Εγώ ως βουλευτής, ο κ. Κλίντον και τα γελοία λαϊκά δικαστήρια
Ο παλιός καλός Παναγιώτης Φασούλας. Γράψτε λάθος: ο κύριος Παναγιώτης Φασούλας, καθ’ ότι από τη στιγμή που αποφάσισε να βγάλει το σορτσάκι, το οποίο τον έκανε να παλιμπαιδίζει, ναι μεν απώλεσε την… αθωότητά του αλλά βρήκε το κυριλίκι του. Και μαζί (βρήκε) μερικές ελεύθερες ώρες, που τόσο πολύ τις αποζητούσε σε αυτό το άχαρο δρομολόγιο από το σπίτι στο γήπεδο, από το γήπεδο στο ξενοδοχείο, από το ξενοδοχείο στο αεροδρόμιο και τούμπαλιν, δρομολόγιο το οποίο σε πείσμα όλων όσοι μυθοποίησαν την δίκην οφθαλμαπάτης ραθυμία του διήρκεσε 19 συναπτά έτη. «Ενώ τώρα μπορώ να πάρω τα… γυναικόπαιδα και να πάω για ένα τριήμερο στην ορεινή Αρκαδία ή να πιω καφέ με κάποιον φίλο και να πούμε καμιά σαχλαμάρα» περιγράφει την κοσμογονική αλλαγή που συντελέστηκε στη ζωή του από τις 29 του περασμένου Ιουλίου, όταν «τα φαιά φορών» (όπως θα έλεγε και ο Κωνσταντίνος Καβάφης) και «πλήρης ημερών» (όπως φρόντισε να διευκρινίσει ο ίδιος για να μη δώσει σε κανέναν για την ακρίβεια, σε κανέναν Ιβκοβιτς ή Ιωαννίδη το δικαίωμα να υπερηφανευθεί ότι «έκοψα το μπάσκετ στον Φασούλα») κατέβασε μονομιάς την άμμο στο κάτω μέρος της κλεψύδρας του…
Από την ανακοίνωση της αποχώρησης του Παναγιώτη Φασούλα από την ενεργό δράση, στα τέλη του περασμένου Ιουλίου, δεν κύλησε πολύ νερό κάτω από τη γέφυρα αλλά, ακόμη και αν κυλούσε, προφανώς δεν θα ευνούχιζε τον έλλογο, χαρισματικό ως συνομιλητή και εξοπλισμένο πάντα με χιούμορ και ως εκ τούτου περιζήτητο σε δημόσιες ακροάσεις βετεράνο του μπάσκετ. Ούτε θα αποστερούσε την προθυμία του να μιλήσει επί παντός του επιστητού, καταρρίπτοντας με την επιχειρηματολογία του τη μομφή του «ξερόλα», αλλά όχι και τις τύψεις συνειδήσεως που αισθάνεται μερικές φορές επειδή τον πιάνουν… κορόιδο και τον ρωτούν ό,τι θα ήθελαν να μάθουν όχι από έναν αθλητή αλλά από έναν πρωθυπουργό, έναν λογοτέχνη, έναν οικονομολόγο, έναν ιερωμένο, ακόμη και ένα μέντιουμ! Ιδού η πιο χειροπιαστή απόδειξη!
