Αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην δημοκρατική δύση η οικονομική πολιτική δομήθηκε και ασκήθηκε με βάση τον Κεϋνσιανισμό. Είτε σοσιαλδημοκράτες είτε συντηρητικοί πατερναλιστές, λάτρεψαν τον Κέυνς και τον Φραγκλίνο Ρούζβελτ και άλωσαν τις σύγχρονες και πιο προηγμένες δημοκρατίες με διαρκή και υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα που συσσώρευαν διαρκώς όλο και μεγαλύτερα δημόσια χρέη.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ρεπουμπλικάνος Νίξον που διαδέχτηκε τον Δημοκρατικό Τζόνσον, τον αμερικανό πολιτικό αρχιτέκτονα της σοσιαλιστικής μεγάλης κοινωνίας, αναφώνησε ότι τώρα πλέον είμαστε όλοι Κεϋνσιανοί! Αυτές οι αρνητικές εξελίξεις στη Δύση, οδήγησαν τον μεγάλο φιλελεύθερο φιλόσοφο και νομπελίστα οικονομολόγο Χάγιεκ να γράψει το βιβλίο του «Ο Δρόμος προς τη Δουλεία», για να αναλύσει και να αναδείξει τον υπαρκτό κίνδυνο για την Δημοκρατική Δύση ότι η σοσιαλδημοκρατία και ο συντηρητικός πατερναλισμός είναι ο Δούρειος Ίππος της κατάλυσης των ελευθεριών μας και της άνευ όρων παράδοσης τους στον κρατισμό και στην γραφειοκρατία.
Από την άλλη πλευρά ο νομπελίστας φιλελεύθερος οικονομολόγος Τζέϊμς Μπιουκάναν, με το κορυφαίο και προφητικό του βιβλίο «Η Δημοκρατία σε Έλλειμμα», προειδοποιούσε από το 1977 ότι τα Κεϋνσιανά ελλείμματα δεν είναι μόνον μία ξεκάθαρα αναποτελεσματική μακροοικονομική πολιτική αλλά επίσης και ο κύριος ιδεολογικός μοχλός υπονόμευσης της ακεραιότητας του ανώτατου κοινωνικού συμβολαίου, του Συντάγματος και εν τέλει, αυτής καθεαυτής της αυτοτέλειας, της αυτονομίας και της ανεξαρτησίας της Δημοκρατίας.
Οι μεγάλοι φιλελεύθεροι του 20ου αιώνα ανέτρεψαν την σοσιαλδημοκρατική ροή της ιστορίας. Οι ιδέες τους αρχικά, με την δυνατή ορμή τους, παρέσυραν και ανέτρεψαν τον παραδοσιακό κρατικό πατερναλισμό στα συντηρητικά κόμματα και τελικά νίκησαν και πολιτικά τους αντιπάλους τους σοσιαλδημοκράτες, με την άνοδο στην εξουσία της Θάτσερ και του Ρήγκαν, οι οποίοι με μια σειρά δυναμικών μεταρρυθμίσεων, επανέφεραν στην Δημοκρατική Δύση την ανάπτυξη και την πρόοδο, κατανικώντας την στασιμότητα και τον πληθωρισμό που ήσαν τα χείριστα αποτελέσματα της μεταπολεμικής κυριαρχίας στην Δύση των Κεϋνσιανών πολιτικών των ελλειμμάτων και των χρεών.
Με αυτόν τον τρόπο η Πολιτική Οικονομία του Φιλελευθερισμού οδήγησε στην πάγκοινη αποδοκιμασία του Κέϋνς και του Ρούζβελτ και στην καθιέρωση και κυριαρχία του Χάγιεκ και της Θάτσερ, του Φρήντμαν και του Ρήγκαν. Η Πολιτική Οικονομία του Φιλελευθερισμού οδήγησε την οικουμένη για πολλοστή φορά σε μία πρωτοφανή πρόοδο και οικονομική μεγέθυνση, άνευ προηγουμένου, με διαρκή και αλληλοδιάδοχα κύματα καινοτομιών, τα οποία με τον μηχανισμό της ελεύθερης αγοράς, απλώθηκαν αυτόματα σε όλον τον πλανήτη ενώ ταυτόχρονα γκρεμιζόταν κάθε σύνορο ή εμπόδιο, από τα απλά δασμολογικά τείχη μέχρι τα πάλαι ποτέ ακλόνητα σιδηρά παραπετάσματα του κάθε είδους κομμουνισμού.
Παρά ταύτα, με το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, για άλλη μια φορά, η Πολιτική Οικονομία του Φιλελευθερισμού θεωρήθηκε υπεύθυνη. Η επανεμφάνιση του Κεϋνσιανισμού με αφορμή την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η εκλογική νίκη του κυριότερου σοσιαλδημοκράτη πολιτικού εκπρόσωπου των καιρών μας, του Μπάρακ Ομπάμα, είναι αυτό που αποκαλώ εγώ «Η Μεγάλη Παλινδρόμηση».
Όπως έχω αναλύσει στο Economic Affairs, December 2009, “The 1930s and the Present Day – Crises Compared”, δεν υπάρχει μεγαλύτερη κατάχρηση απέναντι στη Δημοκρατία και στον οικονομικό ορθολογισμό από τον πυραμιδικό δημόσιο δανεισμό που ακολουθεί ο Ομπάμα, χρηματοδοτούμενος αφειδώς από την πιο ασύστολη και αχαλίνωτη νομισματική πολιτική που ακολούθησε ποτέ η FED, από τον μεγαλύτερο ζηλωτή της εκτύπωσης φρέσκου χρήματος, τον διοικητή της Μπεν Μπερνάνκι.
Οι σύγχρονοι ευγενείς σοσιαλδημοκράτες σαν τους παλαιότερους ευγενείς της φεουδαρχίας, είναι βυθισμένοι στα χρέη και στα ελλείμματα, άρα αφοπλισμένοι από τα παραδοσιακά τους οικονομικά Κεϋνσιανά εργαλεία για να προκαλέσουν την ενεργό ζήτηση και την αναθέρμανση της οικονομίας. Πολιορκημένοι, εγκλωβισμένοι και συνάμα άοπλοι είναι αδύνατον να υπερβούν την κρίση και το μόνο το οποίο μπορούν να περιμένουν είναι η τελική τους πτώση.

Πάνος Ευαγγελόπουλος
Λέκτωρ Οικονομικών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου