Από την εποχή της ταινίας «Πάθη» («The Passion Play of Oberammmergau», 1897) του Χένρι Σ. Βίνσεντ και της «Μισαλλοδοξίας» (1916) του Ντ. Γ. Γκρίφιθ μέχρι τα πρόσφατα «Πάθη του Χριστού» (2003) του Μελ Γκίμπσον, ο Υιός του Θεού επισκεπτόταν τακτικότατα το σελιλόιντ, με αποτέλεσμα οι ταινίες, τηλεταινίες και μίνι σειρές στις οποίες έχει μέχρι σήμερα συνολικώς εμφανισθεί να ξεπερνούν τις πενήντα.
Το ίδιο θα μπορούσες να πεις και για την μορφή του. Ταινία με την ταινία αλλάζει.
Ο κατά Χόλιγουντ «ορθόδοξος» Ιησούς είναι ξανθός, ζαχαρένιος, με αγγελικό πρόσωπο και απαλή φωνή – όπως ο Τζέφρεϊ Χάντερ στον «Βασιλιά των Βασιλέων» (1961) και ο Ρόμπερτ Πάουελ στον (με ένα Arlekin ξεχνιέμαι) «Ιησού από τη Ναζαρέτ» (1977) που σκηνοθέτησε για την τηλεόραση ο Φράνκο Τζεφιρέλι. Αυτές οι ταινίες είναι τα Κλασικά Εικονογραφημένα Πάθη του Ιησού με πλούσιο, αναγνωρίσιμο καστ, μπόλικη φλυαρία, καθόλου φασαρία και πάρα πολλές γραφικότητες. Η συνταγή έλεγε (και λέει) ότι στις «ορθόδοξες» ταινίες περί Χριστού ήξερες τι πρόκειται να δεις ενώ στις «ανορθόδοξες» ήξερες ότι θα ακολουθήσουν επεισόδια.
Τη διαφορά στους «ανορθόδοξους» σινέ – Χριστούς έκανε η ταινία του Μελ Γκίμπσον «Τα Πάθη του Χριστού» (2004), ένα εξουθενωτικό λουτρό αίματος με στόχο τον πόνο του θεατή, όπως ακριβώς πόνεσε ο Ιησούς μεταφέροντας τον σταυρό του στον Γολγοθά. Αν τα «Πάθη» διαφέρουν από τις περισσότερες θρησκευτικές ταινίες είναι στη λυσσαλέα επιμονή ενός θρησκόληπτου σκηνοθέτη να δείξει το φραγγέλυο να εισχωρεί μέσα στις σάρκες του Θεανθρώπου, όσο πιο ωμά και γραφικά γίνεται. Εχεις την αίσθηση ότι παρακολουθείς τον σχιζοφρενή δολοφόνο με το… μαστίγιο· και αν μάλιστα μπούμε στον κόπο να θυμηθούμε τον σάλο που η ταινία προκάλεσε αναστατώνοντας κύκλους εβραϊκών και χριστιανικών οργανώσεων, θα δούμε ότι η όλη φασαρία δεν ήταν τίποτε παραπάνω από ένα θαυματουργό διαφημιστικό τρικ για την προώθηση του έργου.
Βασισμένος στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, ο «Τελευταίος Πειρασμός» (1988) του εξίσου θρησκόληπτου Μάρτιν Σκορτσέζε, πριν από δεκαεννιά χρόνια προκαλούσε την αμφισβήτηση και την οργή χιλιάδων φανατικών οι οποίοι εισέβαλαν με πριόνια στις καμπίνες προβολής και απειλούσαν να κάψουν τις κινηματογραφικές οθόνες επειδή θεωρούσαν βλάσφημη την εικόνα του Ιησού Χριστού να υποκύπτει στα ερωτικά τραγούδια και στους σεξουαλικούς πειρασμούς της Μαρίας Μαγδαληνής. Ενας Ιησούς αδύναμος και τρωτός, φοβισμένος και σχεδόν υποταγμένος στην αυθεντική προσωπικότητα της ταινίας, τον γρανιτένιο Ιούδα που έβλεπε τον Χριστιανισμό ως όχημα για την επανάσταση των Ιουδαίων κατά των Ρωμαίων.
Ο Ιησούς μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ως ένας από τους εμπορικότερους ήρωες στην ιστορία του θεάματος. Στην ιστορία των ταινιών που έχουν γευθεί εκατομμύρια δολαρίων από τα Πάθη του, η πλειοψηφία έχει να κάνει περισσότερο με την λαμπρότητα της παραγωγής παρά με την οικονομία και την ασκητική – τα όσα με άλλα λόγια πρέσβευε ο ίδιος ο Ιησούς. Γι’ αυτό άλλωστε και η καθαρότερη σε χριστιανικό πνεύμα ταινία της Ιστορίας του κινηματογράφου έχει ευρωπαϊκή ιθαγένεια και είναι το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» ενός κομμουνιστή ποιητή, του Πιέρ Πάολο Παζολίνι. Παλεύοντας μεταξύ ιδεολογίας και συναισθήματος ο Παζολίνι δημιούργησε ένα ασπρόμαυρο διαμάντι μινιμαλισμού που κατάφερε να κάνει σκόνη την αδικαιολόγητη σπατάλη και το λούσο του Χόλιγουντ χωρίς να ξεφύγει γραμμή από το πρωτότυπο κείμενο του Ευαγγελιστή Ματθαίου. Η αίρεσή της είναι καθαρά αισθητική γιατί εδώ η μορφή του Χριστού, θέλει τον Θεάνθρωπο να μην μοιάζει ντε και καλά με τις εικόνες του που στολίζουν εκκλησίες (ο Παζολίνι χρησιμοποίησε έναν μελαχρινό για τον ρόλο του Ιησού, τον φοιτητή Ενρίκε Ιρατσόκι που δεν ήταν καν επαγγελματίας ηθοποιός).
Μα και το σκαμμένο πρόσωπο του Γουίλεμ Νταφόε στον «Τελευταίο πειρασμό» απείχε έτη φωτός από τον στιλπνό Ιησού του Χόλιγουντ, την ώρα που ο Τεντ Νίλι στο εκσυγχρονισμένο μιούζικαλ «Ιησούς Χριστός Υπέρλαμπρο Αστρο» (1973) του Νόρμαν Τζούισον, θύμιζε «παιδί των λουλουδιών», κάτι που ήταν στην πραγματικότητα ο Νίλι. Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε ένα ακόμη μιούζικαλ, ακόμα πιο underground· το «Godspell του Ντέιβιντ Γκριν ,ήταν η μουσικοχορευτική εκδοχή του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου στο οποίο ο Ιησούς (Βίκτορ Γκάρμπερ) εμφανίζεται βαμμένος σαν κλόουν και με στολή… Superman.
Δεν μπορείς να αποκαλέσεις μια κωμωδία όπως το «Ενας προφήτης μα τι προφήτης» (1978) αιρετική, όμως παρ’ όλ’ αυτά η μνημειώδης σάτιρα των Μόντι Πάιθον απαγορεύτηκε σε κάποιες σκανδιναβικές χώρες, κάτι που περιέργως δεν έγινε στην Γερμανία όταν ο Αχτερμπους με τις «Τολμηρότητες στο σινεμά» παρουσίασε τον Ιησού να κατεβαίνει από τον Σταυρό και να γίνεται σερβιτόρος!