Ο Χασάν, 30 ετών, εγκατέλειψε το σπίτι του στη δυτική επαρχία της Χομς στη Συρία το 2013. Προτού επιστρέψει στα τέλη του περασμένου έτους, νόμιζε ότι είχε εγγυήσεις για την ασφάλειά του, αφού πρώτα δωροδόκησε υψηλόβαθμο αξιωματικό. Ωστόσο μόλις πάτησε το πόδι του στο αεροδρόμιο αξιωματικοί από τη διεύθυνση ασφαλείας τον βρήκαν και τον πήραν για ανάκριση. Ηξεραν τα πάντα για εκείνον όσον καιρό βρισκόταν στο εξωτερικό: «Ο,τι είχα κάνει, σε ποιες καφετέριες καθόμουν, ακόμα και το ότι στη διάρκεια ενός ποδοσφαιρικού αγώνα βρισκόμουν μαζί με σύρους υποστηρικτές της αντιπολίτευσης».

Μία εβδομάδα αργότερα συνελήφθη στη διάρκεια επίσκεψής του σε δημόσια υπηρεσία και μεταφέρθηκε στο αστυνομικό τμήμα. Σε ένα βρώμικο δωμάτιο αξιωματικοί τον ξυλοκόπησαν ένας-ένας, κατηγορώντας τον πως στη διάρκεια του 2014 είχε βοηθήσει μια ένοπλη ομάδα μέσα στη Συρία για μεταφορά πυρομαχικών.

Ο Χασάν τούς έλεγε ότι εκείνη την εποχή δεν βρισκόταν στη Συρία και πως οι ίδιοι το γνώριζαν, αλλά συνέχισαν να τον βασανίζουν. Κάποια στιγμή οι φρουροί έσυραν μπροστά του μια νεαρή γυναίκα και τη χτύπησαν με έναν σωλήνα νερού μέχρι να ουρλιάξει από τους πόνους. Του είπαν ότι αν δεν συνεργαστεί θα του κάνουν το ίδιο και πως αν ήθελε να τον αφήσουν ελεύθερο θα γινόταν με το αζημίωτο. Ο Χασάν ελευθερώθηκε στα τέλη Ιανουαρίου αφού οι συγγενείς του κατέβαλαν 7.000 δολάρια.

Καθώς ο πόλεμος στη Συρία αποκλιμακώνεται εκατοντάδες Σύροι επιστρέφουν πίσω στην πατρίδα. Ωστόσο πολλοί από αυτούς δεν φαντάζονται καν τι τους περιμένει. Αρκετοί συλλαμβάνονται και ανακρίνονται, άλλοτε αναγκάζονται να προδώσουν ακόμα και συγγενείς τους και σε αρκετές περιπτώσεις βασανίζονται. Αυτό αναφέρει ρεπορτάζ της εφημερίδας «Washington Post» που επικαλείται τις καταγγελίες παρατηρητών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Στην πλειονότητά τους όσοι έζησαν τον πόλεμο στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές, οι οποίες σήμερα έχουν ανακαταληφθεί από τις κυβερνητικές δυνάμεις, έχουν την ίδια μοίρα. Το καθεστώς Ασαντ έχει τους πληροφοριοδότες του παντού και παρακολουθεί τους πάντες.

Για να επιστρέψει ένας πρόσφυγας πίσω στη Συρία, απαιτείται άδεια από την κυβέρνηση, χρειάζεται όμως να δείξει και προθυμία, να ομολογήσει δηλαδή ότι στη διάρκεια του πολέμου είχε ανάμειξη με την αντιπολίτευση. Ωστόσο, οι εγγυήσεις που προσφέρει η κυβέρνηση στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας «συμφιλίωσης» αποδεικνύονται κενές και τις περισσότερες φορές οι επαναπατριζόμενοι εκβιάζονται από υπηρεσίες ασφαλείας, κρατούνται και βασανίζονται από μυστικούς πράκτορες.

Περίπου 2.000 άτομα έχουν συλληφθεί μετά την επιστροφή τους στη Συρία τα τελευταία δύο χρόνια σύμφωνα με το Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα της Συρίας και εκατοντάδες άλλοι έχουν συλληφθεί σε περιοχές που ελέγχονται από τους αντάρτες.

