνόμαστε, ή να κλειστούμε ακόμη περισσότερο μέσα στα αυστηρά σχήματα οικογένειας, πατρίδας που κινδυνεύει, ομάδας που απειλείται, δόγματος που έχει δίκιο. Το πρώτο θα είναι ένα ξόδεμα που θα μας κουράσει γρήγορα, αλλά το δεύτερο θα είναι χειρότερο από όλες τις πανδημίες.