Μπορεί η αγορά των αμοιβαίων κεφαλαίων να έχει σταματήσει να αναπτύσσεται από την αρχή του έτους με τους υψηλούς ρυθμούς του πρόσφατου παρελθόντος, ωστόσο ο αριθμός των αμοιβαίων συνεχώς αυξάνεται διευρύνοντας έτσι το φάσμα των επιλογών των επενδυτών. Η δημιουργία νέων, κυρίως εξειδικευμένων, μετοχικών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού αλλά και αμοιβαίων που επενδύουν σε αγορές του εξωτερικού είναι το κύριο χαρακτηριστικό της αγοράς για το 2000. Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχισθεί και κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, καθώς η αναζήτηση εκ μέρους των επενδυτών αποδόσεων υψηλότερων από αυτές των καταθετικών τραπεζικών λογαριασμών που συνεχώς θα συρρικνώνονται θα τους οδηγήσει στην επαγγελματική διαχείριση που προσφέρουν αυτού του είδους οι συλλογικές επενδύσεις. Πάντως όσον αφορά τις αποδόσεις των αμοιβαίων κεφαλαίων, και ειδικότερα των μετοχικών, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2000 είναι πενιχρές αν όχι αρνητικές.
Συνολικά από την αρχή του έτους έχουν δημιουργηθεί και διατίθενται στην αγορά 34 νέα αμοιβαία κεφάλαια. Από αυτά 15 ανήκουν στην κατηγορία των μετοχικών εσωτερικού, οκτώ σε αυτή των μετοχικών εξωτερικού, τρία στα διεθνή μετοχικά, τρία στα μεικτά εσωτερικού, δύο στα διεθνή μεικτά, δύο στα διαχείρισης διαθεσίμων εσωτερικού και ένα στα διεθνή ομολογιακά.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία που επεξεργάζεται η εταιρεία Alpha Trust ΑΕΠΕΥ, το συνολικό ενεργητικό της αγοράς διαμορφώνεται περί τα 11,6 τρισ. δρχ. και εμφανίζεται ελαφρώς μειωμένο σε σχέση με την αρχή του έτους, που ήταν ύψους 12 τρισ. δρχ. Και στα επίπεδα αυτά, δηλαδή μεταξύ 11,5 τρισ. δρχ. και 12 τρισ. δρχ., κυμαίνεται το συνολικό ενεργητικό από την αρχή του έτους.
Οσον αφορά τη σύνθεση της αγοράς, σημαντική είναι η μείωση του μεριδίου των μετοχικών αμοιβαίων κεφαλαίων κυρίως λόγω της μείωσης του ενεργητικού τους και εξαιτίας της πτώσης του Χρηματιστηρίου από την αρχή του έτους και η παράλληλα άνοδος του ενεργητικού των αμοιβαίων διαχείρισης διαθεσίμων. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, τα υπό διαχείριση κεφαλαία της κατηγορίας των διαχείρισης διαθεσίμων ανέρχονται σε 5,15 τρισ. δρχ. και το μερίδιο αγοράς της στο 44,10%. Στα μετοχικά αμοιβαία εσωτερικού το ενεργητικό της κατηγορίας ανέρχεται σε περίπου 3,60 τρισ. δρχ. και το μερίδιο αγοράς της διαμορφώνεται περί το 31,1%.
Πάντως παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο η σύνθεση της ελληνικής αγοράς των αμοιβαίων κεφαλαίων θα βρίσκεται πιο κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στον οποίο τα μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια κατέχουν μερίδιο της τάξεως του 40%. Οι ίδιες πηγές κάνουν λόγο για αύξηση του συνολικού ενεργητικού των αμοιβαίων το ίδιο χρονικό διάστημα, καθώς, όπως αναφέρουν, το συνολικό ενεργητικό της αγοράς ως ποσοστό του ΑΕΠ υπολείπεται κατά πολύ του αντίστοιχου ευρωπαϊκού μέσου όρου και αναμένεται να κινηθεί πιο κοντά σε αυτόν.
Με δεδομένη μάλιστα τη διαμόρφωση των καταθετικώv επιτoκίωv περί το 3,5%-4% στο τέλος του 2000 και ως εκ τούτου τη στροφή των επενδυτών σε προϊόντα με υψηλότερο ρίσκο που απαιτούν επαγγελματική διαχείριση, τα αμοιβαία κεφάλαια εκτιμάται ότι θα προσελκύσουν νέα κεφάλαια.
Οσον αφορά τις αποδόσεις των επί μέρους κατηγοριών από την αρχή του έτους, τα μετοχικά αμοιβαία προσφέρουν τις υψηλότερες αλλά… και τις χαμηλότερες αποδόσεις. Συγκεκριμένα, την υψηλότερη μέση απόδοση, η οποία ανέρχεται σε περίπου 7,9%, εμφανίζει η κατηγορία των μετοχικών αμοιβαίων εξωτερικού, τα οποία επενδύουν τουλάχιστον το 65% του ενεργητικού τους στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές.
Αντιθέτως, τις χαμηλότερες αποδόσεις εμφανίζει η κατηγορία των μετοχικών εσωτερικού, η μέση απόδοση της οποίας είναι αρνητική και συγκεκριμένα -25,3%. Αρνητική είναι και η μέση απόδοση της κατηγορίας των διεθνών μετοχικών αμοιβαίων, τα οποία επενδύουν σε μετοχές ξένων εταιρειών ως το 65% του ενεργητικού τους. Η απόδοση της κατηγορίας αυτής είναι -2%.
Με τη συμπλήρωση του πρώτου εξαμήνου η μέση απόδοση των αμοιβαίων διαχείρισης διαθεσίμων εσωτερικού, η οποία συγκεντρώνει την προτίμηση των επενδυτών, διαμορφώνεται λίγο κάτω από το 4% σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο αν ληφθεί υπόψη η μείωση των καταθετικών επιτοκίων κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους. Σε υψηλά επίπεδα ανέρχεται η μέση απόδοση των διεθνών ομολογιακών αμοιβαίων, η οποία διαμορφώνεται σε 7,5% περίπου. Αντιθέτως αρνητική είναι η μέση απόδοση των μεικτών εσωτερικού, η οποία ανέρχεται σε περίπου -12,4%.