ΒΕΡΟΛΙΝΟ.


Η νεκρολογία δεν θύμιζε πολύ κήρυγμα αγάπης. «Θα σου τους φέρω όλους δεμένους» υποσχόταν ο πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Καταπολέμησης Εγκλήματος ΒΚΑ Χορστ Χέρολντ στα μέσα Απριλίου του 1977 σε έναν νεκρό, τον Ζίγκφριντ Μπούμπακ, γενικό ομοσπονδιακό εισαγγελέα της Γερμανίας, ο οποίος είχε δολοφονηθεί λίγο νωρίτερα από κομάντο της Φράξιας Κόκκινος Στρατός – RAF. «Η διαλεύκανση θα είναι πλήρης». Κανείς από τους παρισταμένους στην κηδεία – συγγενείς τού θύματος, πολιτικοί, υπάλληλοι μυστικών υπηρεσιών – δεν αμφέβαλλε ότι θα τηρούσε την υπόσχεσή του.


Τα πράγματα ωστόσο έγιναν διαφορετικά. Η αστυνομία συνέλαβε μεν, ως δράστες, τρία μέλη της RAF – τον Κνουτ Φόλκερτς, τον Κρίστιαν Κλαρ και την Μπριγκίτε Μονχάουπτ – οι οποίοι καταδικάστηκαν στη συνέχεια σε ποινή ισόβιων δεσμών. Η καταδίκη τους όμως δεν βασίστηκε σε χειροπιαστά στοιχεία, ή σε ομολογίες των κατηγορουμένων, αλλά σε λίγο ως πολύ αόριστες ενδείξεις στη βάση ενός πρόσφατα τότε ψηφισμένου νόμου που – κατά ρητή παράβαση της αρχής τής ατομικής ευθύνης – έκρινε εξίσου ένοχο κάθε συνεργό δολοφονικής πράξης, ανεξάρτητα από το αν αυτός είχε πατήσει τη σκανδάλη ή αν απλώς κρατούσε «τσίλιες». Ετσι παρέμενε μυστήριο το ποιος από τους τρεις ήταν ο αυτουργός. Η «κάθαρση» λοιπόν δεν είχε επιτευχθεί. Οι δράστες είχαν συλληφθεί. Για διαλεύκανση, όμως, και δη πλήρη, δεν μπορούσε να γίνει λόγος.


Σήμερα, ωστόσο, ύστερα από 30 ολόκληρα χρόνια, η υπόθεση Μπούμπακ φαίνεται να βρίσκει την οριστική λύση της. Ενα από τα ιδρυτικά μέλη της Φράξιας Κόκκινος Στρατός, ο Πέτερ Γιούργκεν Μπόοκ, κατονομάζει πρώτη φορά τον «εκτελεστή» – τον Στέφαν Βισνιέβσκι, τον μοιραίο «τρίτο άντρα» ο οποίος δεν εφέρετο καθόλου αναμεμειγμένος στην υπόθεση. Παρόμοια καταγγελία είχαν κάνει παλιότερα, όπως αποκαλύπτεται τώρα, και δύο άλλα στελέχη της RAF, η Βερένα Μπέκερ και η Σίλκε Μάγιερ-Βιτ. Και οι τρεις διαβεβαιώνουν ότι ο ένας από τους ήδη καταδικασθέντες, ο Κνουτ Φόλκερτς, δεν συμμετείχε καθόλου στην οργάνωση «Κομάντος Ουλρίκε Μάινχοφ», ενώ ο Κρίστιαν Κλαρ, που εθεωρείτο επίσης ως πιθανός «εκτελεστής» ήταν «μόνο» ο οδηγός τής Αλφα Ρομέο, με την οποία διέφυγαν οι δράστες μετά την επίθεση.


Οι αποκαλύψεις αυτές όμως έχουν και περαιτέρω συνέπειες στη Γερμανία. Και αυτό για πολλούς λόγους:


* Πρώτον, επειδή τώρα αποκαλύπτεται ότι οι μυστικές υπηρεσίες είχαν παραλείψει σκοπίμως να διαβιβάσουν τις μαρτυρίες των δύο γυναικών στις δικαστικές αρχές. Με αυτό, ισχυρίζονται, ήθελαν να τις προστατεύσουν από την εκδίκηση των πρώην συντρόφων τους. Τέτοια προστασία, προσθέτουν, αποτελεί «εγγύηση αιωνιότητας», αφού μόνο έτσι μπορούν οι «μεταμελημένοι» να είναι σίγουροι για την ασφάλειά τους. Μόνο που σήμερα η «αιωνιότητα» έχει ημερομηνία λήξης. Το αργότερο από το 1998, όταν η Φράξια Κόκκινος Στρατός ανακοίνωσε την αυτοδιάλυσή της, η παροχή προστασίας δεν ήταν αναγκαία.


* Δεύτερον, οι αποκαλύψεις αναπτερώνουν τις ελπίδες των οικείων των θυμάτων ότι θα αποκτήσουν κάποτε πλήρη εικόνα της τραγωδίας. «Για μας είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ποιος είναι ο φυσικός δράστης» τονίζει ο Μίχαελ Μπούμπακ, γιος τού δολοφονημένου εισαγγελέα.


* Τρίτον, αναζωπυρώνεται και η συζήτηση για την απονομή χάριτος – ύστερα από εικοσάχρονη κράτηση – στον Κρίστιαν Κλαρ από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Χόρστ Κέλερ. Η κοινή γνώμη, καθοδηγούμενη από την εφημερίδα «Bild-Zeitung», αντιτίθεται σαφώς στην απονομή. Οι μαρτυρίες όμως των τριών πρώην συντρόφων του κ. Κλαρ κινούνται στη λογική της πρόωρης αποφυλάκισής του.


Η τρέχουσα διαμάχη θα γινόταν βέβαια πολύ πιο ουσιαστική αν αποφάσιζαν να μιλήσουν ανοικτά και άλλα μέλη της RAF. Προς το παρόν όμως δεν υπάρχουν τέτοιες ενδείξεις. «Η σιωπή των θυτών» όπως τη χαρακτήρισε εφημερίδα είχε ως αφετηρία την «επαναστατική ταύτιση» των ανταρτών. Στη συνέχεια όμως αυτό άλλαξε. «Οι δολοφονίες δεν απέκτησαν ηθική διάσταση» επισημαίνει ο ψυχαναλυτής Χορστ Εμπερχαρτ Ρίχτερ. «Εκείνο που παρέμεινε ήταν το αίσθημα ευθύνης απέναντι στα άλλα μέλη της ομάδας».


Αν αυτό το αίσθημα λειτουργεί και σήμερα είναι άδηλο. Ασφαλώς όμως συντρέχουν και πιο κοινότοποι λόγοι που επιβάλλουν συνέχιση της σιωπής. «Ορισμένοι φοβούνται πως αν μιλήσουν θα ξαναπάνε φυλακή» πιστεύει ο πρώην συνήγορος των τρομοκρατών Χανς-Κρίστιαν Στρέμπελε.