Λοιπόν, Παναγιώτη, τι θα έλεγες προς τον πρόεδρο Κλίντον, εφόσον μπορούσες να τον συναντήσεις κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα; Θα ξυπνούσε άραγε μέσα σου ο παλιός κομμουνιστής;
«Το θέμα δεν είναι τι έχω να πω εγώ στον Μπιλ Κλίντον, αλλά όλος αυτός ο όψιμος και με λανθασμένη έκφραση αντιαμερικανισμός, που εκδηλώθηκε τις τελευταίες ημέρες στην Ελλάδα. Οι ΗΠΑ είναι μια υπερδύναμη, ο παντοκράτορας του κόσμου που θεωρεί καθήκον του να κάνει ωμές παρεμβάσεις στα εσωτερικά όλων των άλλων χωρών και αυτό ασφαλώς δεν το επικροτώ, άλλωστε ανέκαθεν ήμουν αντίθετος με τον ιμπεριαλισμό κάθε μορφής. Ωστόσο πιστεύω ότι ο θεσμός του προέδρου μιας χώρας θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό και μπορεί οι Αμερικανοί να είναι ένας περίεργος και ευφάνταστος λαός, που ανέδειξε ήρωες κάτι τύπους που είδαν τον πόλεμο στον Κόλπο από την τηλεόραση ή δημιούργησε πλαστικούς ήρωες στον κινηματογράφο, τύπου Ράμπο και Ρόκι, αλλά ουδέποτε ήταν εχθρικός προς την Ελλάδα».
Δεν συμφωνείς λοιπόν με το λαϊκό δικαστήριο της πλατείας Συντάγματος…
«Τα λαϊκά δικαστήρια, κατά την άποψη μου, δεν είναι απλώς γραφικά αλλά και γελοία! Τέτοιες παρωδίες δικαστηρίων παραπέμπουν στον εμφύλιο πόλεμο και σε γενικότερα παρακμιακά φαινόμενα και προσωπικά, χωρίς να κάνω τον συνήγορο του Κλίντον ή των Αμερικανών, αρνούμαι να υποταχθώ στη λογική του διλήμματος “άσπρο ή μαύρο”. Υπάρχουν και άλλα χρώματα, άλλωστε η καλύτερη αντίδραση του ελληνικού λαού στην άφιξη Κλίντον θα ήταν η υποδοχή που επιφυλάχθηκε στους Γερμανούς όταν μπήκαν στην Αθήνα. Ας κλείσουμε τις πόρτες και τα παράθυρα και να μη βγει ψυχή στους δρόμους…».
Τελικά, απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι, είσαι ένα βήμα προτού… εκτεθείς; Ως υποψήφιος βουλευτής εννοώ, καθώς κυκλοφορεί ευρέως ότι έχεις ήδη δεχθεί κρούσεις από τον χώρο του ΠαΣοΚ.
«Δεν κρύβω ότι αυτό το θέμα με απασχολεί σοβαρά. Είμαι πολιτικοποιημένος από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου και γι’ αυτό ουδείς μπορεί να με κατηγορήσει ως… αλεξιπτωτιστή. Με τιμά το γεγονός ότι με σκέπτονται στον πολιτικό χώρο, αλλά ειλικρινά αυτή τη στιγμή δεν ξέρω πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Εχω περάσει προ πολλού από τη φάση των ακροτήτων και των παρωπίδων και απεχθάνομαι την τακτική τού να μη θέλω να τα χαλάσω με κάποιον, αλλά δυστυχώς ζούμε στη χώρα της ταμπέλας…».
Πριν από δέκα χρόνια, σε μια άλλη συζήτησή μας, είχες πει ότι ο τελευταίος βουλευτής είναι η 300ή φωτοτυπία του αρχηγού του, υπό την έννοια ότι όλοι προσδένονται στο κομματικό άρμα και δεν αναπτύσσουν πρωτοβουλίες…
«Οχι όλοι, αλλά πολλοί άγονται και φέρονται».
Τελικώς θα εκτεθείς ή όχι;
«Δεν αισθάνομαι απολύτως έτοιμος αυτή τη στιγμή. Θα με ενδιέφερε κάτι πιο υπερεθνικό».
Οπως η υπόθεση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004;
« Ισως. Εχω συζητήσει γι’ αυτό το θέμα…».
