Είκοσι χρόνια πριν, στις 25 Δεκεμβρίου 1991, η σημαία της Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών υποστελλόταν για τελευταία φορά στο Κρεμλίνο. Μαζί της τερματίζονταν το ουτοπικό όραμα μιας αταξικής κοινωνίας, η σταλινική εκδοχή του ως δικτατορίας επί του προλεταριάτου, η ολιγαρχική εξουσία της κομματικής νομενκλατούρας, η πολιτική της περεστρόικα και η εφήμερη παρουσία του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στο αξίωμα της προεδρίας μιας χώρας που έπαυε να υπάρχει. Τη σκυτάλη έπαιρνε ο Μπορίς Γέλτσιν, η Δύση πανηγύριζε για το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο Φράνσις Φουκουγιάμα ανήγγελλε το «τέλος της Ιστορίας» και η έλευση μιας καπιταλιστικής Ρωσίας στη χορεία των ανεπτυγμένων δημοκρατικών κρατών αναμενόταν οσονούπω. Οι επόμενες δύο δεκαετίες διέψευσαν στην πράξη τις εκτιμήσεις της θεωρίας. Ο Γέλτσιν αποδείχθηκε περισσότερο οπαδός του νεποτισμού παρά φορέας της αληθινής περεστρόικα. Η Ιστορία χαίρει άκρας υγείας και εκπλήσσει, όπως πάντα, εκείνους που αναγκάζονται να τη βιώνουν. Και η Ρωσία, όπως φάνηκε τον Δεκέμβριο του 2011 στα πρώτα έπειτα από χρόνια όχι θριαμβευτικά, αλλά απλώς ευνοϊκά για την κυβέρνηση εκλογικά αποτελέσματα, παραμένει κάτι μεταξύ φέουδου ολιγαρχών επιχειρηματιών και φρουρίου των αρχών του «πουτινισμού».

Στις αρχές του 21ου αιώνα η Ρωσική Ομοσπονδία είναι ένα κράτος όπου ο δημοφιλής πρώην πρόεδρος παρακάμπτει τις επιταγές του συντάγματος εγκαθιστώντας έναν τοποτηρητή του στον προεδρικό θώκο για μια τετραετία (κατά την οποία αναλαμβάνει το αξίωμα του πρωθυπουργού) ώστε στη συνέχεια να μπορέσει ο ίδιος να επανέλθει στον προεδρικό θρόνο για τις επιτρεπόμενες δύο – ώστε ίσως ακολούθως να κάνει άλλο ένα τετραετές διάλειμμα προτού επιστρέψει για μια τρίτη οκταετία και ούτω καθεξής. Είναι μια χώρα όπου, όταν 2.000 διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στις αρχές του μήνα στη Μόσχα διαμαρτυρόμενοι για νοθεία στις βουλευτικές εκλογές της 4ης Δεκεμβρίου, η αστυνομία φρόντισε να προχωρήσει σε περίπου 500 συλλήψεις. Είναι μια κοινωνία όπου ο δημιουργός ενός υπερηρωϊκού κόμικ που εκθειάζει τον νυν πρωθυπουργό (πρώην πρόεδρο) και τον νυν πρόεδρο (πρώην πρωθυπουργό) θέτοντάς τους αντιμέτωπους με τρομοκράτες της Αλ Κάιντα και αφηνιασμένα ζόμπι που κραυγάζουν υπέρ της δημοκρατίας μπορεί να ισχυρίζεται ότι επικρίνει «το καταθλιπτικό πολιτικό περιβάλλον της Ρωσίας», ενώ οι φιλελεύθεροι δημοσιολόγοι μπορεί να βλέπουν πίσω από τη συγκεκριμένη ενέργεια ένα κόλπο δημοσίων σχέσεων του επίσημου «ιδεολόγου» του Κρεμλίνου, Βλαντισλάβ Σουρκόφ.

