Επειτα από τεσσεράμισι χρόνια στην εξουσία και ενώ βρίσκεται αντιμέτωπος με το φάσμα μιας τρίτης εκλογικής ήττας σε διάστημα πέντε εβδομάδων, ο Αλέξης Τσίπρας θα κληθεί πολύ σύντομα να απαντήσει σε κάποια υπαρξιακά ερωτήματα: Τι είναι εν τέλει ο ΣΥΡΙΖΑ; Ποιον εκπροσωπεί; Οι σπασμωδικές και βεβιασμένες αλλαγές προεκλογικής στρατηγικής εν όψει των εθνικών εκλογών της 7ης Ιουλίου προμηνύουν μια πολύ δύσκολη διαδικασία εξεύρεσης απάντησης.

Αλαζονικές εξάρσεις και αμυντική στάση

Η αδυναμία ορθής εκτίμησης των αιτίων της συντριπτικής ήττας της 26ης Μαΐου, οι αλαζονικές εξάρσεις του ίδιου του Πρωθυπουργού, η απουσία προγραμματικής πρότασης και η αμυντική στάση σχολιασμού των προγραμματικών προτάσεων της ΝΔ δείχνουν ότι το κόμμα του κ. Τσίπρα και ο ίδιος θα αντιμετωπίσουν μια αρκετά σοβαρή κρίση ταυτότητας.

Ολες οι επινοήσεις πριν από τις ευρωεκλογές και οι παραλλαγές τους μετά τη βαριά ήττα φάνηκε ότι έπεσαν στο κενό.

– Το εφεύρημα της «ώρας των πολλών» ακυρώθηκε με συνοπτικές διαδικασίες, καθώς αποδείχθηκε ότι οι πολλοί αλλού στράφηκαν.

– Η όψιμη ανησυχία και μέριμνα για τη μεσαία τάξη μάλλον ως δείγμα πολιτικής υποκρισίας εκλήφθηκε, δεδομένου ότι στο προηγούμενο διάστημα είχε υποστηριχθεί με πάθος και με ιδεολογικού τύπου αναλύσεις ότι η φορολογική της αφαίμαξη ήταν περίπου μια ιστορική αναγκαιότητα.

– Οι σοσιαλδημοκρατικές αναζητήσεις του κ. Τσίπρα δεν φάνηκε να πείθουν ούτε ψηφοφόρους στο εσωτερικό, ούτε συνομιλητές του Πρωθυπουργού στην Ευρώπη. Οι μεν πρώτοι τελούν σε σύγχυση καθώς στα ίδια «προοδευτικά» ψηφοδέλτια καλούνται να επιλέξουν μεταξύ προσώπων όπως η Κατερίνα Παπακώστα και ο Τέρενς Κουίκ. Οι δε δεύτεροι βλέπουν πλέον με επιφύλαξη τις επαφές με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η απώλεια της εξουσίας περιορίζει δραματικά και τη χρησιμότητά του ως συνομιλητή της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς.

Επιπλέον, ακόμη και οι αριθμοί αποδεικνύουν ότι ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατούν πλέον να προσελκύσουν ψηφοφόρους από δεξαμενές τις οποίες θεωρούσαν λίγο – πολύ δεδομένες. Οπως καταγράφηκε στα στοιχεία της εκλογικής αναμέτρησης της 26ης Μαΐου, όλες οι ομάδες στις οποίες στήριζε τις ελπίδες του ο ΣΥΡΙΖΑ τού γύρισαν την πλάτη.

Στους νέους 17-24 ετών, ένα ποσοστό της τάξεως του 30% ψήφισε ΝΔ. Το αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ στην ίδια ηλικιακή ομάδα κινήθηκε στο 25%. Στους συνταξιούχους, των οποίων την ψήφο επιχείρησε να εξαγοράσει με κάθε τρόπο ο κ. Τσίπρας, η υπεροχή της ΝΔ ήταν συντριπτική: τα ποσοστά της πλησίασαν το 40%, ενώ τα αντίστοιχα του ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκαν 10 μονάδες χαμηλότερα.

Στις τάξεις δε των δημοσίων υπαλλήλων, η ΝΔ επίσης κατέγραψε μια αξιοσημείωτη δυναμική. Παρά τις καταστροφολογίες του κ. Τσίπρα για τα όσα δυσάρεστα και εφιαλτικά δήθεν τους επιφυλάσσει ο Κυρ. Μητσοτάκης, τα ποσοστά της ΝΔ μετρήθηκαν στο 32% έναντι 29% του ΣΥΡΙΖΑ.

Το τέλος του φλερτ με τον Κ. Καραμανλή

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει αυτή την περίοδο, και κυρίως σε εκείνη που θα ακολουθήσει, να μη γνωρίζει σε ποιον απευθύνεται. Εχοντας διακριθεί στην άσκηση μνημονιακής πολιτικής και ελλείψει πειστικής προγραμματικής πρότασης, αδυνατεί πλέον να καλλιεργήσει προσδοκίες ή να υποσχεθεί κάτι σε κάποια κοινωνική ομάδα και να γίνει πιστευτός.

