«Η ευτυχία είναι ένα ζεστό όπλο». Τον στίχο αυτόν έχουν τραγουδήσει οι Beatles στο «White Album». H θρυλική μπάντα από το Λίβερπουλ δεν διεκδίκησε δάφνες πρωτοτυπίας επιλέγοντας τη συγκεκριμένη θεματική. Η ευτυχία έχει εξάψει, εκτός από τη δημιουργικότητα των καλλιτεχνών, και την τάση για κατηγοριοποίηση των οικονομολόγων, καθώς και την ερευνητική δεινότητα των βιολόγων. Τόνοι μελάνι έχουν χυθεί στην προσπάθεια των ανθρώπων να την κατακτήσουν, ενώ μάλλον δεν έχουμε συμφωνήσει ούτε ως προς το πώς την ορίζουμε. Προσφάτως, το αμερικανικό περιοδικό «Time» δημοσίευσε άλλο ένα θέμα σχετικό με το κυνήγι της, το οποίο, λίγο-πολύ, κατέληγε ότι οι κάτοικοι των ΕΙΠΑ είναι επαρκώς ευτυχισμένοι.
«Είμαστε καταθλιπτικός λαός. Απλώς καταπιέζουμε την κατάθλιψή μας και την εκφράζουμε υπομανιακά, ως άμυνα, με κέφι, χορό και φωνές» σημείωνε σε συνέντευξή του σε παλιότερο τεύχος του BHmagazino ο Ματθαίος Γιωσαφάτ. Τον γνωστό ψυχίατρο είχε επιβεβαιώσει, προφανώς χωρίς προηγούμενη συνεννόηση, έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης τον περασμένο Δεκέμβριο. Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι Ελληνες που είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους αποτελούν το 71% του πληθυσμού, με τον σχετικό μέσο όρο των χωρών οι οποίες συμμετέχουν στον οργανισμό να κινείται πέριξ του 80%. Λίγους μήνες νωρίτερα, οι «Financial Times» μέσω σχετικού άρθρου είχαν σκιαγραφήσει μια περισσότερο ζοφερή εικόνα για την Ελλάδα. Εδωσαν έμφαση στον δείκτη των αυτοκτονιών που εκτινάχθηκε κατά 37%, από το 2009 ως το 2011, και παρουσίασαν την παρατήρηση ελλήνων ψυχολόγων ότι οι κρίσεις πανικού ολοένα και αυξάνονται καθώς η οικονομική κρίση εντείνεται.
Η μελωδία της ευτυχίας
Οι Ελληνες έχουμε την τάση να διατυπώνουμε το παράπονο ότι δεν είμαστε αρκετά ευτυχισμένοι. Ή –με άλλα λόγια –ότι η ευτυχία είναι σχετικώς άπιαστη. Αν αναζητήσουμε ενδείξεις στον ίδιο χώρο στον οποίο οι Βeatles μίλησαν περί ζεστού όπλου, δηλαδή στο τραγούδι, θα τις βρούμε σε γενναιόδωρες ποσότητες. Σε ένα ρεπερτόριο που εκτείνεται από τον Μανώλη Φάμελλο («η ευτυχία είναι αυτό που περιμένουμε να ‘ρθεί») ως τη Λίτσα Διαμάντη σε στίχους Πυθαγόρα («δεν υπάρχει ευτυχία που να κόβεται στα τρία» –τουλάχιστον εδώ αναγνωρίζεται ότι υπάρχει κάποια ευτυχία, έστω μονάχα διπλή!). Υπάρχουν οι περισσότερο αισιόδοξες απόψεις για την ευτυχία: «Η Ιστορία κι η Ευτυχία η ίδια η Ιστορία κι η Ευτυχία έρχονται τώρα τώρα ξανά τώρα τώρα ξανά» τραγούδησε η Μαρία Βαμβουκά, τελευταίο «παιδί» του Μάνου Χατζιδάκι το, περισσότερο φωτεινό, 1993. Υπάρχει ασφαλώς το γνωστό σλόγκαν «Η ζωή είναι μικρή για να ‘ναι θλιβερή», προερχόμενο από το «Χάρτινο τσίρκο» του συγκροτήματος Τρύπες, ένας στίχος ο οποίος, ωστόσο, ακολουθείται από το «η ζωή είναι μεγάλη, μην την κάνεις καρναβάλι». «Στην αυλή κάποιας κυρίας, αρετής ή ευτυχίας, έπεφτε λοξά το φως» τραγουδάει ο Παύλος Παυλίδης στην «Ανάμνηση της ευτυχίας», διατηρώντας και εκείνος τις σχετικές επιφυλάξεις του. «Και που λες, Ευτυχία, ευτυχία δε βρήκαμε, λίγα μόνο στοιχεία ευτυχίας χαρήκαμε» τραγουδά ο Αντώνης Καλογιάννης στην crooner, μετα-μπουζούκι περίοδό του, στο μέσο της δεκαετίας του ’80. «Η ευτυχία είν’ μια στάλα ηδονή, μισός ποντάκος στεναγμού» αναστενάζει η Γλυκερία σε στίχους του Μανώλη Ρασούλη, επιδεικνύοντας αξιοσημείωτη ολιγάρκεια ως προς τις απαιτήσεις της. Ο κατάλογος με τους στίχους περί ανεκπλήρωτης ευτυχίας είναι μακρύς, ενώ κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει εξίσου το αντίστροφο δίχως να απέχει από την πραγματικότητα.
