Ενα από τα πράγματα που μου αρέσουν στο Λονδίνο είναι τo multi ethnic στο φαγητό. Μπορεί η αγγλική κουζίνα να μην πολυτρώγεται, αλλά εκεί, στις όχθες του Τάμεση, έχω απολαύσει υπέροχες κινεζικές, ινδικές, λιβανέζικες, ταϊλανδέζικες, βραζιλιάνικες και λοιπές σπεσιαλιτέ. Και έχω ανακαλύψει υλικά άγνωστα και γεύσεις παράξενες τις οποίες ενέταξα στη συνέχεια στο διαιτολόγιό μου. Κάπως έτσι ανακάλυψα, λίγο προτού η μόδα της φθάσει στην Αθήνα, την κινόα. Σε ένα ρεστοράν όπου με πήγαν με το αυτοκίνητό τους γνωστοί γνωστών, ένα βροχερό (τι περίεργο για την πρωτεύουσα της Βρετανίας!) βράδυ. Το οποίο ρεστοράν, όσο και αν προσπάθησα να ξαναβρώ στα επόμενα ταξίδια μου, δεν τα κατάφερα. Την κινόα, όμως, κατάφερα να τη μαγειρέψω (αφού προηγουμένως έπαθα χουνέρι μεγάλο). Κινόα, λοιπόν, καλείται κάτι σαν δημητριακό (που όμως, όπως διάβασα, δεν χαρακτηρίζεται δημητριακό για εμπορικούς λόγους) γεμάτο πρωτεΐνες, κάλιο, σίδηρο, Ω3 λιπαρά και (σχεδόν) όποιο άλλο θρεπτικό συστατικό υπάρχει. Την καλλιεργούσαν οι λαοί της Λατινικής Αμερικής και, τώρα που οι επιστήμονες έχουν επιβεβαιώσει τη μεγάλη θρεπτική αξία της, καταναλώνεται ως υπερτροφή σε όλον τον κόσμο. Εντελώς μεταξύ μας, η γεύση της δεν είναι για να λιποθυμήσεις από ηδονή, μάλλον ουδέτερη θα τη χαρακτήριζα, όμως, έχουν τα μικροσκοπικά σποράκια της ευχάριστη και παιχνιδιάρικη υφή στο στόμα. Οπως έχουν και την τάση να απορροφούν εντέχνως τη σος της σαλάτας στην οποία τα προσθέτουμε (εγώ σε σαλάτες τα χρησιμοποιώ) και να αποκτούν ξαφνικά μια νοστιμιά ξεχωριστή, να κάνουν το… τίποτέ τους κάτι και το πιάτο που τα περιέχει ιδιαίτερο! Προσοχή, όμως, μην την πατήσετε όπως εγώ. Που είχα ρωτήσει τον (εντελώς) άγγλο σεφ εκείνου του εστιατορίου (πίσω, στο βροχερό Λονδίνο) πώς διαχειρίζεται το υλικό, αλλά δεν είχα πάρει ικανοποιητικές και ακριβείς απαντήσεις. «Σαν το ρύζι» είχε πει. Την έβρασα κι εγώ στην κλασική αναλογία «ένα φλιτζάνι σπόροι, δύο φλιτζάνια νερό» και βγήκε κάτι σαν χυλός που όταν το έβαλα στο στόμα μου άρχισε να αφρίζει. Μαζί του κι εγώ. Γεύση σαπουνιού είχε στην Ελλάδα το (σχεδόν) δημητριακό που τόσο μου είχε αρέσει στην Αγγλία. Σαπουνιού πράσινου, έντονου, πρωτόγονου, σαν εκείνα με τα οποία έτριβε η γιαγιά μου τις κουρελούδες της προτού τις κρύψει για το καλοκαίρι! Χρειάστηκε να ψάξω για να μάθω ότι ο άτιμος ο κοκκινοτρίχης δεν μου είχε αποκαλύψει το ένα και μοναδικό μυστικό, το απολύτως απαραίτητο για να μπορέσεις να απολαύσεις τα εξωτικά σποράκια: θέλουν πλύσιμο, πολύ πλύσιμο προτού τα βράσετε, καμιά φορά και ξέβγαλμα με κρύο νερό όταν τελειώσει το βράσιμο. Μόνο έτσι φεύγει η σαπουνίλα τους. Το έμαθα και αυτό και έγινα ειδικός στις σαλάτες με κινόα. Οι οποίες αποτελούν για εμένα το ιδανικό (ελαφρύ και θρεπτικό) βραδινό, αλλά και πρωινό μερικές φορές. Νομίζω δε ότι τις κάνω καλύτερα από τον Αγγλο. Οχι νομίζω, είμαι σίγουρος.

Σαλάτα με κινόα και πορτοκάλι

ΥΛΙΚΑ

1/2 φλ. κινόα

χυμό από 1 πορτοκάλι και ½ λάιμ (ή λεμόνι)

1 κ.σ. απαλή μουστάρδα

1 κ.γ. μέλι

3 κ.σ. έ.π. ελαιόλαδο

αλάτι και πιπέρι

μαρούλι, ρόκα, σπανάκι ή οποιαδήποτε άλλη πρασινάδα της αρεσκείας σας

1 πορτοκάλι (ή μανταρίνι) κομμένο σε μικρά κομματάκια

ξηροί καρποί (αμύγδαλα, καρύδια, κάσιους κτλ.)

ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Βάζω την κινόα σε κρύο νερό, όπου και την αφήνω για πέντε λεπτά. Την ξεπλένω 2-3 φορές κάτω από τη βρύση και τη βράζω με 1 φλ. νερό χωρίς να ανακατεύω. Οταν είναι έτοιμη – χρειάζεται τόσο χρόνο όσο και το ρύζι – την ξεπλένω (αν θέλω) ξανά, τη βάζω σε μια βαθιά πιατέλα και την περιχύνω με τη σος που φτιάχνω με τους χυμούς, το ελαιόλαδο, τη μουστάρδα και το μέλι. Την αφήνω να κρυώσει και να απορροφήσει το υγρό. Ακολούθως την ανακατεύω με ένα πιρούνι για να αφρατέψει, προσθέτω τις πρασινάδες και αν χρειαστεί ρίχνω λίγο ακόμη ελαιόλαδο. Τελειώνοντας προσθέτω τα κομμάτια των εσπεριδοειδών και τους ξηρούς καρπούς. Αλατοπιπερώνω, ανακατεύω ξανά και αυτό ήταν!

* Την κινόα τη βρίσκετε στα καταστήματα με είδη υγιεινής διατροφής.

Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 9 Μαρτίου 2014.