«Αν γνώριζα τότε τι με περιμένει εδώ, δεν θα είχα γυρίσει ποτέ πίσω» λέει ένας νεαρός άνδρας που επέστρεψε σε μια ελεγχόμενη από την κυβέρνηση περιοχή έξω από τη Δαμασκό. Ο ίδιος αναφέρει ότι εδώ και μήνες μέλη των δυνάμεων ασφαλείας εμφανίζονται επανειλημμένα στο σπίτι του και τον σταματούν σε μπλόκα για να ψάξουν το τηλέφωνό του.

«Οι άνθρωποι εξακολουθούν να συλλαμβάνονται από τη μυστική αστυνομία και ο κόσμος ζει μέσα στην καχυποψία και τον φόβο. Οταν έρχονται στην πόρτα σου, δεν μπορείς να τους πεις Οχι. Πρέπει να πας με τα νερά τους» αναφέρει ένας άλλος νεαρός υπό καθεστώς ανωνυμίας.

Από τη στιγμή που ξέσπασε ο πόλεμος το 2011, περισσότερα από 5 εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν τη χώρα και άλλα 6 εκατομμύρια εκτοπίστηκαν σε διαφορετικές περιοχές από εκεί που διέμεναν μέσα στη Συρία, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Εθνη, σχεδόν δηλαδή λίγο περισσότερο από τον μισό συριακό πληθυσμό.

Τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς οι δυνάμεις του Ασαντ ανακατέλαβαν μεγάλο μέρος της Συρίας, οι πρόσφυγες άρχισαν να επιστρέφουν. Τα Ηνωμένα Εθνη αναφέρουν ότι τουλάχιστον 164.000 πρόσφυγες έχουν επιστρέψει στη χώρα από το 2016. Ωστόσο, καθώς δεν έχουν πρόσβαση παντού, δεν μπορούν να τεκμηριώσουν αν έχουν επιστρέψει σε κυβερνητικές ή αντιπολιτευόμενες περιοχές.

Τον περασμένο Φεβρουάριο ο Ασαντ ενθάρρυνε συμπατριώτες του μέσω τηλεοπτικού διαγγέλματος να επιστρέψουν και άλλοι πίσω και υποσχέθηκε ότι όσοι είναι ειλικρινείς με το καθεστώς θα συγχωρούνται. Αλλά πρόσφατη έρευνα σχετικά με Σύρους που γύρισαν σε περιοχές που ελέγχει η κυβέρνηση έδειξε ότι περίπου το 75% από αυτούς συνεχίζει να υπόκειται σε παρενοχλήσεις στον δρόμο, σε δημόσιες υπηρεσίες και αλλού, μολονότι συνεργάστηκε με το καθεστώς.

Πολλοί πρόσφυγες που βρίσκονται στο εξωτερικό αναφέρουν ότι ανησυχούν να γυρίσουν στα σπίτια τους γιατί απλώς δεν εμπιστεύονται τις εγγυήσεις που τους δίνει το καθεστώς. Την ίδια ώρα οι γειτονικές χώρες που τους φιλοξενούν σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή λαμβάνουν όλο και πιο σκληρά μέτρα ώστε να τους αναγκάσουν να φύγουν.

Οι Σύροι που ζουν στον Λίβανο, στην Ιορδανία και στην Τουρκία, για παράδειγμα, έχουν πλέον περιορισμένα δικαιώματα για να μπορέσουν να βρουν δουλειά και να εργαστούν. Είναι επίσης όλο και πιο δύσκολο να εξασφαλίσουν γραφειοκρατικά τη νόμιμη παραμονή τους εκεί, ενώ η πρόσβασή τους σε υγειονομική περίθαλψη και εκπαίδευση είναι περιορισμένη. Στον Λίβανο μερικοί αναγκάστηκαν να υπογράψουν έγγραφα λέγοντας ότι η απομάκρυνσή τους είναι εθελοντική, σύμφωνα με τη Human Rights Watch.

Τον περασμένο μήνα τα Ηνωμένα Εθνη δήλωσαν ότι 380 άνθρωποι κρατούνται μόνο στην Νταραά της Συρίας και τουλάχιστον δύο έχουν πεθάνει στη διάρκεια βασανιστηρίων. Οι κρατήσεις περιλαμβάνουν εκτεταμένες ανακρίσεις, ενώ άνδρες συχνά μεταφέρονται σε γραφεία πληροφοριών όπου οι καταχρήσεις και η βία εναντίον τους είναι ο κανόνας, σύμφωνα με ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πρώην κρατουμένους. Αρκετοί από τους άνδρες που κρατήθηκαν δήλωσαν ότι τα οστά του καρπού τους είχαν σπάσει καθώς τους κρεμούσαν από το ταβάνι για μεγάλο χρονικό διάστημα.