Εν πολλοίς, μονάχα ο εμπορικός κινηματογράφος της δεκαετίας του ’60 και του ’70 στάθηκε γενναιόδωρος στην προβολή ευτυχισμένων στιγμιότυπων. Γάμοι σε εκκλησίες με πολλά σκαλοπάτια («Η Αλίκη στο ναυτικό»), χορευτικά στα πιο αναπάντεχα σημεία («Γοργόνες και μάγκες»), υπερπολυτελείς διακοπές («Μερικοί το προτιμούν κρύο»), χαμόγελα που ασπρολογούν (Ζωή Λάσκαρη), δροσερά κορίτσια, αγόρια και μάγκες σε μια παρέλαση ευφορίας, την οποία οι κοινωνικές συνθήκες και η πολιτική πραγματικότητα ασφαλώς δεν δικαιολογούσαν. Γενικότερα, με τη σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδας να αποτελεί ένα απίθανο δειγματολόγιο πολέμων, σπαραγμών, ευημερίας, καταστροφής και δημιουργίας, η ένταση φαντάζει ένα περισσότερο ρεαλιστικό ζητούμενο από την ευτυχία. «Κέφι, χορός και φωνές».
Βιολόγοι σε αναζήτηση
Πώς ορίζεται η ευτυχία; Είναι μήπως αποτυπωμένη στον γενετικό μας κώδικα; Κληροδοτείται; Κληρονομείται; Η οικεία αίσθηση ότι οι απόγονοι μεταναστών, είτε έφτασαν από την Ευρώπη πριν από χιλιάδες χρόνια είτε πέρυσι από την Ασία, από την Αμερική ή από την Αφρική, έχουν κληρονομήσει μια γενετικά αισιόδοξη ιδιοσυγκρασία είναι διαδεδομένη. Το 2011 ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και της Βοστώνης ανέλυσαν ένα γονίδιο με τον κωδικό DRD4 το οποίο σχετίζεται με τη δραστηριότητα στους αισθητήρες ντοπαμίνης του εγκεφάλου.

Παρατηρήθηκε ότι το γονίδιο λαμβάνει διάφορες μορφές. Από τις τρεις πιο διαδεδομένες εξ αυτών, η μία κωδικοποιεί την ισορροπημένη ιδιοσυγκρασία και τον στοχασμό, ενώ οι υπόλοιπες δύο κωδικοποιούν τη διερευνητική και ενστικτώδη συμπεριφορά, όπως επίσης μια ροπή προς το ρίσκο και μια ανοχή στην καινοτομία.

Οταν οι ίδιοι ερευνητές μελέτησαν τη συχνότητα των διαφορετικών αλληλόμορφων γονιδίων σε ανθρώπους ανά τον κόσμο, ανακάλυψαν ότι όσο ευρύτερη υπήρξε η περιπλάνηση από την Αφρική, δηλαδή, κατά τους επιστήμονες, το λίκνο όλων μας, στην Κεντρική Ασία, στην Ευρώπη και στον Νέο Κόσμο, τόσο αυξάνονταν οι πιθανότητες κάποιος να διαθέτει τα δύο αλληλόμορφα γονίδια που ευνοούν την αναζήτηση της καινοτομίας. Μελέτες ενός άλλου γονιδίου, με την ονομασία 5-HTTLPR, το οποίο σχετίζεται με την κυκλοφορία της σεροτονίνης, έχουν παρόμοια ευρήματα. Η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη αποτελούν ουσίες οι οποίες γενικώς αντιμετωπίζονται ως νευροδιαβιβαστές που προκαλούν ευφορία. Καθώς η Ελλάδα αποτελεί σταυροδρόμι στις μετακινήσεις των πληθυσμών από και προς την Ανατολή, θα μπορούσε κάποιος να σημειώσει ότι τα παραπάνω συμπεράσματα μας αφορούν άμεσα.
