«ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ στη Λένορμαν για φωτογράφηση» είναι η συνηθισμένη απάντηση που εδώ και αρκετά χρόνια λαμβάνει όποιος αναγνώστης αναζητεί παλαιά φύλλα εφημερίδων από τις αρμόδιες βιβλιοθήκες (Εθνική, Μπενάκειο και αυτή της Βουλής). Η δυσκολία να βρει και να διαβάσει κανείς παλαιά φύλλα (και όχι απαραιτήτως του περασμένου αιώνα αλλά ακόμη και της περασμένης εικοσαετίας) είναι γνωστή: ελάχιστους, δυο – τρεις το πολύ, τόμους μπορεί να δει κανείς κάθε φορά όταν πρόκειται για δεμένα σώματα εφημερίδων. Και όταν πρόκειται για μικροφίλμ, τότε καλείσαι να αντιμετωπίσεις τα χαλασμένα μηχανήματα, τα εξαρτήματα που δεν έχουν έρθει από τον προμηθευτή, τις καμένες λάμπες στις οθόνες, τους σπασμένους μοχλούς κλπ. κλπ. που ως επιχειρήματα δεν είναι επαρκή είτε απευθύνονται προς αναγνώστη που διαθέτει όλο τον χρόνο μπροστά του είτε προς άλλον που βιάζεται και υποχρεούται να ολοκληρώσει την έρευνά του στον συντομότερο δυνατόν χρόνο.


Αν η Bibliotheque Nationale και η British Library χρειάστηκαν περί την δεκαπενταετία για να μεταφερθούν και να αναπτυχθούν, άλλα τόσα χρόνια χρειάστηκε και το Τμήμα Μικροφωτογράφησης των εφημερίδων και λοιπών εκδόσεων που υπάγεται στη Βιβλιοθήκη της Βουλής. Οχι μόνο τα μεγέθη είναι ανόμοια και άνισα αλλά επιπλέον οι δύο μεγάλες ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες ολοκλήρωσαν τη μεταστέγασή τους σε αυτό το διάστημα της δεκαπενταετίας ενώ αντιθέτως το Τμήμα Μικροφωτογράφησης (που συγκρινόμενο με τις δύο βιβλιοθήκες αποτελεί κόκκο υποτμήματός τους) βρίσκεται ακόμη σε στάδιο αρχικό αλλά μάλλον και πρωτόγονο.


Στο εξαιρετικό ­ πλην όμως ημιεγκαταλειμμένο ­ κτίριο του παλαιού καπνεργοστασίου της οδού Λένορμαν στεγάζεται το αρμόδιο τμήμα της φωτογράφησης και, καθώς υποδεικνύει και ο πίνακας που έχει αναρτηθεί στην είσοδο του πρώτου ορόφου, προβλέπονται εφημεριδοστάσια, πέραν του ενός, εργαστήρια για φωτογράφηση, εργαστήρια για συντήρηση, εργαστήρια για βιβλιοδεσία, εμφανιστήρια και πολλά άλλα.


Η φωτογράφηση απαγορεύεται αυστηρώς, σαν να πρόκειται για στρατιωτική περιοχή μεγάλης προστασίας, απαγόρευση που δεν ισχύει μόνο για τον πρώτο όροφο, όπου βρίσκονται οι εφημερίδες και φωτογραφούνται, αλλά και για το ισόγειο, όπου εδρεύει το τυπογραφείο της Βουλής. Νέες εγκαταστάσεις, νέα εργαστήρια, νέα τεχνολογία. Προφανώς καθείς θα φαντάζεται ένα χώρο που θα σφύζει από δουλειά, πλήρως μηχανοργανωμένο, όπου ανά πάσα στιγμή ο διευθυντής του αλλά και οι αρμόδιοι υπάλληλοι θα γνωρίζουν τι βρίσκεται πάνω στους πάγκους της φωτογράφησης, ποια φύλλα έχουν ολοκληρωθεί, ποια είναι τα πλήρη σώματα εφημερίδων. Πλάνη μεγάλη. Ο διευθυντής της υπηρεσίας, με θητεία μόλις δίμηνη στο εν λόγω τμήμα και προϋπηρεσία στο Τμήμα Αυτοκινήτων(!) του Κοινοβουλίου, βρίσκεται σε ένα γραφείο διευθετημένο κατά τα πρότυπα δημόσιας υπηρεσίας της δεκαετίας του ’50, με στοίβες από χειρόγραφες κόλλες αναφοράς απλωμένες στο γραφείο του. Οι πληροφορίες που ο ίδιος μπορούσε να δώσει ήσαν ελάχιστες, αντιστρόφως ανάλογες προς τις προσδοκίες του για την εύρυθμη λειτουργία του τμήματος και προς τις διαβεβαιώσεις του πόσο όλοι εκεί αγαπούν και φροντίζουν τα βιβλία.


Στους υπόλοιπους χώρους επικρατούσε περίπου ερημιά και ας ήταν πρωινή ώρα: ένας μόνον τεχνικός ήλεγχε φύλλο εφημερίδας πρόσφατης ημερομηνίας ώστε μετά να αρχίσει τη φωτογράφησή του· για εργαστήρια συντήρησης και βιβλιοδεσίας ούτε λόγος να γίνεται.


Από τα κατάστιχα της Βιβλιοθήκης της Βουλής (η προϊσταμένη αρχή του Τμήματος Μικροφωτογράφησης) μπορεί μόνο να πληροφορηθεί κανείς τα στοιχεία που χρειάζεται: στα 15 λοιπόν χρόνια της λειτουργίας του τμήματος έχει φωτογραφηθεί περίπου το 30% των εφημερίδων που ανήκει στη Βιβλιοθήκη της Βουλής. Οι ολόκληρες σειρές που βρίσκονται πλέον σε μικροφίλμ είναι πολλές: Αθηνά 1832-1864, Αιών 1838-1891, Αλήθεια 1865-1880, Διάπλασις των παίδων 1879-1947, πολύτιμα αρχεία, όπως του Ειρηνοδικείου Ανδρίτσαινας, 1834-1851, ή τα αρχεία του Ρωσικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Κωνσταντινούπολης, η Ελεύθερη Ελλάδα του ’44-’47, ο Ριζοσπάστης της ίδιας περιόδου, η Εφημερίδα των Κυριών 1887-1917, Νεολόγος 1871-1892, Κλειώ 1861-1883 κ.ά.