Η επιτροπή της Βουλής για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ολοκλήρωσε το βράδυ της Τετάρτης τη διαδικασία συζήτησης, διεξάγοντας ψηφοφορία επί όλων των προτάσεων που είχαν κατατεθεί για αλλαγές στον καταστατικό χάρτη της χώρας και είχαν τον απαραίτητο αριθμό των 50 βουλευτών.

Οπως μεταδίδει το ΑΠΕ, η ψηφοφορία που έγινε επί των δύο προτάσεων, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, καθώς και έξι συμπληρωματικών που κατατέθηκαν από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, έχει εισηγητικό χαρακτήρα – και οι αποφάσεις για το ποιες τελικά διατάξεις του Συντάγματος θα κριθούν αναθεωρητέες, θα ληφθούν από την ολομέλεια του Σώματος σε δύο διαδοχικές ψηφοφορίες, που πρέπει να απέχουν μεταξύ τους ένα μήνα.

Οι προτάσεις

Κατά την τελευταία συνεδρίαση της επιτροπής την Πέμπτη, ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε δύο προτάσεις της ΝΔ. Η πρώτη αφορά το άρθρο 68 για τις εξεταστικές επιτροπές της Βουλής και δίνει το δικαίωμα και στην κοινοβουλευτική μειοψηφία να μπορεί να τις συγκροτεί – και η δεύτερη το άρθρο 96 που εξομοιώνει τα στρατιωτικά δικαστήρια με τα τακτικά δικαστήρια.

Την ίδια ώρα, η αξιωματική αντιπολίτευση έδωσε τη θετική της ψήφο για τέσσερις συνταγματικές αλλαγές που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ:

Στο άρθρο 32 για την αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από την πρόωρη διάλυση της Βουλής και τις εκλογές, για το οποίο έχει καταθέσει και η ΝΔ πρόταση, με διαφορετικό όμως περιεχόμενο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει έξι ψηφοφορίες από τη Βουλή, μία ανά μήνα, που αν δεν καρποφορήσουν, να γίνεται εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας άμεσα από τον λαό.

Η πρόταση της ΝΔ προβλέπει τρεις διαδοχικές ψηφοφορίες από τη Βουλή – και σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί ο αριθμός των 200 βουλευτών στην πρώτη ψηφοφορία, ούτε οι 180 στη δεύτερη, τότε να απαιτείται η πλειοψηφία των 151 βουλευτών για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Οπως διευκρίνισε στους δημοσιογράφους ο εισηγητής της ΝΔ, Κώστας Τασούλας, παρά τη διαφωνία του κόμματός του για άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό, συμφωνεί εν τούτοις με τον τίτλο του άρθρου για αποσύνδεσή του με τις πρόωρες εκλογές.

Ο κ. Τασούλας, εκτίμησε ότι το άρθρο 32 μπορεί στην ολομέλεια της Βουλής να συγκεντρώσει την αυξημένη πλειοψηφία των 180 βουλευτών με τη στήριξη της ΝΔ, και έτσι η επόμενη Βουλή στην πρώτη σύνοδό της να μπορέσει να αλλάξει το περιεχόμενο της διάταξης με απλή πλειοψηφία 151 ψήφων, πριν προκύψει η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας το 2020.

«Ψηφίσαμε εκεί που συμπίπταμε»

«Στη ΝΔ δεν είχαμε πρόβλημα να ψηφίσουμε και προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ εκεί που συμπίπταμε, και ας μην ήταν ταυτόσημες», σημείωσε ο κ. Τασούλας.

Η αξιωματική αντιπολίτευση υπερψήφισε επίσης τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για αναθεώρηση του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών (για κατάργηση της αποσβεστικής προθεσμίας) του άρθρου 62 για τη βουλευτική ασυλία (προκειμένου αυτή να περιορίζεται μόνο στα αδικήματα που τελέστηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή) και του άρθρου 101Α για τις Ανεξάρτητες Αρχές και τον τρόπο εκλογής των διοικήσεών τους.

Για την τελευταία αυτή διάταξη, και τα δύο κόμματα συμφωνούν στην ανάγκη να μειωθεί η αυξημένη πλειοψηφία των 4/5 που απαιτείται σήμερα για την επιλογή των διοικήσεων των Ανεξάρτητων Αρχών, στα 3/5.

