Η πρόσφατη φραστική αντιπαράθεση μεταξύ του προέδρου της ΔΕΗ κ. Π. Αθανασόπουλου με τον πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ κ. Ν.Φωτόπουλο με αφορμή τον… πραγματικό ιδιοκτήτη της ΔΕΗ έχει και συμβολικό χαρακτήρα. Οταν οι συνδικαλιστές της επιχείρησης, συνεπικουρούμενοι από πολιτικούς αρχηγούς και βουλευτές, εισέβαλαν (για τρίτη φορά) στη συνεδρίαση του ΔΣ που θα συζητούσε τη συμφωνία ΔΕΗ- RWΕ και την ανέβαλαν, ο πρόεδρος της ΔΕΗ απευθυνόμενος στους συνδικαλιστές είπε: « Η επιχείρηση δεν είναι δική σας ». Ο κ. Φωτόπουλος του απάντησε: « Ούτε δική σου είναι ».

Σε ποιον ανήκει, όμως, η ΔΕΗ; Στο ελληνικό Δημόσιο φυσικά, το οποίο κατέχει περίπου το 51% της εισηγμένης επιχείρησης, δηλαδή την απόλυτη πλειοψηφία, γι΄ αυτό και οι προσλήψεις γίνονται μέσω ΑΣΕΠ. Το υπόλοιπο 49% ανήκει σε θεσμικούς επενδυτές της Ελλάδας και του εξωτερικού, αλλά και σε πλήθος μικρομετόχων. Ωστόσο οι εργαζόμενοι μέσω της ασφαλιστικής εκκρεμότητας που υπάρχει με τον ΟΑΠ-ΔΕΗ μπορούν να εγείρουν απαιτήσεις όχι για μετοχές της επιχείρησης αλλά για περιουσιακά της στοιχεία, καθώς επί σειρά δεκαετιών οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων, αποτελούσαν κεφάλαια για την επιχείρηση τα οποία αξιοποιούσε η εκάστοτε διοίκηση κατά το δοκούν. Από την ίδρυση της ΔΕΗ στη δεκαετία του ΄50 το Ασφαλιστικό των εργαζομένων είχε επιλυθεί εκ των προτέρων, αφού στη ΔΕΗ λειτουργούσε η Διεύθυνση Ασφάλισης Προσωπικού η οποία φρόντιζε για τα συνταξιοδοτικά, δηλαδή ασφαλιστικός φορέας ήταν η ίδια η επιχείρηση περίπου όπως γίνεται με τους δημοσίους υπαλλήλους. Οι εργαζόμενοι φυσικά κατέβαλλαν κανονικά τις εισφορές τους. Τις εισφορές αυτές οι εκάστοτε διοικήσεις της ΔΕΗ τις χρησιμοποιούσαν για επενδύσεις. Αυτή η κατάσταση έπρεπε να τερματιστεί με τη μετατροπή της ΔΕΗ σε Ανώνυμη Εταιρεία και την εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο. Ετσι το Ασφαλιστικό ρυθμίστηκε με νόμο του 1999 και την ίδρυση του Οργανισμού Ασφάλισης Προσωπικού (ΟΑΠ-ΔΕΗ). Οταν ιδρύθηκε ο ΟΑΠ-ΔΕΗ, οι ασφαλισμένοι απαίτησαν το συσσωρευμένο ασφαλιστικό τους κεφάλαιο όλων των προηγούμενων χρόνων, το οποίο όμως τελικά ενσωματώθηκε στα περιουσιακά στοιχεία της ΔΕΗ, δηλαδή στο ενεργητικό της επιχείρησης, αφού η ΔΕΗ δεν είχε μετρητά για να το καταβάλει.

Το δύσκολο σήμερα με την προετοιμαζόμενη απορρόφηση του ΟΑΠΔΕΗ από το ΙΚΑ είναι η ένταξη αυτής της περιουσίας στον μεγαλύτερο ασφαλιστικό οργανισμό του κράτους. Σήμερα υπολογίζεται από τους ίδιους τους εργαζομένους σε 11,5 δισ. ευρώ η περιουσία του ΟΑΠ-ΔΕΗ, ενσωματωμένη όμως στην περιουσία της ΔΕΗ. Το ποσόν αυτό ξεπερνά το ενεργητικό όλης της ΔΕΗ!