Βεβαίως πολύ πιο επικερδές θα ήταν να ασχοληθείς με το Χρηματιστήριο, αν δεν το έχεις ήδη πράξει…
«Ξέρεις εσύ κανέναν Ελληνα που δεν παίζει στο Χρηματιστήριο; Είμαι εντός, αλλά δεν έχω φτάσει στα άκρα, στην αρρώστια του τζόγου. Δεν κλείνομαι στο σπίτι μου κάθε πρωί για να μαθαίνω από την τηλεόραση ή από τον υπολογιστή μου την κίνηση των μετοχών· και επειδή έχουν κυκλοφορήσει και διάφορα σενάρια περί ανάμειξής μου σε χρηματιστηριακή εταιρεία, θέλω να διευκρινίσω ότι ούτε ασχολούμαι αλλά ούτε και με ενδιαφέρει μια τέτοια δραστηριότητα…».
Αλήθεια, μια και το έφερε η κουβέντα για το χρήμα, τι δώρο έκανες στον εαυτό σου για την αποχώρησή σου από τα γήπεδα;
«Μα την αποχώρησή μου φυσικά. Πέρα από την πλάκα, το μοναδικό είδος πολυτελείας που έχω απολαύσει είναι το σκάφος. Αλλοι κάνουν τους μισοκακόμοιρους και για να μην προκαλούν τάχα την κοινή γνώμη παρκάρουν τη Μερτσέντες τους και κυκλοφορούν με λεωφορείο…».
Να συνεχίσουμε με πιο πεζά πράγματα. Ποιο είναι το τελευταίο βιβλίο που διάβασες και ποιο μήνυμα εξέπεμψε;
«Σε αυτή την ερώτηση πάνω από τους μισούς Ελληνες απαντούν τον “Αλχημιστή” και οι άλλοι μισοί το “Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα”! Μιλάμε για πολύ κλισέ! Εν πάση περιπτώσει, αυτή την εποχή διαβάζω ένα βιβλίο με την ιστορία των Βαλκανίων και μόλις τελείωσα ένα βιβλίο που με ταλαιπώρησε πολύ, διότι αναγκάστηκα να διαβάζω δύο φορές την κάθε σελίδα του. Είναι το “Χρονικό του χρόνου” του Χόκινγκ, που με βύθισε σε έναν κυκεώνα σκέψεων. Η λογική του για τον χρόνο και το άπειρο είναι εντελώς έξω από το μυαλό μου, αλλά είτε συμφωνείς είτε διαφωνείς μαζί του δεν μπορείς να μην υποκλιθείς στη σοφία του και κυρίως στη δύναμη της ανθρώπινης θέλησης, της οποίας αποτελεί ζωντανό παράδειγμα. Στην Ελλάδα θα τον είχαμε παραπεταμένο σε κανένα ίδρυμα…».
Με την ευκαιρία του ταξιδιού στον χρόνο, πού θα περάσεις το Millennium;
«Μπελά δεν είχαμε και μπελά βρήκαμε. Η Πρωτοχρονιά είναι μια οικογενειακή γιορτή και θα την περάσω στο σπίτι μου με τους δικούς μου ανθρώπους. Δεν βρίσκω τον λόγο γιατί πρέπει να τρέχω στο “Μπόρα Μπόρα”, άσε που φοβάμαι το Millennium back και δεν θα ταξίδευα εκείνες τις ημέρες…».
Διάβασες την έρευνα του «Βήματος» για τα προβλήματα και τις προτεραιότητες της νεολαίας;
«Βεβαίως και εντυπωσιάσθηκα από τον προβληματισμό των παιδιών, κυρίως για το AIDS και τα ναρκωτικά. Αλλά πιο πολύ απ’ όλα ξέρεις τι μου έκανε εντύπωση; Οτι όλοι, μα όλοι θέλουν να σώσουν τον κόσμο. Είναι το ίδιο ιδανικό που είχα και εγώ στην εφηβεία μου, γι’ αυτό άλλωστε έγινα “κνίτης”! Πολύς κόσμος, οι απέξω, πιστεύουν ότι γράφεσαι σε μια νεολαία για να κάνεις το κομματικό παπαγαλάκι, αλλά σε διαβεβαιώ ότι τότε όλοι μας θέλαμε να σώσουμε τον κόσμο…».
