ΤΟ ΥΛΙΚΟ είναι ψαμμόλιθος και η χρονολόγηση το τοποθετεί στον 8ο-7ο αιώνα π.Χ. Το σχήμα και η μορφή του αντικειμένου όμως δεν είναι ελληνικά. Και ας αποκαλύφθηκε μέσα σε ένα ελληνικό νεκροταφείο, αυτό της αρχαίας Ελεύθερνας στην Κρήτη, μιας από τις σημαντικότερες πόλεις του νησιού σε όλη την αρχαιότητα. Στο κέντρο αυτού του νεκροταφείου, το πλέον σημαντικό εύρημα του καλοκαιριού, ένα φοινικικό σύμβολο, ήρθε ξαφνικά για να ταράξει την ηρεμία της προγραμματισμένης ανασκαφής και να θέσει προβλήματα προς επίλυση στην Ιστορία. Ποια θέση μπορεί να έχει ένα σύμβολο των Φοινίκων πάνω σε τάφο ο οποίος βρίσκεται σε νεκροταφείο Κρητών; Το ερώτημα απαιτεί μια απάντηση και το γενονός μια ερμηνεία. Υπήρχαν Φοίνικες εγκατεστημένοι στην Κρήτη;


«Με αυτό το εύρημα έχουμε για πρώτη φορά ένα στοιχείο που μας αποδεικνύει ότι άνθρωποι αυτής της καταγωγής έζησαν και τάφηκαν στην Κρήτη» λέει ο καθηγητής και ανασκαφέας της αρχαίας Ελεύθερνας κ. Νίκος Σταμπολίδης, ο οποίος τον περασμένο Αύγουστο αποκάλυψε το φοινικικό cippus, όπως αποκαλείται το σύμβολο. Πρόκειται για την αφηρημένη μορφή ενός τανιτικού συμβόλου (της χθόνιας θεότητας Τανίτ), το οποίο, όπως διευκρινίζει ο κ. Σταμπολίδης, δεν υπάρχει παρά μόνο σε νεκροταφεία των Φοινίκων, στον τόπο τους ή στις αποικίες τους.


Το cippus εντοπίστηκε σε στρώμα καταστροφής του 8ου-7ου αιώνα π.Χ., δίπλα σε ένα παραλληλόγραμμο κτίριο, διμερές, όπου τα κατάλοιπα αγγείων καθώς και οι τεφροδόχοι (αγγεία ανακομιδής) που βρέθηκαν μιλούν για τον τόπο ενταφίασης των νεκρών τους. «Είναι η πρώτη φορά που ένα cippus αυτής της εποχής βρίσκεται in situ μέσα στο χρονολογημένο και κατεστραμμένο πλαίσιό του» λέει ο κ. Σταμπολίδης, τονίζοντας τη μοναδικότητα του ευρήματος, καθώς για τα ελάχιστα άλλα τα οποία έχουν εντοπισθεί στην Κρήτη, στην Κύπρο και στη Συροπαλαιστίνη ουδείς γνωρίζει τις συνθήκες ανεύρεσής τους. Και όσο για εκείνα τα οποία υπάρχουν στην καρχηδονιακή περιοχή, είναι όλα τους κατά πολύ, τρεις-τέσσερις αιώνες, μεταγενέστερα.


Δεκαέξι χρόνια πριν, το 1985, ο κ. Σταμπολίδης είχε βρεθεί μπροστά σε ένα ακόμη φοινικικό σύμβολο, το οποίο όμως ήταν του 7ου αιώνα π.Χ., στην ίδια περίπου θέση, αλλά στην επιφάνεια του εδάφους, γεγονός που δεν επέτρεπε τη διατύπωση μιας σαφούς θεωρίας. Κατασκευασμένο από ντόπια, ασβεστολιθική πέτρα και ενσωματωμένο σε μια ξερολιθιά από αυτές που φτιάχνουν οι αγρότες στην Κρήτη για τις καλλιέργειές τους είναι ολοφάνερα όμοιο με το νέο εύρημα, αν και όχι σε όλες του τις λεπτομέρειες. Η ιδιαιτερότητά του ωστόσο ήταν αυτή που αποτέλεσε για τον καθηγητή την αφορμή για την έναρξη της ανασκαφής στην Ελεύθερνα.


