Διαβάζοντας μια πρόσφατη ομιλία του προέδρου της Τουρκίας κ. Ερντογάν μου έκανε εντύπωση η εξαιρετικά συχνή επανάληψη της λέξης «λαός». Είναι γνωστό όμως ιστορικά ότι την επίκληση της λαϊκής κυριαρχίας την επικαλούνται όσοι κυβερνούν αυταρχικά ακριβώς επειδή δεν τη διαθέτουν. Στο εσωτερικό της Τουρκίας, παρά τις καταπιεστικές πολιτικές που ασκεί, ο κ. Ερντογάν δεν διαθέτει τη στήριξη των πολιτών. Εξάλλου για να κυβερνήσει αναγκάστηκε να συμμαχήσει με το ακροδεξιό κόμμα των «γκρίζων λύκων». Οταν λοιπόν αναφερόμαστε στην Τουρκία, πέρα από τους λαϊκισμούς, την πανδημία και την κακή οικονομική κατάσταση, πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο κ. Ερντογάν δεν έχει τη στήριξη της πλειοψηφίας των πολιτών της χώρας του και ιδιαίτερα τη στήριξη των πολιτών των μεγάλων αστικών κέντρων και των νέων. Και αυτή τη διάσταση πρέπει να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους όσοι λαμβάνουν αποφάσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ο κ. Ερντογάν έχει έρθει σε ρήξη με τους πολίτες της χώρας του διότι: (α) εγκατέλειψε τους στρατηγικούς στόχους του Κεμάλ Ατατούρκ για μια κοσμική Τουρκία προσανατολισμένη στη Δύση, χωρίς θεοκρατικό ισλαμισμό, (β) δεν υποστηρίζει ενεργά πια την πορεία ένταξης της χώρας του στην ΕΕ, στόχο με τον οποίο ανατράφηκαν όλες οι τελευταίες γενιές, που βλέπουν το μέλλον τους δυτικά και (γ) ως αλαζών και αυταρχικός ηγέτης προωθεί νεοοθωμανικές μεγαλοϊδέες προκειμένου να υποκαταστήσει στην Ιστορία το προφίλ του Ατατούρκ με το δικό του. Πλην όμως οι μεγαλοϊδέες του αυτές είναι επικίνδυνες και ξεπερασμένες, οδηγούν στο ηττημένο παρελθόν και είναι απεχθείς στον σύγχρονο πολίτη της Τουρκίας.

Οι στρατηγικές που έχει επιλέξει μπορούν να προωθηθούν μόνο με τη δημιουργία «εχθρών». Μόνο έτσι μπορεί να παρακάμψει τα αρνητικά εσωτερικά του μέτωπα, υποκαθιστώντας τα στην επικαιρότητα με θέματα εξωτερικής πολιτικής. Ο στόχος του «Ελλάδα – Κύπρος» τίθεται ως εχθρικό μέτωπο, όχι γιατί είναι όμορες χώρες που τον απειλούν, αλλά γιατί είναι ευρωπαϊκές χώρες, μέλη της ΕΕ. Ο νεοοθωμανικός μεγαλοϊδεατισμός του από τα πράγματα εχθρεύεται τις αρχές και τις αξίες του δημοκρατικού ευρωπαϊκού κεκτημένου. Γι’ αυτό όσοι πιστεύουν ότι θα μειωθούν οι εντάσεις με διερευνητικές διαδικασίες και δημιουργικούς διαλόγους θα απογοητευθούν. Είναι έξω από τους στρατηγικούς του στόχους. Η μόνη προστασία της ΕΕ είναι να τον αντιμετωπίσει εκείνη πλέον ως «εχθρό» της τώρα που δεν έχει πια συμμάχους, πουθενά στον σύγχρονο κόσμο. Αυτό περιμένουν από την ΕΕ και οι τούρκοι πολίτες που βλέπουν έναν αλαζόνα ηγέτη να κόβει τους δρόμους και τα όνειρά τους προς την Ευρώπη, να καταπατά κάθε δημοκρατική αξία και προσπάθεια κοινωνικής συνοχής, να αποξενώνει την πατρίδα τους από τις γύρω χώρες και να βάζει σε κίνδυνο τις σχέσεις ασφαλείας και ειρήνης που οι απλοί πολίτες επιζητούν. Ο τουρκικός λαός και ιδιαίτερα οι νέοι, προοδευτικοί και ειρηνικοί, καταπιέζονται. Η Ελλάδα και η ΕΕ οφείλουν να στοχοποιήσουν τον ίδιο και το καθεστώς του. Να αποκαλύπτουν συνεχώς τους νεοοθωμανικούς ισλαμιστικούς του στόχους, επιλογές που οδηγούν την Τουρκία στο ζοφερό παρελθόν της και όχι στο ευρωπαϊκό της μέλλον.

Οσον αφορά, τέλος, τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας αποτελεί διαδικασία ανέφικτη, αφού ο όμορος γείτονας δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας και επομένως δεν είναι δυνατό να υπογραφεί συνυποσχετικό παραπομπής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ενας γείτονας του οποίου η ηγεσία περιφρονεί το Διεθνές Δίκαιο και τους Καταστατικούς Κανόνες του ΟΗΕ, ένας γείτονας που εμπλέκει τη χώρα του σε περιπέτειες μακριά από τις επιδιώξεις του λαού του, τον οποίο επικαλείται μόνο όταν βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Οι δημοκρατικοί τούρκοι πολίτες περιμένουν πολλά από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Ο κ. Γιώργος Ανωμερίτης είναι πρώην υπουργός. Πλην άλλων, έχει τιμηθεί με το βραβείο Ειρήνης και Φιλίας Ιπεκτσί.