Δεν είναι εξίσου απλό να προσδώσει κάποιος εθνικά χαρακτηριστικά στην τάση διάσπασης της προσοχής. Ωστόσο, οι επιστήμονες συνέδεσαν την τελευταία με τον τρόπο με τον οποίο βιώνουμε τα συναισθήματα, καταλήγοντας σε ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Νωρίτερα μέσα στη χρονιά, η νευροεπιστήμονας Σίλβια Μορέλι από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και ο ψυχολόγος Ματ Λίμπερμαν από το UCLA χρησιμοποίησαν τη Λειτουργική Απεικόνιση Μαγνητικού Συντονισμού, μια εξελιγμένη νευρολογική εξέταση που επιτρέπει την απεικόνιση των νευρώνων του εγκεφάλου, για να μελετήσουν το πώς αντιδρούν οι άνθρωποι όταν κοιτούν χαρούμενες ή δυσάρεστες φωτογραφίες άλλων ανθρώπων. Οι άνθρωποι με «ακατάστατο» εγκέφαλο επεξεργάζονταν και βίωναν όσα συνέβαιναν με πιο έντονο τρόπο. «Το να αποσπάσαι μειώνει τη συναισθηματική ταύτιση με τους άλλους και αμβλύνει τις αντιδράσεις του εγκεφάλου. Είναι πιθανό το ότι το να αποσπάται κάποιος ίσως μειώνει την ευτυχία του» έχει τονίσει η Μορέλι.
Το παράδοξο του Ιστερλιν
Πέρα από τους νευροεπιστήμονες, τους βιολόγους, τους ψυχολόγους και τους καλλιτέχνες υπάρχει ένας ακόμη, περισσότερο αναπάντεχος επαγγελματικός κλάδος, ο οποίος έχει διαθέσει ανθρώπινο δυναμικό για το κυνήγι της ευτυχίας: οι οικονομολόγοι. Η αρχή έγινε το 1974 από έναν καθηγητή Οικονομικών στο ηλιόλουστο γραφείο του στο Πανεπιστήμιο (πού αλλού;) της Νότιας Καλιφόρνιας. Τότε, ο οικονομολόγος Ρίτσαρντ Ιστερλιν δημοσίευσε τη μελέτη του «Βελτιώνει η οικονομική ανάπτυξη την ανθρώπινη θέση;». Η μελέτη έκτοτε αποτελεί σημείο αναφοράς και, παρά τον σίγουρα «πιασάρικο» τίτλο της, μνημονεύεται ως τις μέρες μας με τον όρο το «Παράδοξο του Ιστερλιν». Κύριο εύρημα της μελέτης αποτελεί το γεγονός ότι σε κάθε χώρα, κάθε στιγμή, οι πιο ευκατάστατοι είναι κατά μέσο όρο περισσότερο ευτυχισμένοι από τους φτωχότερους. Ωστόσο, ο Ιστερλιν ανακάλυψε επίσης ότι καθώς οι χώρες και οι άνθρωποι πλουτίζουν, τα επίπεδα ευτυχίας τους δεν παρουσιάζουν αύξηση. Εκεί εντοπίζεται το παράδοξο: το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία, ωστόσο η ευτυχία προϋποθέτει χρήμα.
Ο Ιστερλιν, ο οποίος έκτοτε δεν έχει εγκαταλείψει το ερευνητικό αντικείμενο που τον έκανε διάσημο, το 2010 δημοσίευσε νεότερη μελέτη στην οποία σημειώνει, με πρόδηλη διάθεση να θολώσει τα νερά στο διψασμένο για ευτυχία κοινό, ότι «η κλιμάκωση των υλικών αξιώσεων με την οικονομική ανάπτυξη, αντανακλά την επίδραση της κοινωνικής σύγκρισης και της ηδονικής προσαρμογής». Δηλαδή, πιο λιανά, θεωρεί ότι η ανθρώπινη ευτυχία εξαρτάται από το πώς συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους γύρω μας. Προσαρμοζόμαστε γρήγορα σε οποιοδήποτε επίπεδο πλούτου κατακτήσουμε. Ακόμη πιο απλά: θέλουμε πάντοτε περισσότερα και καλύτερα· είμαστε ανικανοποίητα όντα.