Μέσα από τη διαρκή επανάσταση, το «Κεφάλαιο» του Μαρξ, τη θεωρία του Λένιν και τα οράματα του Τσε Γκεβάρα και του Φιντέλ Κάστρο έτσι; Αυτοί οι ίδιοι είναι ακόμη οι ήρωές σου ή άλλαξες πρότυπα;
«Και απαντά ο ματαιόδοξος: Ο ήρωάς μου είναι ο εαυτός μου! Πέρα από την πλάκα, όταν ήμαστε μικροί, συνεπαρμένοι από τη λάμψή τους και ανυποψίαστοι, γνωρίζαμε τους ήρωές μας μόνο από τη θετική πλευρά τους και δεν υπήρχε λόγος να τους αμφισβητήσουμε. Το ζητούμενο πλέον είναι να παραδεχθείς έναν άνθρωπο ο οποίος εννοεί και πράττει αυτό που δηλώνει, χωρίς να τον ενδιαφέρει το κόστος ή η αναγνώριση. Ο Τσε έλεγε ότι ο ήρωας είναι αυτός που ζει τόσο μόνος, ώστε δεν έχει πού να σβήσει το τσιγάρο του και με αυτή τη λογική με κάνουν να αηδιάζω διάφοροι τύποι που κομπάζουν επειδή, λέει, είναι γεννημένοι μάγκες. Για να τελειώνω με αυτή την εμβριθή φιλοσοφική ανάλυση, ο ιδανικός άνθρωπος βρίσκεται μέσα μας, αρκεί να τον ανακαλύψουμε».
Θα πήγαινες σήμερα, στις παρυφές του 2000, σε μια πολιτική διαδήλωση, τη στιγμή που τα πολιτικά συστήματα και κυρίως τα πολιτικά μηνύματα και η έλξη που κάποτε ασκούσαν ξεθωριάζουν ολοένα και περισσότερο;
«Θα υπάρξει μια σημαντική κοινωνική αλλαγή, απόρροια της οικονομικής πίεσης που υφίσταται ο κόσμος. Οι ανισότητες είναι τεράστιες σε όλη την γκάμα των αγαθών. Οσο για τη διαδήλωση, ναι, θα πήγαινα εφόσον υπήρχε συγκεκριμένο σκεπτικό και όχι για να σηκώσω πανό και να φωνάξω υπέρ του δικαιώματος για τη δουλειά, ας πούμε. Δηλαδή χρειάζεται να αγωνίζονται οι εργαζόμενοι για να εργασθούν;».
Απομένουν τα μεταφυσικά προβλήματα…
«Αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή και τα σχετικά; Σε πληροφορώ ότι πολύ περισσότερο με απασχολεί πώς θα επιβιώσει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα έτσι όπως λειτουργεί. Ποια θα είναι η αντίδραση της υπερπαραγωγής των τεχνολογικών αγαθών, όταν θα μειωθεί το καταναλωτικό ενδιαφέρον. Αυτό είναι δίκοπο μαχαίρι: ή θα αναδείξει μια υγιή σοσιαλιστική κοινωνία ή θα προκαλέσει την πλήρη κατάρρευση της οικονομίας, διότι για να πουλάς κάτι πρέπει να βρίσκεις αγοραστές».
Πιστεύεις στη μετά θάνατον ζωή τελικά;
«Πιστεύω ότι θα ήταν βλακεία να έρχεσαι στη ζωή μόνο για 60-70 χρόνια, οπότε βλέπω με καλό μάτι τη μετεμψύχωση!».
Σε αυτή τη μικρή ζωή που περνάει από μπροστά μας ή στη φάση της μετεμψύχωσης ποιο μάθημα που πήρες από το μπάσκετ είναι το χρησιμότερο;
«Η επιμονή στη στάση σου ως το τέλος. Ποτέ να μην τα παρατάς».
