Η Ακαδημία Αθηνών και η κατ’ αυτής κριτική ήταν το αντικείμενο ενός ωραίου και θαυμάσια ισορροπητικού άρθρου του καθηγητή και ακαδημαϊκού Θ. Παπαγγελή στο «Βήμα» της 27.5.2018. Ο συγγραφέας αναφέρει τη γνώμη «αξιοσέβαστων ακαδημαϊκών» οι οποίοι «παραδέχτηκαν ότι το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ιδρυμα δεν θα μπορούσε να αποτελεί υγειονομική όαση ελεύθερη από τα σύνδρομα της ευρύτερης κοινωνίας». Σωστά, αφού τα πανεπιστήμιά μας είναι γεμάτα αγραμμάτους, αναμενόμενο είναι πολλοί από αυτούς να βρουν τρόπους εισόδου στην Ακαδημία, όπως άλλωστε μπήκαν και στο Πανεπιστήμιο. Η αναφορά στους αξιοσέβαστους ακαδημαϊκούς μοιάζει αρκετά με συγχωροχάρτι, αλλά ο κ. Παπαγγελής βιάζεται να τονίσει ότι δεν είναι προβολή ελαφρυντικών, αλλά αντίθετα υπόμνηση για την υποχρέωση των μελών της Ακαδημίας για «υποδειγματικές υπερβάσεις και παραδείγματα αδιαπραγμάτευτης αξιοκρατίας».
Η βασική κριτική που ασκείται κατά της Ακαδημίας είναι ότι τα μέλη της επιλέγονται υπό την πίεση πολιτικών παρεμβάσεων και ομάδων ταπεινών συμφερόντων. Συνεπώς, η εκλογή ενός άξιου ή ενός ανάξιου είναι ζήτημα τύχης. Συχνά ερωτάται: Πώς έγινε ακαδημαϊκός ο Γ. Αθάνας και όχι ο Καζαντζάκης; Θα προσέθετα: Πώς έγινε ακαδημαϊκός ο Ξ. Ζολώτας και όχι ο Δημήτρης Καλιτσουνάκις ή ο Αριστοτέλης Σίδερις ή ο Πίνδαρος Χριστοδουλόπουλος; Η κριτική κατά της Ακαδημίας δεν είναι αστήρικτη. Η σιωπή της Ακαδημίας στην κριτική που δέχεται από πολλές πλευρές έχει ερμηνευθεί ως παραδοχή της ενοχής της. Θα μπορούσε, όμως, να ερμηνευθεί και ως αδιαφορία και ως περιφρόνηση των πληβείων πολιορκητών της.
Δικαίως ή αδίκως, το κύρος της Ακαδημίας Αθηνών έχει πλέον τρωθεί σε μεγάλο βαθμό. Αν νομίζετε ότι υπερβάλλω, σας βεβαιώ ότι υπήρξαν σημαντικοί έλληνες επιστήμονες που δεν καταδέχτηκαν να υποβάλουν υποψηφιότητα σε έδρα της Ακαδημίας διότι το θεώρησαν, όπως είπαν, υποτιμητικό.
Το ερώτημα που έντονα προβάλλει είναι αν ο φορολογούμενος πρέπει να πληρώνει φόρους για να ζεσταίνουν τις έδρες της Ακαδημίας άνθρωποι που δεν έπρεπε να έχουν περάσει το κατώφλι της. Η απάντηση είναι, βέβαια, αρνητική. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η Ακαδημία πρέπει να κλείσει, αλλά μάλλον ότι πρέπει να αλλάξει ριζικά ο τρόπος επιλογής των μελών της. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει, αλλά δεν έχω ούτε ίχνος αισιοδοξίας για το ενδεχόμενο μιας τέτοιας εξέλιξης. Η Εθνική Ακαδημία Γραμμάτων και Επιστημών του άρθρου 4 του Ν. 1268/1982 χάθηκε άδοξα σε άγνωστες θάλασσες, όταν η τότε κυβέρνηση ήταν πανίσχυρη. Πόσω μάλλον τώρα.
Μία λύση θα ήταν η δημιουργία μιας ιδιωτικής Ακαδημίας Επιστημών και Γραμμάτων που θα εγγυάτο σεβασμό της ακαδημαϊκής αξιοκρατίας και θα προσείλκυε πραγματικά αξιόλογους ανθρώπους. Ομως, μια τέτοια εξέλιξη αποτελεί, προς το παρόν, απραγματοποίητο όνειρο. Οπως οι αγράμματοι αυτού του τόπου αντιδρούν αποτελεσματικά στη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, έτσι θα αντιδράσουν και οι ομάδες συμφερόντων στην περίπτωση αυτή. Δυστυχώς, προς το παρόν πρέπει να ζήσουμε με την Ακαδημία Αθηνών ως είναι και να ελπίζουμε για το καλύτερο.
Δεν θέλω να νομισθεί ότι τα παραπάνω σχόλια είναι «έξωθεν βολές» ή ότι εκφράζουν «ξενοθρεμμένη αλαζονεία» ή «κουβαλάν νερό στον χαιρέκακο μύλο». Το πραγματικό ενδιαφέρον ξεκινά από μια αυστηρή κριτική.
Ο κ. Θ. Π. Λιανός είναι ομότιμος καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