Η συζήτηση για τη συμμετοχή των φοιτητών στις εκλογές για την ανάδειξη των διοικητικών οργάνων των πανεπιστημίων θα έπρεπε να αποτελεί μέρος γενικότερου προβληματισμού για τη δημοκρατία στα πανεπιστήμια. Οπως όμως συμβαίνει και με τη συμμετοχή στις σύγχρονες δημοκρατίες, η οποία συχνά περιορίζεται στην άσκηση του δικαιώματος ψήφου, έτσι και στα πανεπιστήμια συμμετοχή σημαίνει προσέλευση στις ψηφοφορίες. Με τον νόμο-πλαίσιο του 1982, ο οποίος καθιέρωσε τη συνδιοίκηση των πανεπιστημίων από όσους εργάζονται και φοιτούν σε αυτά, στις πρυτανικές εκλογές ψήφιζαν, εκτός από τους καθηγητές και το διοικητικό και τεχνικό προσωπικό, οι εκλέκτορες που υποδεικνύονταν από τις φοιτητικές παρατάξεις. Αυτό φαίνεται ότι είχε οδηγήσει σε διαπλοκή μεταξύ υποψήφιων πρυτάνεων και παρατάξεων. Η ψήφος των εκλεκτόρων βάρυνε στο τελικό αποτέλεσμα με προκαθορισμένα ποσοστά (καθηγητές 100%, φοιτητές 80%, λοιπό προσωπικό 20%).

Με τον ισχύοντα νόμο (3549/2007), διατηρείται η διαφοροποίηση των ποσοστών, αλλά ψηφίζει το σύνολο των φοιτητών, ώστε να μειωθεί η διαπλοκή. Στο 100% του συνόλου των ψήφων, η ψήφος των καθηγητών βαραίνει κατά 50%, των φοιτητών κατά 40% και των λοιπού προσωπικού κατά 10%. Ωστόσο, αν υποθέσουμε ότι προσέρχονται να ψηφίσουν όλοι οι καθηγητές (π.χ., αρκετές εκατοντάδες) και μόλις 5-10 φοιτητές (υπόθεση καθόλου παράδοξη, δεδομένης της αποχής πολλών παρατάξεων από τις εκλογές μετά την ψήφιση του νέου νόμου), τότε η ψήφος των 5-10 φοιτητών προσμετρείται ως το 40% του συνόλου των ψήφων.

Για τη διόρθωση του προβλήματος, έχει προταθεί η αντιστοίχηση της ψήφου των εκλεκτόρων με βάση το ποσοστό συμμετοχής των μελών κάθε κατηγορίας εκλεκτόρων. Οσο μικρότερη είναι η συμμετοχή των μελών μιας κατηγορίας, τόσο θα μειώνεται η βαρύτητα της ψήφου τους. Η πρόταση είναι ώριμη, καθώς περιλαμβανόταν ήδη στα πορίσματα του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (2005-2006) και του Συμβουλίου Ανώτατης Παιδείας, και επαναλαμβάνεται έκτοτε σε ψηφίσματα συνόδων Πρυτάνεων (Μυτιλήνη, Μάιος του 2006, Καρπενήσι, Μάρτιος του 2009). Το 2006, στην παρουσίαση του προγράμματος του ΠαΣοΚ για την Παιδεία, ο νυν πρωθυπουργός την είχε υιοθετήσει.

Αυτή την εικόνα παρουσιάζει το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών στις φοιτητικές εκλογές. Τα πανό και οι αφίσες των παρατάξεων καλύπτουν τόσο τον εσωτερικό όσο και τον εξωτερικό χώρο

Η συνδιοίκηση των πανεπιστημίων είναι θεσμός της Μεταπολίτευσης και δεν τίθεται θέμα κατάργησής της. Η κομματικοποίηση της πανεπιστημιακής ζωής δεν θα ανατρεπόταν ούτε με την κατάργηση της συμμετοχής των φοιτητών στις πρυτανικές εκλογές. Η δράση των παρατάξεων έχει επεκταθεί στην παροχή υπηρεσιών (π.χ., διανομή σημειώσεων μαθημάτων) και έχει συμβάλει, θα λέγαμε, στην «κουλτούρα του απροσδόκητου» στα πανεπιστήμια, για την οποία οι ευθύνες ανήκουν σε πολλούς (ακυρώσεις μαθημάτων λόγω φοιτητικών συνελεύσεων, διανομή συγγραμμάτων σε άγνωστο χρόνο). Επιπλέον είναι ασαφές «ποιος κυβερνά» τα πανεπιστήμια: στην πράξη, κάποτε η εξουσία ανήκει στα διοικητικά όργανα, άλλοτε στις παρατάξεις.

Για τους λόγους αυτούς, η εισαγωγή της ανωτέρω ρύθμισης θα πρέπει να είναι προάγγελος νέου τρόπου διακυβέρνησης των πανεπιστημίων, τόσο για να επαναπροσδιοριστεί ποιος νομιμοποιείται να αποφασίζει όσο και για να αντιμετωπισθεί το έλλειμμα αντιπροσώπευσης. Φοιτητές που δεν ανήκουν σε κόμματα, εργαζόμενοι φοιτητές, φοιτήτριες-μητέρες και φοιτητές που κατοικούν εκτός της έδρας του πανεπιστημίου τους δεν συμμετέχουν στην πανεπιστημιακή ζωή. Αντίθετα, «υπερεκπροσωπούνται», με εξωθεσμικό μάλιστα τρόπο, δυναμικές ομάδες φοιτητών (βλ. εισβολές σε συνεδριάσεις συγκλήτων). Ταυτόχρονα, η ετήσια διεξαγωγή εκλογών στους φοιτητικούς συλλόγους (αντί, π.χ., ανά διετία) αναπαράγει την ψαλιδισμένη εικόνα της δημοκρατίας ως εκλογικής και μόνο διαδικασίας και δεν καλύπτει το έλλειμμα εκπροσώπησης που διαχωρίζει τους οργανωμένους φοιτητές από τους υπόλοιπους.

Το έλλειμμα θα μπορούσε να καλυφθεί με νέους τρόπους συμμετοχής, π.χ., με ομάδες διαβούλευσης μεταξύ καθηγητών και φοιτητών στις οποίες οι φοιτητές θα μετείχαν με κλήρωση, με την επαναλειτουργία των φοιτητικών «επιτροπών έτους», καθώς οι πρωτοετείς έχουν πολύ διαφορετικά προβλήματα από τους τελειόφοιτους, καθώς και με τη θέσπιση από τα ίδια τα ιδρύματα ηλεκτρονικών ψηφοφοριών για ζητήματα άσχετα με τις εκλογές. Τέτοιου είδους μέτρα θα σήμαιναν ότι η αντιπροσώπευση δεν είναι καθρέφτης πρόσκαιρων συσχετισμών δυνάμεων, αλλά δικαίωμα όλων και έρεισμα βελτίωσης της ποιότητας των πανεπιστημίων.

Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών και Visiting Fellow στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών του Κολεγίου St. Αntony΄s της Οξφόρδης.