Τι φοβάσαι στην καθημερινή ζωή; Τι σε αναγκάζει να προσέχεις;
«Από τη στιγμή που απέκτησα οικογένεια αισθάνομαι πολύ πιο υπεύθυνος και εννοώ υπεύθυνος για άλλα δύο, προς το παρόν, άτομα. Φοβάμαι την ανικανότητα και οτιδήποτε οδηγεί σε αδιέξοδο».
Και ποιους ανθρώπους ζηλεύεις;
«Αυτούς που έχουν πιάσει το νόημα της ζωής και έχουν μια ομαλή και ήρεμη οικογενειακή ζωή. Η δική μου κοσμοθεωρία στηρίζεται στην άποψη ότι τα μικροπράγματα σε κάνουν ευτυχισμένο και τα μεγάλα απλώς συμπληρώνουν τη ζωή».
Αν μπορούσες να κλέψεις κάτι από κάποιον μεγάλο, από ποιον και τι θα ήταν αυτό;
«Θα έκλεβα τη ρητορική ικανότητα και τον τρόπο με τον οποίο συνέπαιρναν το πλήθος μερικοί χαρισματικοί άνθρωποι της Ιστορίας: ο Περικλής, ο Λένιν, ο Ανδρέας Παπανδρέου υπό την προϋπόθεση να πιστεύεις αυτά που λες. Α, ξέρεις τι άλλο ζηλεύω; Τους γραμμωμένους μυς, τα μούσκουλα που λένε. Αλήθεια, ειδικά τώρα, που δεν γυμνάζομαι, θα ήθελα να είμαι πιο γεροδεμένος».
Ο έκλυτος βίος, το τατουάζ και οι «αθάνατες» κάλτσες του
Ο Παναγιώτης Φασούλας είναι ιδιαίτερα οικείος στους έλληνες φιλάθλους όχι μόνο λόγω της σπουδαίας καριέρας του αλλά και εξαιτίας της αμεσότητας με την οποία ανέκαθεν εκφραζόταν. Από την πλούσια σε εμπειρίες και εικόνες αθλητική ζωή του ελάχιστα είναι πλέον άγνωστα στο ευρύ κοινό…
Αποκάλυψέ μας κάτι που δεν ξέρουμε για σένα.
«Δεν ξέρω αν ενδιαφέρει, αλλά επί έξι χρόνια, όσο έπαιξα στον Ολυμπιακό, φορούσα πάντοτε το ίδιο ζευγάρι κάλτσες!».
Αποκλείεται!
«Λόγω τιμής! Φορούσα τις ίδιες κάλτσες και δεν έβαλα ποτέ μου διπλή κάλτσα, μπαντάζ και πάγο, παρά μόνο το 1997 μετά την εγχείρηση. Ενα άλλο που δεν ξέρετε είναι ότι αρκετές φορές έπαιξα με διαφορετικά νούμερα παπούτσια αλλά ποτέ με δύο αριστερά ή δύο δεξιά».
Τι τρέλες έχεις κάνει στη ζωή σου;
«Πολλές και απίστευτες. Γλέντια που κρατούσαν τρεις ημέρες και τρεις νύχτες και ύστερα μας μάζευαν με το… κουταλάκι. Τώρα στα 36 μου δεν νιώθω τύψεις συνειδήσεως αλλά διερωτώμαι πώς έκανα τόσο έκλυτη ζωή. Πηγαίναμε στα μπουζούκια, στις “ποιητικές βραδιές”, όπως τις αποκαλώ, με λίγα χιλιάρικα στην τσέπη και ένας Θεός ξέρει πώς φεύγαμε σώοι και αβλαβείς. Μια άλλη φορά είπα στη μάνα μου ότι βγαίνω για τσιγάρα και της τηλεφώνησα από το Σικάγο! ‘Η τότε που με 500 χιλιάρικα στην τσέπη πέρασα μία εβδομάδα στο Λος Αντζελες και μάλιστα έμεινα στο Μπέβερλι Χιλς. Μιλάμε για τρελές καταστάσεις, που τώρα δεν τις χωράει ο νους μου».
