Είναι γνωστό, και όχι μόνο στους λάτρεις του είδους: το Σκανδιναβικό crime fiction είναι, πιθανώς, το καλύτερο στον κόσμο. Από τους διάσημους Σουηδούς Χένινγκ Μάνκελ και Στιγκ Λάρσον μέχρι το Νορβηγό Τζο Νέσμπο που φέτος διέλυσε τα ταμεία των βιβλιοπωλείων με το The Snowman, η συγγραφή βιβλίων με θέμα το έγκλημα είναι, όπως και να το κάνουμε, η σπεσιαλιτέ των Σκανδιναβών. Κάτι σαν τα ανοιχτά σάντουιτς με ρέγγα.

Η Ισλανδία είναι μία μικρή και παράξενη χώρα. Εκτός από το σεξ με ξωτικά, τα φιλέτα φάλαινας, τους θερμαινόμενους δρόμους και τα λοιπά εξωτικά αξιοθέατα, το μικρό αυτό νησί ακολουθεί πιστά την αιματοβαμμένη συγγραφική παράδοση των μεγαλύτερων γειτόνων του.

Το Jar City, το οποίο στην πατρίδα του λέγεται Mýrin και έχει επίσης κυκλοφορήσει με τον τίτλο Tainted Blood, είναι ένα από τα δημοφιλέστερα αστυνομικά μυθιστορήματα στην Ισλανδία, βραβεύτηκε με το Glass Key Award ως το καλύτερο Σκανδιναβικό crime novel το 2002, και έκανε τον κύριο Arnaldur Indriðason γνωστό σε όλους τους φίλους του genre, ενημερωμένους ή μη.

Στο παγωμένο Ρέικιαβικ, ένας ηλικιωμένος άντρας βρίσκεται δολοφονημένος στο διαμέρισμά του. Δίπλα του, ένα μυστήριο σημείωμα και μία φωτογραφία ενός παιδικού τάφου. Ο μονόχνωτος, διαζευγμένος, πικρόχολος κι αγενής Επιθεωρητής Ερλεντουρ αναλαμβάνει την υπόθεση κι έτσι ξεκινάει ένα ζοφερό ταξίδι στο παρελθόν του άντρα, στα καλά κρυμμένα μυστικά του, στα εγκλήματά του πριν το άδοξο τέλος του.

Το Jar City πνίγει και πνίγεται στην ατμόσφαιρα του μεγάλου ισλανδικού χειμώνα, της μουντής μοναξιάς του Ρέικιαβικ, των ατελείωτων αγρών, καθώς εξελλίσσεται σε ένα μοναδικό ιατρικό μυστήριο. Ο Indriðason σχοινοβατεί ανάμεσα στο τυπικό αστυνομικό μυθιστόρημα – ο Επιθεωρητής Ερλεντουρ θυμίζει λίγο τον Ρέμπους του Ίαν Ράνκιν, αρχέτυπο του σύγχρονου crime fiction – και στο γενετικό δράμα, χωρίς κανένα παραπάτημα. Κι αν η υπόθεση φαίνεται οριακά τετριμμένη, η ατμόσφαιρα αποζημιώνει με το παραπάνω: εδώ ο Indriðason, σε αντίθεση με τον Στιγκ Λάρσον στο Millennium Trilogy, δεν επιδιώκει κοινωνικό σχολιασμό. Επιδιώκει, και πετυχαίνει, μία αποτύπωση της ασφυκτικής μοναξιάς του νησιού, του περιορισμού του καιρού και της θάλασσας, της εγκληματικής αυτοαναφοράς, της αναπόφευκτης ενδογαμίας.

Το Jar City γυρίστηκε σε ταινία το 2006. Σε ισλανδική παραγωγή, με μία εξαιρετική απόδοση της εσωστρεφούς ατμόσφαιρας, η ταινία αυτή σε κάνει να θέλεις να σκεφτείς λίγο καλύτερα το εάν και κατά πόσον η Ισλανδία είναι το ταξίδι που ονειρεύεσαι.

Δε θα ξεχάσω ότι, μεταξύ άλλων, το πρώτο που μου έκανε εντύπωση όταν άρχισα να διαβάζω το βιβλίο ήταν μία χρήσιμη επισήμανση για τα ισλανδικά επώνυμα: το επώνυμο του καθενός είναι η σύθετη λέξη που προέρχεται από τη γενική του μικρού ονόματος του πατέρα, με δεύτερο συνθετικό το -son (αν πρόκειται για γιο) ή το -dóttir (αν πρόκειται για κόρη). Το βρήκα τέλειο.
Σήμερα ρώτησα έναν ισλανδομαθή φίλο μου πώς θα με έλεγαν εάν ήμουν Ισλανδή. Του είπα πως το όνομα του πατέρα μου είναι Δημήτρης. Μου απάντησε πως το όνομα Δημήτρης δεν υπάρχει στα ισλανδικά, αλλά εάν μπορούσα να το δημιουργήσω τότε θα με έλεγαν Agiati Dimítrisdóttir. Διαφορετικά, θα είχα ένα επώνυμο σχετικό πλην όμως λίγο διαφορετικό, όπως το Mímisdóttir. Σε αυτή την περίπτωση, μου είπε ο φίλος μου, ο πατέρας μου θα λεγόταν Mímir και θα ήταν ήρωας της Νορδικής μυθολογίας, διάσημος για τη σοφία του. “Θα σου ταίριαζε”, μου έγραψε – υποπτεύομαι ότι παράλληλα χαμογελούσε. I’ll take it: Agiati Mímisdóttir, λοιπόν.

Διάβασα το πνιγηρό Jar City στο Λονδίνο τον Απρίλιο του 2010. Αναχώρησα για την Αθήνα μία μέρα πριν το ισλανδικό ηφαίστειο Eyjafjallajökull προλάβει να εκραγεί και να με αποκλείσει εκεί. Παράξενη σύμπτωση.

Για το τέλος, κράτησα ένα τραγούδι. Τον τελαυταίο καιρό το ακούω συχνά – μου αρέσει γιατί δεν καταλαβαίνω τι λέει (αν και ξέρω ότι είναι ερωτικό), και γιατί μου φέρνει στο νου ποτάμια παγετώνων, ηφαίστεια, αμμώδεις εκτάσεις, το πεντανόστιμο skyr που δοκίμασα κάποτε, τα ξωτικά, και, κυρίως, με κάνει να ανυπομονώ για τη μέρα που θα προσγειωθώ στο – έστω πνιγηρό κι αινιγματικό – Ρείκιαβικ. Γιατί, παρ’ όλα αυτά, η Ισλανδία είναι ένα από τα ταξίδια που ονειρεύομαι.