Πολύ συχνά στην πολιτική η επιλογή είναι ανάμεσα σε κάτι πολύ κακό και στο ακόμη χειρότερο. Για τους κατοίκους της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου στο Ηνωμένο Βασίλειο για το αν η Βρετανία θα πρέπει να φύγει από την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) είναι ακριβώς μια τέτοια περίπτωση.
Μια βρετανική έξοδος (Brexit) θα επιβάλει τεράστιο οικονομικό κόστος για τα κράτη-μέλη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΚΑΕ) της ΕΕ. Οι μεταναστευτικοί περιορισμοί θα γίνουν αυστηρότεροι, οι εμπορικές ευκαιρίες και οι άμεσες ξένες επενδύσεις θα πέσουν κατακόρυφα. Αλλά μια νίκη από εκείνους που θέλουν το Ηνωμένο Βασίλειο να μείνει στην ΕΕ θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο επώδυνη για τις χώρες της ΚΑΕ, όπου θα μπορούσε να ενισχύσει ανελεύθερους πολιτικούς και να στερήσει από τους πολίτες μεγάλο μέρος του λόγου που έχουν σε σημαντικές αποφάσεις σε επίπεδο ΕΕ.
Επικίνδυνο μήνυμα σε ανελεύθερους πολιτικούς

Η σχέση μεταξύ των χωρών της ΚΑΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου είχε πάντα κάποιες εντάσεις. Στη δεκαετία του 1990 το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν υπέρμαχος της ένταξης στην ΕΕ για τις χώρες της ΚΑΕ σε μια εποχή που οι ηγέτες της Γαλλίας και της Γερμανίας ήταν ακόμη πολύ διστακτικοί για τη διεύρυνση της ΕΕ.
Αλλά και η στήριξη του Ηνωμένου Βασιλείου είχε κάποια προβλήματα: βρετανοί ηγέτες, απρόθυμοι να αποδεχθούν τον μεγάλο δεδηλωμένο στόχο μιας «ολοένα στενότερης ένωσης» της ΕΕ, η οποία προϋποθέτει πολιτική ενοποίηση και κοινή εθνική και ομοσπονδιακή κυριαρχία, δεν έκρυψαν την επιθυμία τους να χρησιμοποιήσουν τη διεύρυνση της ΕΕ για να αποτρέψουν την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους ηγέτες της ΕΕ εν όψει του δημοψηφίσματος ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον έλαβε ρήτρες εξαιρέσεων στην περίπτωση απόφασης να κινηθεί η ΕΕ προς την ολοένα στενότερη ένωση. Αν επικρατήσει στο δημοψήφισμα και πείσει τους ψηφοφόρους να μείνουν, θα στείλει ένα επικίνδυνο μήνυμα σε ανελεύθερους πολιτικούς στην Ανατολική Ευρώπη.
Αυτοί θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι μπορούν να το έχουν «δίπορτο»: να διατηρήσουν τα οφέλη της οικονομικής ολοκλήρωσης χωρίς να χάνουν την ικανότητά τους να παραβιάζουν τα δικαιώματα των πολιτών τους ή να χρησιμοποιούν την ΕΕ για οικονομικές μεταβιβάσεις προς την οικοδόμηση πελατειακών σχέσεων και να ενισχύσουν τον έλεγχό τους επί του κράτους.
Ανελεύθεροι εθνικιστές όπως ο ούγγρος πρωθυπουργός Βικτόρ Ορμπαν αρέσκονται να ισχυρίζονται ότι υπερασπίζονται την εθνική κυριαρχία από τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών. Η πρωτοβουλία του Κάμερον τους βολεύει, επιτρέποντας στον Ορμπαν και στους συμμάχους του στις γειτονικές χώρες να χαρακτηρίζουν ανάθεμα οποιαδήποτε κίνηση προς την ολοένα στενότερη ένωση και την ενίσχυση της ομοσπονδιακής νομιμότητας.

Η Ανατολική Ευρώπη ωφελείται από την ΕΕ

Η αλήθεια όμως είναι ότι οι χώρες της ΚΑΕ δεν έχουν πολλά να χάσουν από την άποψη της κυριαρχίας. Τα περισσότερα εκ των παραγωγικών και χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων τους ανήκουν σε ξένες εταιρείες, όπως ακριβώς και οι περισσότεροι από τους κανόνες που διέπουν τις οικονομίες τους έχουν καθοριστεί από τα θεσμικά όργανα και τις πολιτικές της ΕΕ. Και οι θεσμοί και οι πολιτικές της ΕΕ περιορίζουν τη δυνατότητα των κυβερνήσεών τους για δημοσιονομική, νομισματική και οικονομική πολιτική.
Ως αποτέλεσμα οι χώρες της ΚΑΕ θα είναι μεταξύ των μεγαλύτερων νικητών της βαθύτερης ολοκλήρωσης, δεδομένου ότι θα δώσει στους πολίτες τους μια ισχυρότερη φωνή στην πολιτική διαδικασία της ΕΕ.
Οι Βρυξέλλες μπορεί συχνά να φαίνονται ως η πρωτεύουσα των «Διχασμένων Πολιτειών της Ευρώπης», ένα κέντρο που κυριαρχείται από κράτη-μέλη τα οποία επιθυμούν να έχουν πρόσβαση στην ελεύθερη αγορά με το ελάχιστο δυνατό κόστος.
Η ΕΕ δαπανά ένα μικροσκοπικό 0,3% του ΑΕΠ της για την αντιμετώπιση των αναπτυξιακών ανισοτήτων της ηπείρου και διοικεί μια κοινή αγορά 500 εκατομμυρίων ανθρώπων με μια διοίκηση που είναι περίπου το ένα τέταρτο του μεγέθους του υπουργείου Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών.
Από τη σκοπιά των χωρών της ΚΑΕ το κεντρικό ερώτημα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία τον Ιούνιο δεν είναι αν ή όχι το Ηνωμένο Βασίλειο θα παραμείνει στην ΕΕ αλλά πώς θα διαμορφωθεί το μέλλον της Ενωσης από αυτή την απόφαση.


O κ. Laszlo Bruszt είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας στη Scuola Normale Superiore στη Φλωρεντία. Ο κ. Nauro F. Campos είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Brunel του Λονδίνου

HeliosPlus