Θα έκανες ποτέ τατουάζ;
«Δεν έχω να πω κάτι στον κόσμο για να το κάνω. Στη ζωή όλα πρέπει να έχουν κάποιο κόστος. Το 1980 βλέπαμε στις παραλίες τους Γερμανούς με τα τατουάζ και τα σκουλαρίκια και τους… θαυμάζαμε γιατί έκαναν μια τρομερή, στα δικά μας μάτια, επανάσταση. Το να κάνω τατουάζ τώρα μου φαίνεται πολύ γραφικό, άλλωστε όλα αυτά έχουν πλέον απενεχοποιηθεί και στο κάτω κάτω ο άντρας δεν είναι γεννημένος για να στολίζει τον εαυτό του».
Βλέπεις την «Εσμεράλντα» στην τηλεόραση;
«Μου είναι δύσκολο να πιστέψω ότι η πλειονότητα των Ελλήνων βλέπει την “Εσμεράλντα” αλλά σε εμένα δεν έχει τύχει. Εχω δει όμως “Λάμψη” και “Καλημέρα ζωή”».
Αν ήσουν οικοδεσπότης σε ένα τηλεοπτικό σόου ποιον θα καλούσες;
«Τον Μάτζικ Τζόνσον, για να μάθω από πού και ως πού πήγε να παίξει στη Σουηδία και δεν ήρθε στην Ελλάδα».
Αν λοιπόν ήσουν εσύ ο δημοσιογράφος και έπαιρνες συνέντευξη από τον Φασούλα τι θα τον ρωτούσες;
(γέλια) «Γιατί, ρε Παναγιώτη, σε πιάνουν πάντοτε κορόιδο στις συνεντεύξεις και σε ρωτάνε ως και για της Παναγιάς τα μάτια;».
Και τι θα απαντούσε ο Φασούλας;
«Δεν θα απαντούσε… ».
«Η θρησκεία εκπέμπει θετική ενέργεια»
Πολλοί άνθρωποι παλεύουν χρόνια για να γίνουν διάσημοι και ύστερα φορούν μαύρα γυαλιά για να μην τους αναγνωρίζουν. Ενοχλείται από τη δημοσιότητα ο Παναγιώτης Φασούλας;
«Εγώ δεν είμαι από αυτούς τους τύπους. Απολαμβάνω τη δημοσιότητα, δεν κρύβομαι και πιστεύω ότι εκπέμπω μια θετική αύρα προς τον κόσμο... ειδικά στα παιδιά που μεγάλωσαν μαζί μου, γιατί οι μανάδες τους με έδειχναν στην τηλεόραση και τους έλεγαν: “Φάε, αγοράκι μου, να γίνεις… Φασούλας”. Η δική μου η μάνα μου έλεγε να πιω το γάλα μου για να γίνω Τρόντζος!».
Τι ρόλο έχει παίξει η τύχη στη ζωή σου;
«Πολύ σημαντικό. Για παράδειγμα, ήμουν τυχερός γιατί ύστερα από μια προπόνηση πήγα στο κυλικείο του Αλεξάνδρειου για να αγοράσω ένα παγωτό, συνάντησα τον εκπρόσωπο των ΑΧΕΠΑΝΣ και βρέθηκα κατευθείαν στην Αμερική. Είδες που με τα παγωτά κάνεις και καμιά γνωριμία!».
Επικοινωνείς με τον Θεό, απλώς συμβιβάζεσαι με την ανάγκη του ανθρώπου να πιστεύει σε μια ανώτερη δύναμη ή είσαι άθεος, όπως είχε δηλώσει κάποτε ο Πρέλεβιτς;
«Η θρησκεία και οι λατρευτικές τελετές εκπέμπουν μια θετική ενέργεια, την οποία σέβομαι».
Συμφωνείς με την πολυσυζητημένη κοσμικότητα που επιδεικνύει ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος;
«Η Εκκλησία χρειάζεται κάποιον μυστικισμό, άρα η υπερβολική εκλαΐκευση δεν οδηγεί σε σωστό δρόμο».