Ωστόσο, διαφωνούν για το αν για τη στελέχωση αυτή θα συνεχίσει να αποφασίζει η Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, όπως προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή αν θα αποφασίζει ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή, όπως εισηγείται η ΝΔ.

Κατά την ψηφοφορία, το ΚΚΕ επιφυλάχθηκε επί όλων των άρθρων να τοποθετηθεί στην Ολομέλεια.

Από την πλευρά τους, τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης – ΔΗΣΥ, Ενωση Κεντρώων, ΑΝΕΛ – καθώς και ο ανεξάρτητος βουλευτής Γιώργος Μαυρωτάς υπερψήφισαν προτάσεις, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και της ΝΔ.

Εντονο σημείο τριβής

Εντονο σημείο τριβής πάντως μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, εξακολουθεί να παραμένει το αν η παρούσα Βουλή δεσμεύει την επόμενη Βουλή ως προς το περιεχόμενο και την κατεύθυνση των αναθεωρητέων διατάξεων.

Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος, επανέλαβε και σήμερα την άποψη ότι «υπάρχει πράγματι δέσμευση της επόμενης Βουλής από την παρούσα, γιατί και οι δύο Βουλές είναι αναθεωρητικές».

Αντίθετη άποψη εξέφρασε ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Κώστας Τασούλας, υποστηρίζοντας πως η παρούσα Βουλή προτείνει άρθρα για αναθεώρηση, ενώ το περιεχόμενό τους το αποφασίζει η επόμενη αναθεωρητική Βουλή.

Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος, υποστήριξε ότι καμία διάταξη δεν πρέπει να υπερψηφιστεί από την παρούσα Βουλή με 180 ψήφους, ώστε, όπως είπε, η επόμενη Βουλή να διασφαλίσει τις απαραίτητες συναινέσεις που επιτάσσει η κορυφαία διαδικασία για τη συνταγματική αναθεώρηση.

Κλείνοντας τις εργασίες της επιτροπής αναθεώρησης του Συντάγματος, κατόπιν δεκαοκτώ συνεδριάσεων που έγιναν σε διάστημα δυόμισι μηνών, ο πρόεδρός της Νίκος Παρασκευόπουλος, εξέφρασε την απόλυτη ικανοποίησή του για το συναινετικό πνεύμα και το ήθος που επέδειξαν τα μέλη της.

«Τα προερχόμενα από όλα τα δημοκρατικά κόμματα μέλη της Επιτροπής, καθώς και οι ανεξάρτητοι βουλευτές-μέλη, συνέβαλαν δημιουργικά και ουσιαστικά στη διαμόρφωση της αρτιότερης δυνατής πρότασης», τόνισε ο κ. Παρασκευόπουλος.

«Εγιναν δεκτές κατά πλειοψηφία προτάσεις, ορισμένες από τις οποίες συνυπογράφονται από βουλευτές περισσότερων κομμάτων και αφορούν τα ατομικά και τα κοινωνικά δικαιώματα καθώς και τις λειτουργίες της δημοκρατίας», υπογραμμίζει σε γραπτή ανακοίνωση του και προσθέτει:

«Το κέντρο βάρους των μεταρρυθμίσεων»

«Το κέντρο βάρους των μεταρρυθμίσεων αφορά την απρόσκοπτη οργάνωση και λειτουργία της δημοκρατικής Πολιτείας και τη διεύρυνση και ενίσχυση των δικαιωμάτων. Διορθώνονται ρυθμίσεις που στο παρελθόν είχαν αποτελέσει τροχοπέδη της πολιτικής ευρυθμίας, όπως π.χ. συνέβαινε με τη διάλυση της Βουλής σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας.

»Σημαντικότερη όλων είναι η πρόταση για αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος, ώστε να απαλειφθεί η προβλεπόμενη ασφυκτικά σύντομη αποσβεστική προθεσμία και να καταστεί πρακτικά δυνατή η αναζήτηση ποινικών ευθυνών από πολιτικά πρόσωπα στην περίπτωση που θα διαπράξουν εγκλήματα.

»Σημαντικές είναι επίσης οι καινοτομίες που αφορούν τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, όπως είναι η αναγνώριση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στις εργασιακές σχέσεις», καταλήγει στην ίδια ανακοίνωση ο κ. Παρασκευόπουλος.