Σε εκατοντάδες στρέμματα εκτείνεται ο αρχαιολογικός χώρος της Ελεύθερνας, το νεκροταφείο της οποίας ανασκάπτει ο κ. Σταμπολίδης, επικεφαλής ομάδας του Πανεπιστημίου Κρήτης, φέρνοντας στο φως σημαντικότατα ευρήματα ­ από χρυσό, άργυρο, χαλκό και σίδηρο, από ελεφαντόδοντο, φαγεντιανή και γυαλί ­ πολύτιμα εκτός των άλλων για τις πληροφορίες που δίνουν. Στις υπώρειες του Ψηλορείτη, με υψόμετρο 400 μ. και σε απόσταση 25 χλμ. από το Ρέθυμνο, η Ελεύθερνα υπήρξε, όπως αποδεικνύεται, η πόλη στην οποία ανέτειλε η μεταμινωική εποχή στην Κρήτη, η εποχή με το αμάλγαμα των δωρικών, των μινωικών και των μυκηναϊκών στοιχείων. Και ποιος ξέρει ίσως και πόσων άλλων.


Γιατί παρέκκλιση των ελληνικών εθίμων διαπιστώνεται και με την ανεύρεση μιας ασπίδας πάνω σε έναν άλλο τάφο ­ οι Ελληνες ανέθεταν ασπίδες μόνο στα ιερά ­, πόσο μάλλον που η συγκεκριμένη χαρακτηρίζεται για την ανατολίτικη τεχνοτροπία της. Πρόκειται για ένα αντικείμενο σαφώς χρονολογημένο μεταξύ του 830 π.Χ. και του 730 π.Χ., όπως αποδεικνύουν τα συνευρήματα από τον τάφο. Και όπως επισημαίνει ο κ. Σταμπολίδης, δεν είναι καθόλου τυχαίο εύρημα, αφού «αν δεν έχει εισαχθεί από την Ανατολή, τότε θα πρέπει να έχει κατασκευασθεί επί τόπου, αλλά από τα χέρια ανθρώπων που ήταν Ανατολίτες». Μια υπόθεση που λύνει και το πρόβλημα της ανάπτυξης της μεταλλοτεχνίας για την Κρήτη, καθώς η παρουσία μεταλλοτεχνιτών από την Ανατολή ­ οι Φοίνικες ασχολούνταν ήδη από την προϊστορία με τη μεταλλοτεχνία ­ διαφαινόταν μεν ως τώρα από τα υπάρχοντα στοιχεία, χωρίς ωστόσο να μπορεί να αποδειχθεί.


Η υπόθεση ότι άνθρωποι φοινικικής καταγωγής έζησαν και τάφηκαν στην Κρήτη ενισχύεται κατόπιν αυτών, κατά τον κ. Σταμπολίδη, ο οποίος επισημαίνει και τη σύμπτωση της εποχής κατά την οποία όλα αυτά συμβαίνουν. «Ανάμεσα στον 9ο και στον 7ο αιώνα π.Χ.» λέει «αρκετοί πληθυσμοί της Συροπαλαιστίνης, μετά τις καταστροφές που επέφεραν σε αυτούς οι Ασσύριοι, μετανάστευσαν κατά κύματα, ιδρύοντας αποικίες πρώτα στην Κύπρο και μετά στην Καρχηδόνα. Θα μπορούσε να είχε αγνοηθεί η Κρήτη;».


