Στις 27 Νοεμβρίου του 1940 (χρονιά του Δράκου) και γύρω στις 7 το πρωί (ώρα του Δράκου) γεννιέται σε νοσοκομείο της Τσάιναταουν του Σαν Φρανσίσκο ο Μπρους Λι, υιός του Λι Χόι Τσουέν, δημοφιλούς καλλιτέχνη της Cantonese Opera Company. Σε ηλικία τριών μηνών ο Μπρους ανεβαίνει στη σκηνή «κρατώντας» τον ρόλο του μωρού στο «Golden Gate Girl», όπου το σενάριο ανέφερε βέβαια ότι το μωρό είναι κορίτσι… Λίγους μήνες αργότερα η οικογένεια επιστρέφει στην πατρική οικία, στο Χονγκ Κονγκ, όπου ο Μπρους από τα έξι του χρόνια ξεκινά να πρωταγωνιστεί σε ταινίες εξελισσόμενος στο παιδί θαύμα της τοπικής κινηματογραφικής βιομηχανίας που ήταν και είναι ακόμη από τις πιο ισχυρές της Απω Ανατολής. Ωσπου να ενηλικιωθεί ο μικρός Μπρους θα πρωταγωνιστήσει σε 20 ταινίες.


Το κομβικότερο σημείο της ζωής του έρχεται όταν σε ηλικία 13 ετών ο Μπρους ξυλοκοπείται από τα μέλη μιας συμμορίας των δρόμων και αποφασίζει να αρχίσει μαθήματα κουνγκ φου. Παράλληλα κάνει μαθήματα χορού και μάλιστα την πρώτη διάκριση την έχει σε αυτόν τον τομέα κερδίζοντας τον σημαντικότερο χορευτικό διαγωνισμό του Χονγκ Κονγκ. Αμέσως μετά αρχίζει να λαμβάνει μέρος σε αγώνες μποξ και καράτε εντυπωσιάζοντας τους πάντες με τις ικανότητές του. Περνάει προβληματική εφηβεία γυρνώντας στους δρόμους και καβγαδίζοντας συνεχώς προσελκύοντας έτσι την προσοχή της αστυνομίας στο άτομό του. Οταν τα πράγματα αγριεύουν για τον νεαρό Μπρους οι γονείς του τού βγάζουν ένα εισιτήριο άνευ επιστροφής για τις ΗΠΑ, του δίνουν 115 δολάρια και τον φυγαδεύουν για να μη συλληφθεί. Ο Μπρους φτάνει στις ΗΠΑ 19 ετών και παρακολουθεί μαθήματα φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο ενώ παράλληλα κάνει διάφορες δουλειές για να εξοικονομήσει χρήματα. Ταυτόχρονα αρχίζει να παραδίδει μαθήματα πολεμικών τεχνών σε αυλές, πάρκα και κάθε διαθέσιμο χώρο. Στο πανεπιστήμιο γνωρίζει τη μετέπειτα σύζυγό του Λίντα.


Το 1964 παντρεύεται με τη Λίντα και ανοίγει τη δική του σχολή στο Οκλαντ. Εκεί δέχεται να διδάξει τους πάντες χωρίς να κάνει φυλετικές ή άλλες διακρίσεις. Η κινεζική κοινότητα τον κατηγορεί ότι καταπατά τις αρχαίες παραδόσεις «προδίδοντας» τα μυστικά της φυλής σε ξένους και κυρίως στους «δυνάστες» λευκούς που καταπατούν τα δικαιώματά τους επί δεκαετίες. Ο κορυφαίος δάσκαλος πολεμικών τεχνών της κοινότητας καλεί τον Λι σε αναμέτρηση με τον όρο αν χάσει ή να κλείσει τη σχολή ή να σταματήσει να διδάσκει λευκούς. Ο Λι τον κερδίζει εύκολα αλλά όχι όσο εύκολα ήθελε, αποφασίζοντας να προπονηθεί πιο εντατικά σε ένα νέο είδος πάλης το οποίο θα ένωνε τις καλύτερες κινήσεις από όλα τα υπόλοιπα είδη. Η φήμη του αρχίζει να εξαπλώνεται και πολλοί επώνυμοι της showbiz και του αθλητισμού γίνονται μαθητές και ορισμένοι από αυτούς και στενοί του φίλοι. Ανάμεσά τους οι Λι Μέρβιν, Τζέιμς Κόμπουρν, Τσακ Νόρις, Στιβ Μακ Κουίν, Καρίμ Αμντούλ Τζαμπάρ κ.ά. Η προσπάθειά του να κάνει καριέρα σε κινηματογράφο και τηλεόραση στις ΗΠΑ είναι αποτυχημένη και επιστρέφει στο Χονγκ Κονγκ όπου ανέλπιστα μια σειρά στην οποία εμφανιζόταν στις ΗΠΑ είχε γίνει σούπερ επιτυχία εκεί καθιστώντας τον εν αγνοία του λαϊκό ήρωα. Ξεκινάει να κάνει ταινίες στο Χονγκ Κονγκ στις οποίες το ταλέντο του στις πολεμικές τέχνες σε συνδυασμό με τις χορευτικές και υποκριτικές του ικανότητες δημιουργούν έναν άκρως σκληροτράχηλο αλλά ιδιαίτερα ντελικάτο προστάτη των φτωχών και καταπιεσμένων που είναι απόλυτα γήινος, αφού σε αντίθεση με τα δυτικά πρότυπα δεν φοράει μάσκες και μπέρτες, δεν πετάει, ούτε χρησιμοποιεί gadgets. Χρησιμοποιεί μόνο τα χέρια του και τα πόδια του…


Η επιτυχία των ταινιών είναι τρομερή τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση, η πλατιά μάζα των πολιτών της οποίας έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τις πολεμικές τέχνες. Ο Μπρους Λι γίνεται παγκόσμιο είδωλο και εκατομμύρια «Δυτικοί» τρέχουν σε γυμναστήρια για να μάθουν καράτε, κουνγκ φου και άλλες πολεμικές τέχνες. Στο απόγειο της δόξας του και ενώ έχει ξεκινήσει τα γυρίσματα της πιο φιλόδοξης κινηματογραφικής του παραγωγής, «Το παιχνίδι θανάτου», πηγαίνει στο σπίτι της πρωταγωνίστριας της ταινίας Μπέτι Τινγκ Πέι για να μιλήσουν για τον ρόλο της. Εκεί ζητάει μια ασπιρίνη επειδή πονάει το κεφάλι του. Πέφτει σε λήθαργο και όταν ύστερα από ώρες η Πέι αντιλαμβάνεται ότι κάτι συμβαίνει και τον πηγαίνει στο νοσοκομείο είναι πλέον αργά. Οι γιατροί δηλώνουν ότι κάποιο σπάνιο εγκεφαλικό οίδημα τον έχει καταστήσει κλινικώς νεκρό. Αναφέρουν μάλιστα ότι ο γερός του οργανισμός είχε αντέξει στην επιπλοκή και αν τον πήγαινε λίγο νωρίτερα η Πέι θα είχε σωθεί. Σε ηλικία 33 ετών ο Μπρους Λι πεθαίνει και η κηδεία του γίνεται στο Χονγκ Κονγκ όπου δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι τον συνοδεύουν κλαίγοντας στην τελευταία του κατοικία.