Η ένταξη στο ΙΚΑ είναι θεωρητικά πολύ δύσκολο να γίνει, αφού η περιουσία του ΟΑΠ δεν μπορεί να διαχωριστεί από την περιουσία της ΔΕΗ λόγω των παρελθουσών υποχρεώσεων. Σε περίπτωση που επιχειρηθεί ο διαχωρισμός για να ενταχθεί ο ΟΑΠ-ΔΕΗ στο ΙΚΑ, τότε οι ασφαλισμένοι θα ζητήσουν να πάρουν μαζί τους τα περιουσιακά στοιχεία που τους ανήκουν. Εφόσον η ΔΕΗ δεν έχει να τους τα καταβάλλει σε μετρητά και το Δημόσιο δεν μπορεί να τους δώσει μετοχές (διότι τότε θα έπαιρνε την πλειοψηφία ο ΟΑΠ-ΔΕΗ), οι εργαζόμενοι θα απαιτήσουν περιουσιακά στοιχεία της ΔΕΗ, να περάσουν στην κυριότητα του ΟΑΠ-ΔΕΗ, δηλαδή, σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής. Υπό αυτή την έννοια η ΔΕΗ ή τουλάχιστον ένα κομμάτι της ανήκει στους εργαζομένους, άρα ο διάλογος Αθανασόπουλου- Φωτόπουλου είχε ιδιαίτερο νόημα.

Η ΔΕΗ, η οποία ιδρύθηκε στη δεκαετία του ΄50 ως συνέχεια της αγγλικής Ρower, ήταν ένας δημόσιος οργανισμός ως την αυγή του 21ου αιώνα. Στο διάστημα αυτό επιτέλεσε το μέγιστο έργο του εξηλεκτρισμού της χώρας, λειτουργώντας πάντως ως «χαϊδεμένο παιδί» του ελληνικού Δημοσίου και της εκάστοτε κυβέρνησης. Υψηλές αμοιβές, υψηλές συντάξεις, άριστες εργασιακές συνθήκες (με εξαίρεση, φυσικά, τα λιγνιτωρυχεία) με σχετικά ολιγόωρη εργασία για τους παλαιότερους των υπαλλήλων, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη επιπέδου, εφάπαξ αποζημιώσεις «άπιαστες» για τους υπόλοιπους υπαλλήλους του Δημοσίου.

Το κοινωνικό έργο που επιτελούσε «σκέπαζε» τις σημαντικές κοινωνικές απολαβές που είχαν όχι μόνο τα στελέχη αλλά ως και οι απλοί καταμετρητές της επιχείρησης, σε σχέση και σε σύγκριση βέβαια πάντοτε με τις αμοιβές του «στενού δημοσίου τομέα». Το 2001 η εταιρεία εισήχθη στο Χρηματιστήριο αφού προηγουμένως μετεξελίχθηκε σε ΑΕ. Στην αρχή, όταν η διοίκηση Παπούλια- Νέζη συσσώρευε κέρδη για τη ΔΕΗ, όλα πήγαιναν καλά. Οι αλλεπάλληλες μετοχοποιήσεις απέφεραν σημαντικά έσοδα στον βασικό μέτοχο που ήταν και παραμένει το Δημόσιο, οι επενδύσεις προχωρούσαν κανονικά, η ΔΕΗ έκανε τους «φωτεινούς Ολυμπιακούς του 2004» κατά παραδοχή του Ζακ Ρογκ και η κατάσταση έμοιαζε ρόδινη. Την εποχή των «παχιών αγελάδων» (2002-2004) είναι χαρακτηριστικό ότι οι ξένοι θεσμικοί κατείχαν σχεδόν το 30% των μετοχών της ΔΕΗ. Ο μεγαλύτερος θεσμικός στον κόσμο, η αμερικανική Fidelity, έφθασε στο σημείο να έχει πάνω από το 6% της ΔΕΗ με πρόθεση αύξησης του ποσοστού της, διαβλέποντας τις προοπτικές και την κερδοφορία της επιχείρησης.

Αλλάζουν όμως οι καιροί: από το 2005 και μετά τα κέρδη άρχισαν να εξανεμίζονται, οι επενδύσεις βραδυπορούσαν απελπιστικά, τα δυναμικά στελέχη της περιόδου 2001-2004 άρχισαν να παραιτούνται ή να συνταξιοδοτούνται.

Από τα μέσα του 2005 και μετά οι ξένοι αποσύρθηκαν σταδιακά και αγόρασαν ξανά στα μέσα του 2007, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη από τη μετοχή η οποία από τα 16 ευρώ σκαρφάλωσε στα 36 ευρώ. Ωστόσο τα λειτουργικά προβλήματα παρέμειναν. Τα προβλήματα έφεραν γκρίνια, ώσπου σήμερα, εν έτει 2008, η ΔΕΗ έχει δύο τεράστια ανοικτά μέτωπα: την περιβόητη συμφωνία με την RWΕ και το Ασφαλιστικό, αφού η υπουργός Απασχόλησης κυρία Φάνη Πάλλη-Πετραλιά ανακοίνωσε στους συνδικαλιστές ότι ο ΟΑΠ-ΔΕΗ θα απορροφηθεί πλέον από το ΙΚΑ, προκαλώντας τη σφοδρή αντίδρασή τους και την εξαγγελία τετραήμερης απεργίας από Δευτέρα. «Κοινή γαρ η τύχη και το μέλλον αόρατον» έλεγε ο Δημοσθένης και η ρήση τους ταιριάζει γάντι στη ΔΕΗ.