Αν αναλογιστεί κανείς ότι το 2007 το 22,5% των περιπτώσεων που εκδικάζει κάθε χρόνο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προερχόταν από τη Ρωσία, αντιλαμβάνεται ότι σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών τα περιθώρια δράσης όσων αντιμάχονται τις πρακτικές της κυβέρνησης είναι στενά. Ο ρωσικός ακτιβισμός, ωστόσο, έχει τόσο παρελθόν όσο και παρόν: Οι διαφωνούντες της σοβιετικής περιόδου δεν παραμένουν αργοί και μια νεότερη γενιά εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες της ψηφιακής εποχής για να εκφράσει τα αιτήματά της. Στο πλαίσιο μιας πρόσφατης καμπάνιας της οργάνωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα Human Rights Watch πολλοί από αυτούς φωτογραφήθηκαν από τον διάσημο ελληνοβρετανό φωτογράφο Platon και κατέθεσαν τις εμπειρίες τους από τη ρωσική πολιτική πραγματικότητα.

Το πρόβλημα, υπογραμμίζει ο 81χρονος Σεργκέι Κοβαλιόφ, γνωστός βιολόγος και παλαιός συνεργάτης του διάσημου πυρηνικού φυσικού και διασημότερου διαφωνούντος επί κομμουνιστικού καθεστώτος, Σεργκέι Ζαχάροφ, δεν διαφέρει από εκείνο της σοβιετικής περιόδου: «Η νόθα εξουσία». Ο Κοβαλιόφ δεν αναφέρεται στην τυπική νομιμοποίηση – η «Ενωμένη Ρωσία», το κόμμα των Βλαντίμιρ Πούτιν και Ντμίτρι Μεντβέντεφ, κέρδισε στις αρχές του μήνα την πλειοψηφία της Δούμας, του ρωσικού κοινοβουλίου, με ένα ποσοστό της τάξεως του 49,3%. Εννοεί την αδιαφάνεια των διαδικασιών που καθορίζουν είτε την τύχη ατόμων που στοχοποιούνται από τις αρχές, όπως ο πρώην μεγιστάνας ευνοούμενος του κατεστημένου Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, είτε την ανύπαρκτη πρόοδο ερευνών για τις δολοφονίες επικριτών του καθεστώτος, όπως η δημοσιογράφος Αννα Πολιτκόφσκαγια.

Οι μηχανισμοί πίσω από τη διευθέτηση παρόμοιων οχληρών περιπτώσεων δεν είναι πάντα κρυφοί. Δεν είναι ανάγκη να προστρέξει κανείς στις δραστηριότητες της μαφίας (περισσότερες από 5.000 οργανωμένες συμμορίες, σύμφωνα με στοιχεία του ρωσικού υπουργείου Εσωτερικών τη δεκαετία του ’90) για να αντιληφθεί την έκταση της διαφθοράς που μαστίζει τη ρωσική κοινωνία: Σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται η Human Rights Watch, το 26% των ρώσων πολιτών εξαναγκάζονται σε δωροδοκία στις καθημερινές τους συναλλαγές με το κράτος για ζητήματα παιδείας, υγείας ή έγγραφων βεβαιώσεων. Η 43χρονη Ελενα Πανφίλοβα, διευθύντρια του ρωσικού παραρτήματος της οργάνωσης Διεθνής Διαφάνεια, επισημαίνει ότι «η σχέση μεταξύ διαφθοράς, υποβάθμισης της ποιότητας ζωής και συμπίεσης του χώρου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι εμφανής».