Την τελευταία δεκαετία, ο κύριος ισχυρισμός του Ιστερλιν έχει αποτελέσει τη βάση για ακόμη περισσότερες μελέτες –περισσότερο ή λιγότερο σοβαρών –οικονομολόγων. Μία εκ των πιο προβεβλημένων διενεργήθηκε από τον Ρίτσαρντ Λέιαρντ, καθηγητή στη LSE. Ο βρετανός οικονομολόγος πρότεινε επτά σημεία αναφοράς τα οποία θα μπορούσαν να προστεθούν ως συνιστώσες στη συνάρτηση της ευτυχίας και ενδεχομένως να εξηγήσουν το παράδοξο του Ιστερλιν. Τα επτά σημεία, στα οποία ο Ιστερλιν προτείνει να εστιάσουν οι διαμορφωτές της παγκόσμιας πολιτικής, είναι οι οικογενειακές σχέσεις, οι φίλοι, η εργασία, η οικονομική κατάσταση, η υγεία, η προσωπική ελευθερία και οι «προσωπικές αξίες».
Οι φανφάρες των πολιτικών
Ασφαλώς η πολιτική δεν θα μπορούσε να παραμείνει εκτός του κύκλου της αναζήτησης της ευτυχίας. Εφέτος ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ανακήρυξε την 20ή Μαρτίου Παγκόσμια Ημέρα Ευτυχίας, «ξεχειλώνοντας» την έννοια «ευχολόγιο». Ευκαιρίας δοθείσης, ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού Μπαν Κι Μουν δήλωσε: «Σε αυτή την πρώτη Παγκόσμια Ημέρα Ευτυχίας, ας ενισχύσουμε την αφοσίωσή μας στη συνολική και αειφόρο ανθρώπινη ανάπτυξη και να ανανεώσουμε την προσπάθειά μας να βοηθήσουμε τους άλλους. Οταν συνεισφέρουμε στο κοινό καλό, εμπλουτίζουμε τον εαυτό μας. Η συμπόνια προάγει την ευτυχία και θα βοηθήσει να χτίσουμε το μέλλον το οποίο επιθυμούμε».
Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, το 2009, προτού η νομισματική κρίση χτυπήσει τη ζώνη του ευρώ, ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας, Νικολά Σαρκοζί, δημοσίευσε μια ογκώδη αναφορά για την ανάγκη νέων μέτρων για την ενίσχυση της ευημερίας των πολιτών, την οποία μάλιστα συνέδεσε με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της χώρας του. Αντιστοίχως, προσφάτως ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ζήτησε από τη Στατιστική Υπηρεσία της χώρας του να σχηματίσει βάση δεδομένων με στοιχεία σχετικά με την ευημερία της χώρας. Παραμένει άγνωστο το αν κάποια από τις παραπάνω κινήσεις έφερε οποιοδήποτε αποτέλεσμα, αλλά ακόμη και ως κινήσεις εντυπωσιασμού παρουσιάζουν κάποιο σημειολογικό ενδιαφέρον.
Η «Λέσχη», το πρώτο μέρος των «Ακυβέρνητων πολιτειών» του Στρατή Τσίρκα, είναι ένα μυθιστόρημα το οποίο εκδόθηκε το 1960, πολύ πριν από τη θέσπιση της Παγκόσμιας Ημέρας Ευτυχίας, ενώ η πλοκή του εκτυλίσσεται μεσούντος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μια εποχή όπου η ευτυχία ανά τον πλανήτη είχε δεχθεί σοβαρά πλήγματα. Σε ένα συγκρότημα κατοικιών στην Ιερουσαλήμ ζουν άνθρωποι διαφορετικών εθνικοτήτων –Αυστριακοί, Ρουμάνοι, Εβραίοι, Βρετανοί… –και κάθε κεφάλαιο εξιστορείται από την οπτική γωνία ενός άλλου ήρωα. Στο τέταρτο κεφάλαιο, τον λόγο έχει ο έλληνας λοχαγός Μάνος Καλόγιαννος, σίγουρα ο πιο γοητευτικός ήρωας του μυθιστορήματος. Λαμβάνοντας αφορμή από έναν στίχο του γερμανού λυρικού ποιητή Φρίντριχ Χέλντερλιν, ξεδιπλώνει την κοσμοθεωρία του περί ευτυχίας. Αντί επιλόγου, ας τον ακούσουμε:
«Γιατί, ναι, όλα είναι καλά. Περιφέρουνται οι εποχές και οι ώρες, οι μέρες και οι νύχτες, τα λουλούδια και οι καρποί, αυτός είναι ο νόμος, η τάξη· τα άλλα, οι σπαραγμοί, οι συφορές, οι πόλεμοι βρίσκουνε τελικά μια θέση και κατασταλάζουν μέσα στην αρμονία των κόσμων και τη γαλήνη. Η ομορφιά του ανθρώπου δεν πεθαίνει· δε χάνεται αν δε σβήσει κι η ζωή πάνω στη Γη».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