Πώς ξεκίνησε η σχέση σας με τη μόδα; «Από τότε που ήµουν παιδί και άρχισα να σχεδιάζω και να φτιάχνω ρούχα µε κοµµάτια από υφάσµατα που έβρισκα στο σπίτι. Ο,τι έφτιαχνα ήταν ραµµένο στο χέρι. Θυµάµαι το πρώτο που είχα φτιάξει ήταν µια φούστα από το ύφασµα ενός καναπέ».
Γιατί πήρατε την απόφαση να φύγετε για σπουδές μόδας στις ΗΠΑ, στο Rhode Island School of Design; «Πρώτα διάλεξα την Αµερική και µετά το πανεπιστήµιο. Ηξερα από µικρή ότι ήθελα να σπουδάσω σχέδιο µόδας, αλλά είχα πάντα το δίληµµα σε ποιον τοµέα να επικεντρωθώ. Μου άρεσαν τα πάντα: τα αξεσουάρ, οι τσάντες, τα γυναικεία, τα ανδρικά ρούχα. Γνώριζα λοιπόν ότι η Αµερική στο πρώτο έτος των σπουδών σού δίνει µεγαλύτερη ευελιξία στο να δεις τι πραγµατικά σε ενδιαφέρει. Οσο για το RISD, ήξερα ότι αποτελεί ένα από τα καλύτερα πανεπιστήµια για σπουδές στο ντιζάιν».
Εργαστήκατε ως assistant designer, σχεδιάζοντας επιλεγμένα αξεσουάρ για τον οίκο Ralph Lauren στη Νέα Υόρκη. Ποια ήταν η πιο ενδιαφέρουσα εμπειρία σας εκεί; «Μέσα στην τρέλα της δουλειάς υπάρχουν και οι εκπλήξεις. Οσο καλές ή λεπτοµερείς και αν είναι οι οδηγίες που έχεις δώσει στα εργοστάσια, τα πρώτα δείγµατα που παίρνεις πίσω απέχουν από αυτό που είχες αρχικά σχεδιάσει. Αυτό είναι πάντα µια πρόκληση, που πολλές φορές όµως παραπέµπει σε κάτι καινούργιο το οποίο δεν είχες ποτέ φανταστεί».
Οι δύο πρώτες προσωπικές σας συλλογές, «Pajama Glam» και «Patriotes», αφορούσαν την ανδρική μόδα. Γιατί; «Η ανδρική µόδα µε συναρπάζει περισσότερο. Ισως επειδή είναι κάτι που ως γυναίκα παρατηρώ πάντα σε έναν άνδρα. Οταν σχεδιάζω ανδρικά ρούχα παίρνω περισσότερα ρίσκα. Βάζω παραπάνω σκέψη στο αν αυτό που φτιάχνω θα µου άρεσε πάνω σε έναν άνδρα, αν εκείνος θα το φορούσε ή όχι».
Με ποιον σχεδιαστή θα θέλατε να βγείτε για δείπνο και γιατί; Αλήθεια, τι θα φορούσατε; «Θα ήθελα να δειπνήσω µε τον Σιµόν Πορτ Ζακεµούς, έναν γάλλο σχεδιαστή από τη Μασσαλία. Τον ακολουθώ στο Instagram και µου έχει κινήσει το ενδιαφέρον ο τρόπος µε τον οποίο εµπνέεται. Θα ήθελα να µιλήσουµε για τον τρόπο σκέψης και δηµιουργίας του. Θα προτιµούσα να είναι καλοκαίρι και θα φορούσα ένα λευκό λινό πουκάµισο και ένα λευκό λινό παντελόνι».
Μπορούμε να κρίνουμε έναν άνθρωπο από τα ρούχα του; «Δεν θα χρησιµοποιούσα αυτή τη λέξη. Σίγουρα λοιπόν δεν µπορούµε να τον κρίνουµε, αλλά θα έλεγα ότι µπορούµε να καταλάβουµε πολλά πράγµατα για τον χαρακτήρα του. Οχι µόνο από τα ρούχα που φοράει, αλλά και από τον τρόπο µε τον οποίο τα φοράει».
Βλέποντας τον κόσμο της μόδας από μέσα, τι έχετε απομυθοποιήσει; «Παλιά πίστευα πως ήταν ένα ατελείωτο πάρτι. Τώρα γνωρίζω ότι κρύβει πίσω του ατελείωτες ώρες δουλειάς. Υπάρχουν σίγουρα και οι ηµέρες του «πάρτι», αλλά αυτό βεβαίως συµβαίνει πριν από κάποιο σηµαντικό event, όπως µια φωτογράφιση, ένα ντεφιλέ».
Ποια είναι η επόμενη πρόκληση για εσάς; «Θέλω να συγκεντρωθώ στην καινούργια συλλογή µου. Το γεγονός ότι τώρα βρίσκοµαι στην Ελλάδα, στη χώρα όπου µεγάλωσα, µου δίνει τη δυνατότητα να αντλώ την έµπνευσή µου από τις ρίζες µου, τις αναµνήσεις µου και την ελληνική µου παιδεία. Οταν έχεις ζήσει κάποια χρόνια µακριά εκτιµάς πολύ περισσότερο κάποια πράγµατα που κάποτε θεωρούσες δεδοµένα».
Ποιο είναι το μεγαλύτερο στυλιστικό ατόπημα που διαπράττουν οι Ελληνίδες ή οι Ελληνες; «Νοµίζω πως δεν έχουν µάθει να συµπεριλαµβάνουν στην γκαρνταρόµπα τους κάποια vintage κοµµάτια, µια τάση που εκτός συνόρων γίνεται όλο και πιο έντονη. Παλαιότερα οι άνθρωποι ντύνονταν διαφορετικά, τα ρούχα ήταν ραµµένα στο χέρι, φτιαγµένα από ακριβά υφάσµατα. Είναι κρίµα, λοιπόν, τέτοια κοµµάτια να µην αξιοποιούνται και να µην παίρνουν ξανά ζωή».
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