Η σχέση που υπαινίσσεται η Πανφίλοβα έχει να κάνει με την απουσία ή, στην καλύτερη περίπτωση, την πλημμελή εφαρμογή του κράτους δικαίου. Στην παγκόσμια κατάταξη δημοκρατικών ελευθεριών του «Economist» για το 2010 η Ρωσία βρισκόταν στην 102η θέση μεταξύ 167 κρατών, ελάχιστες θέσεις πάνω από το Ιράκ ή την Αϊτή. Για το 2011 η μη κυβερνητική οργάνωση Freedom House, η οποία δημοσιεύει ετησίως έναν διεθνώς αναγνωρισμένο δείκτη επί των πολιτικών ελευθεριών και των πολιτικών δικαιωμάτων με βέλτιστο αποτέλεσμα το 1 και χείριστο το 7, έδινε στη Ρωσία 5 και 6 αντίστοιχα, τοποθετώντας τη στη λίστα των ανελεύθερων πολιτειών. Ο 24χρονος Αρτιόμ Λοσκούτοφ και η 29χρονη Γιούλια Μπασίνοβα θα μπορούσαν να αναλύσουν τι σημαίνει η παραπάνω βαθμολόγηση στην πράξη, μια και αποτελούν δύο από τους καινοφανείς ηγέτες του κινήματος των «δηλώσεων». Καθώς οι διαδηλώσεις κατά του καθεστώτος σπάνια γίνονται με την άδεια των αρχών, το 2011 εμφανίστηκε η συνήθεια των συγκεντρώσεων χωρίς πρόδηλο πολιτικό περιεχόμενο: όσοι συμμετέχουν στις «δηλώσεις» κρατούν άσχετα πλακάτ («αφήστε μουστάκι!») ή φωνάζουν τροποποιημένα παλιά σοβιετικά συνθήματα («Εργασία! Ειρήνη! Αμοιβάδα!»). Ιδιωτικό αστείο εκ μέρους των διαδηλωτών, οι οποίοι γνωρίζουν ενάντια σε τι διαμαρτύρονται, πρόξενος αμηχανίας στην πλευρά των τοπικών αρχών που δεν έχουν τρόπο αντίδρασης, η εν λόγω τακτική προσδίδει στην όλη κατάσταση μια νότα θεάτρου του παραλόγου: «Ολα γύρω μας είναι εξίσου παράλογα», σημειώνει ο Λοσκούτοφ, «ο πρόεδρος και ο πρωθυπουργός μας ζουν σε έναν εντελώς παράλογο κόσμο» προσθέτει η Μπασίνοβα.

Η υπομονή, ωστόσο, είναι η αρετή των ακτιβιστών. Η κρίση επηρέασε την τελευταία διετία την οικονομία της Ρωσίας, από όπου το 2011, σύμφωνα με τον Αντριου Κρέιμερ, αρθρογράφο των «New York Times», δραπέτευσαν κεφάλαια ύψους 70 δισ. δολαρίων. Ταυτόχρονα, η νέα μεσαία τάξη που δημιουργήθηκε την προηγούμενη δεκαετία, κατά την οποία η αυξανόμενη ζήτηση του ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου τροφοδότησε ετήσια άνοδο των μισθών της τάξεως του 15%, κατά τον Κρέιμερ, πρωτοστάτησε στις διαδηλώσεις του Δεκεμβρίου. Ωστόσο, απουσία μιας επανάστασης ή μιας αιφνίδιας αποσταθεροποίησης του καθεστώτος, στο επίπεδο των θεσμών οι εξελίξεις κινούνται με αργό βήμα και έπειτα από 20 χρόνια αναμονής οι ρώσοι ακτιβιστές το γνωρίζουν. Στα 72 του ο Αλεξέι Σιμόνοφ, πρόεδρος του Ιδρύματος Υπεράσπισης της Διαφάνειας, βετεράνος πια των εκστρατειών υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρομοιάζει τη «γκλάσνοστ» με χελώνα: «Η χελώνα είναι πολύ ωραίο ζώο. Πρώτα απ’ όλα, ζει για πολύ χρόνο. Δεν είναι γρήγορη. Και δεν πάει ποτέ πίσω, μόνο μπροστά».

*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο BHMagazino στις 24 Δεκεμβρίου 2011