Συνέδριο και έκθεση


Τι μπορεί να επέφερε όμως η φοινικική εγκατάσταση στην Κρήτη; «Ο ανατολίζων ρυθμός στην τέχνη, ο οποίος αναπτύχθηκε στην Ελλάδα μεταξύ 700 π.Χ. και 620 π.Χ., θα αρχίσει στην Κρήτη έναν αιώνα νωρίτερα, από το 840 π.Χ. Ο λεγόμενος έτσι πρωτογεωμετρικός Β’ ρυθμός της Κρήτης είναι αποδεικτικό της ύπαρξης επαφών του νησιού με την Ανατολή και της ώσμωσης των στοιχείων τους» απαντά ο κ. Σταμπολίδης.


Αν η διατήρηση των ταφικών εθίμων, ξένων προς το αυτόχθονο στοιχείο, αποτελεί την πρώτη ένδειξη του ενταφιασμού ατόμων φοινικικής προέλευσης στο νεκροταφείο της Ελεύθερνας, γεγονός που ενισχύεται από την ανεύρεση του cippus, η εξέταση του DNA των νεκρών θα μπορούσε να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση, αν και δεν είναι βέβαιο ότι τα καμένα οστά μπορεί να προσφέρουν απόλυτη απόδειξη.


Ηδη πάντως ο καθηγητής Ανθρωπολογίας και Παλαιοπαθολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης κ. Νότης Αγγελαράκης, ο οποίος είναι παρών με την ομάδα του κάθε καλοκαίρι τα τελευταία οκτώ χρόνια στην ανασκαφή της Ελεύθερνας, μελετά το ανασκαμμένο υλικό.


Αλλωστε πρόκειται για έναν μοναδικό αρχαιολογικό χώρο, ο οποίος έχει δώσει για την εποχή του 9ου, του 8ου και 7ου αιώνα π.Χ. ευρήματα με τα οποία, εκτός των άλλων, διαπιστώνεται αμέσως η σχέση με την Κύπρο, τη Συρία και την Αίγυπτο, αποτυπώνοντας έτσι γλαφυρά τους σταθμούς των Ελλήνων. Ανάμεσά τους δέκα γυάλινες φιάλες, τύπου Γορδίου, όμοιες με αυτές που βρέθηκαν στον τάφο του Μίδα, αποτελούν το εντυπωσιακό στοιχείο αυτής της σύνδεσης και επικοινωνίας των λαών, το ίδιο που επιτυγχάνει και το πλήθος των άλλων, ελεφαντοστέινων, χρυσών, ασημένιων, πήλινων αντικειμένων. Στα ευρήματα του εφετινού καλοκαιριού συγκαταλέγεται όμως η αποκάλυψη στον τεράστιο τύμβο με τις ταφές και ενός τάφου με δύο νεκρούς, οι οποίοι βρέθηκαν ο ένας δίπλα στον άλλο, με τη μεγάλη πόρπη από σίδηρο, χαλκό και ελεφαντοστούν να έχει γλιστρήσει από τον ώμο της γυναίκας.


Ολα αυτά πάντως πρόκειται να ανακοινωθούν στο διεθνές συνέδριο με τίτλο «Σχέσεις λαών στη Μεσόγειο. 1600-600 π.Χ.» που διοργανώνεται για το 2002 και στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και το Πανεπιστήμιο Κρήτης, προαναγγέλλοντας τη μεγάλη έκθεση «Πλόες». Ως τότε ελπίζεται ότι θα έχει κατασκευαστεί και το στέγαστρο για το ένα στρέμμα της ανασκαφής στην Ελεύθερνα, το οποίο θα μετατρέψει τον χώρο σε υπαίθριο μουσείο. Τα σχέδια του στεγάστρου από τον αρχιτέκτονα κ. Δημήτρη Κουτσογιάννη είναι έτοιμα και εγκεκριμένα, όπως επίσης ο προϋπολογισμός του έργου των 800 εκατ. δρχ. και η ένταξή του από το υπουργείο Οικονομικών στο Γ’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Ολοι όμως αναμένουν την υλοποίηση των αποφάσεων.