Οι συνεχείς παλινδρομήσεις δε μεταξύ Αριστεράς, Κεντροαριστεράς και Δεξιάς, με αγιογραφίες του Ανδρέα Παπανδρέου και ενώ οι μνήμες της συνεργασίας με τον Πάνο Καμμένο είναι νωπές, είναι αισθητό ότι έχουν αποξενώσει τον κ. Τσίπρα, πιθανώς οριστικά, από μεγάλα τμήματα του μέχρι πρότινος μεγάλου ακροατηρίου του.

Χαρακτηριστική σε αυτό το πλαίσιο ήταν και η αγωνιώδης απόπειρα του Πρωθυπουργού την προηγούμενη εβδομάδα να δώσει τέλος στην ιδιότυπη πολιτική ασυλία την οποία είχε παράσχει τα τελευταία πέντε και πλέον χρόνια στον Κώστα Καραμανλή και στην περίοδο της διακυβέρνησής του.

Η ώρα της εσωκομματικής αναμέτρησης

Από το βράδυ της 7ης Ιουλίου και έπειτα ο κ. Τσίπρας διαφαίνεται πως θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια ζοφερή εσωκομματική πραγματικότητα. Αναλόγως του αποτελέσματος της κάλπης και της σύνθεσης της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, αναμένεται πως θα επιχειρήσει την «επανίδρυση» του κόμματος, είτε με τον μανδύα της προοδευτικής συμμαχίας είτε και με στοιχεία ενός αρχηγοκεντρικού σχηματισμού.

Την ίδια στιγμή όμως θα είναι μάλλον δύσκολο να αποφύγει τη συζήτηση για τις ευθύνες της εκλογικής ήττας. Η απουσία κάθε τέτοιας διαδικασίας στο διάστημα μετά την 26η Μαΐου αναμένεται ότι θα κάνει τη σχετική αναζήτηση σύνθετη και βασανιστική.

Και το πιθανότερο είναι πως όσο ο κ. Τσίπρας θα επιχειρεί με αντιπερισπασμούς και ελιγμούς μια δήθεν φυγή προς τα εμπρός, τόσο θα συναντά αντιδράσεις και κριτική από κομματικές ομάδες, οι οποίες θα υπερασπίζονται την αριστερή ορθοδοξία και θα αντιτίθενται στους σχεδιασμούς του.

Σε αναζήτηση νέου ρόλου

Η διαφαινόμενη εκλογική ήττα στις εκλογές της 7ης Ιουλίου θα θέσει σε δοκιμασία τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς είναι προφανές ότι θα τον υποχρεώσει σε αναπροσαρμογές και μια άλλου είδους προετοιμασία για την άσκηση της αντιπολίτευσης. Ελλείψει μνημονίων και εξωτερικών εχθρών, το κόμμα, το οποίο έως τώρα ήταν το πολιτικό success story της κρίσης, θα είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένο να επανεφεύρει τον εαυτό του. Πλην, όμως, τα ιδεολογήματα και οι υπαρξιακές αναζητήσεις της Αριστεράς θα είναι δύσκολο να βρουν πρόθυμα ακροατήρια έπειτα από το κλείσιμο του κύκλου της παραμονής του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και τα όσα αυτή επέφερε.

Οπως επισημαίνεται ήδη από κομματικά στελέχη και άλλους πολιτικούς παράγοντες, το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας δεν ήταν σε θέση να υπερασπιστεί την περίοδο της διακυβέρνησής του και κατέφυγε στις προ του 2015 πρακτικές εν όψει ευρωεκλογών καταδεικνύει και το πρόβλημα με το οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπος μετά τις εθνικές εκλογές.

Αναγνωρίζεται δε από πολλούς ότι δεν θα αρκεί η μηδενιστική αντιπολίτευση προς τη νέα κυβέρνηση, αλλά θα απαιτείται η διατύπωση μιας πειστικής προγραμματικής πρότασης, η οποία αυτή τη στιγμή απουσιάζει.

Υπό αυτό το πρίσμα, ορισμένοι στον ΣΥΡΙΖΑ εκδηλώνουν την ανησυχία τους εν όψει ενός ενδεχομένου: της εισόδου του Γ. Βαρουφάκη στη Βουλή. Σε μια τέτοια περίπτωση, η εκ του ασφαλούς και κατά τα αναμενόμενα… εκκεντρική αντιπολίτευση στη ΝΔ από τον πρώην υπουργό Οικονομικών, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη επίθεση διαρκείας κατά του κ. Τσίπρα, ενδέχεται να διαμορφώσει μια εξαιρετικά δυσάρεστη συνθήκη για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ.