H Βάσια Ατταριάν είναι μικρή, μόλις 22 ετών. Σπουδάζει στο τμήμα Θεατρολογίας στη Φιλοσοφική της Αθήνας και πριν 2 μήνες«ανέβασε» στο 104 Κέντρο Λόγου και Τέχνης των Εκδόσεων Καστανιώτη, την πρώτη της θεατρική παράσταση. Το «Γιατί Σκότωσα την Καλύτερη μου Φίλη» είναι ένα βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου που εκδόθηκε το 2003. Η παράσταση έχει πάει τόσο καλά που θα βρίσκεται στο 104 Κέντρο Λόγου και Τέχνης μέχρι τη Μεγάλη Τρίτη ενώ λογικά θα ανέβει πάλι και την επόμενη σεζόν. Οσον αφορά τη Βάσια διάβασε το βιβλίο όταν ήταν έφηβη, της άρεσε και η τύχη το έκανε να είναι αυτό με το οποίο θα κάνει το σκηνοθετικό της ντεμπούτο. Η ίδια μας μιλά για το έργο, την κατάσταση στην Ελλάδα και για τη σχέση που έχουν τα κορίτσια μεταξύ τους.

Γιατί διάλεξες για πρώτη παράσταση αυτό το μυθιστόρημα;

Η παράσταση είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Αμάντας Μιχαλοπούλου. Το διάβασα στην εφηβεία και αποτελούσε όνειρο από τότε να το μετατρέψω σε παράσταση. Όταν γνώρισα τη Νάνσυ και τη Στέλλα, τις δύο ηθοποιούς που υποδύονται τώρα τους δύο γυναικείους χαρακτήρες της ιστορίας, θυμήθηκα αμέσως το βιβλίο και η ιδέα άρχισε να γίνεται στόχος. Επίσης, η έντονη πολιτική ζωή των ηρωίδων του βιβλίου έχει άμεση σχέση με το σημερινό πολιτικό τοπίο, οπότε ένιωσα πως είναι η σωστή στιγμή. Μέσα από αυτή την ιστορία μου δινόταν η δυνατότητα να κάνω μια αναδρομή στην πολύ πρόσφατη πολιτική και κοινωνική ιστορία της Ελλάδας, πράγμα που με αφορούσε πολύ.

Τι γίνεται στην παράσταση;

Δύο κορίτσια που έρχονται από διαφορετικούς κόσμους- η Άννα από αυτοεξόριστους Έλληνες γονείς του Παρισιού και η Μαρία από Έλληνες αποικιοκράτες της Αφρικής- συναντιούνται στα 9 τους χρόνια σε ένα σχολείο των Εξαρχείων το 1976. Για τα επόμενα 30 σχεδόν χρόνια παρακολουθούμε την κυριαρχική, ακραία σχέση φιλίας που αναπτύσσεται μεταξύ τους καθώς και την σχέση τους με την πολιτική, καλλιτεχνική και κοινωνική ζωή.

Η ιστορία αφορά την περίοδο μιας φιλίας σε βάθος 30 χρόνων. Πόσο διαφορετικά είναι τα πράγματα σε αυτά τα 30 χρόνια;

Αν μιλάμε για τη φιλία των δύο χαρακτήρων τα πράγματα αλλάζουν συνεχώς όσο οι ηρωίδες μεγαλώνουν. Η σχέση εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου ανατρέπεται κι ύστερα επιστρέφει. Σίγουρα πάντως υπάρχει μία βάση που παραμένει αναλλοίωτη και καθορίζει την κάθε μία χωριστά αλλά και τη σχέση τους. Αν πάλι αναφερόμαστε στο γενικότερο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της εποχής (που φυσικά επηρεάζει σημαντικά τη ζωή των ηρωίδων) εκεί οι αλλαγές και οι εξελίξεις μοιάζουν ακόμα πιο πολλές και έντονες. Από τη Μεταπολίτευση μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Είναι σαν ένα τεράστιο πολιτικοκοινωνικοπολιτισμικό παζλ που διαμορφώνεται μέχρι και τώρα που μιλάμε κομμάτι κομμάτι…

Εχουν περάσει περίπου 10 χρόνια από τότε που βγήκε το βιβλίο. Υπάρχουν πιστεύεις κοινά σημεία με τη σημερινή κατάσταση στην Αθήνα;

Το βιβλίο έχει μέσα πολλές περιγραφές για την κατάσταση που επικρατούσε στην Αθήνα του 2003. Και πέρα από αυτές όμως, όσο μπορώ να συγκρίνω, αναγνωρίζω κοινά σημεία. Νομίζω πως το 2003 είχε ήδη ξεκινήσει μια φθορά σε όλα τα επίπεδα της ζωής που απλώς δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε καθαρά. Υπήρχε ακόμη κάπου κάπου μια (ψευδ)αίσθηση άνθισης. Τώρα αυτή η φθορά μας χτυπάει την πόρτα και κοιτώντας 10 χρόνια πίσω μπορούμε να την εντοπίσουμε…

Είναι και στην πραγματική ζωή επεισοδιακές οι σχέσεις των κοριτσιών;

Μπορούν να γίνουν άκρως επεισοδιακές. Σίγουρα οι γυναικείες φιλίες δεν είναι πάντα εύκολες αλλά νομίζω πως κάθε σχέση μπορεί να γίνει επεισοδιακή ή κυριαρχική ανεξαρτήτως φύλου. Θέλω να πιστεύω πάντως πως υπάρχουν γυναικείες φιλίες – σε αντίθεση με το κλισέ- ίσως έχω σταθεί πολύ τυχερή μέχρι στιγμής.

Θα σκότωνες την καλύτερη σου φίλη;

Μάλλον θα «σκότωνα» όποιον την πείραζε… Πέρα από την πλάκα, νιώθω ευτυχής που η καλύτερή μου φίλη είναι η ίδια τα τελευταία 17 χρόνια και αποτελεί οικογένειά μου – η σχέση μας δεν μοιάζει σε τίποτα με αυτή των ηρωίδων.

Πως σου φαίνεται η οικονομική κατάσταση στην Αθήνα; Είναι εύκολο για ένα νέο κορίτσι να σκηνοθετεί στην Αθήνα του 2012;

Η οικονομική κατάσταση στην Αθήνα, στην Ελλάδα και έξω από αυτήν είναι πολύ σκληρή και όσο περνάει ο καιρός θα το συνειδητοποιούμε όλο και περισσότερο. Με απασχολεί πολύ το γεγονός ότι δεν έχουμε – ή δεν έχω τουλάχιστον- ακριβή αντίληψη του τι συμβαίνει και μοιάζει σαν να μην μπορούμε να αντιδράσουμε ουσιαστικά ούτε σε κοινωνικό ούτε σε πολιτικό επίπεδο. Σε ό,τι αφορά το πόσο επηρέασε η όλη κατάσταση τη συγκεκριμένη δουλειά, σίγουρα σε οικονομικό επίπεδο υπήρξαν μεγάλες δυσκολίες. Αλλά θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό γιατί πέρα από το οικονομικό, τόσο οι συνεργάτες όσο και το 104 των Εκδόσεων Καστανιώτη αντιμετώπισαν το όλο εγχείρημα με αγάπη και υποστήριξη.Θέλω να ελπίζω ότι ο κόσμος θα συνεχίσει να πηγαίνει θέατρο – φυσικά πρέπει και το θέατρο από την πλευρά του να αντιλαμβάνεται ότι έχουν περάσει οι εποχές που το κοινό ήταν σε θέση να πληρώσει ένα υψηλό εισιτήριο για να δει μια παράσταση.

Η συγκεκριμένη οικονομική συγκυρία αποτελεί ευκαιρία για νέους σκηνοθέτες να δείξουν τη δουλειά τους;

Τα πράγματα στο χώρο του πολιτισμού είναι εξαιρετικά δύσκολα. Η κατάσταση επηρεάζει και αυτόν τον τομέα σημαντικά. Παρ’ όλες όμως τις δυσκολίες και τα οικονομικά όρια που στενεύουν συνεχώς, θέλω να πιστεύω πως σε περιόδους κρίσης, η τέχνη ανθίζει και η ανάγκη για έκφραση γεννά ακόμα περισσότερα καινούρια πράγματα.

Πως πάει μέχρι τώρα η παράσταση; Είσαι ευχαριστημένη;

Είμαι πολύ ευχαριστημένη που φαίνεται να συναντάει ένα κοινό όχι μόνο της γενιάς μου αλλά και προηγούμενων (πράγμα που το ήθελα πολύ) και που και οι τρεις ηθοποιοί έχουν αγαπήσει αυτή την ιστορία όσο κι εγώ.

Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου σκηνοθέτες;

Είναι πολλοί οι θεατρικοί σκηνοθέτες που θαυμάζω. Τρέφω έναν ξεχωριστό θαυμασμό για τις σκηνοθεσίες του Θωμά Μοσχόπουλου (από την εποχή του Θεάτρου Αμόρε). Πάντα η οπτική του, η αισθητική του, οι ηθοποιοί του με συγκινούν. Η παράστασή του «Η Ζωή είναι Όνειρο» στο Αμόρε με είχε κάνει να σκεφτώ για πρώτη φορά ότι θα’θελα να ασχοληθώ με το θέατρο. Φυσικά εκτιμώ πολύ και νεότερους όπως την ομάδα των Vasistas ή των Blitz, το Βασίλη Μαυρογεωργίου, τον Κώστα Γάκη – οι δύο τελευταίοι είναι άλλωστε και αυτοί δίπλα στους οποίους μαθαίνω τα τελευταία χρόνια.

Ποια είναι τα επόμενα σου σχέδια; Ποια θες να είναι η επόμενη σου δουλειά;

Ο επόμενος στόχος είναι το πτυχίο. Όσο δύσκολη κι αν είναι αυτή η εποχή προσπαθώ να κάνω σχέδια. Σχέδια λοιπόν, υπάρχουν πολλά, αλλά δεν θεωρώ σε καμία περίπτωση τον εαυτό μου σκηνοθέτη. Έκανα ένα πρώτο βήμα και έμαθα πολλά από αυτό. Η επόμενη σκηνοθεσία – αν προκύψει- θα’ θελα να προκύψει από μια εξίσου δυνατή ανάγκη να πω μια συγκεκριμένη ιστορία και φυσικά από τους ανθρώπους με τους οποίους θα τη μοιραστώ.

ΓΙΑΤΙ ΣΚΟΤΩΣΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΜΟΥ ΦΙΛΗ

κάθε Δευτέρα και Τρίτη (μέχρι τη Μεγάλη Τρίτη) στις 21:30 στο 104 Κέντρο Λόγου και Τέχνης των Εκδόσεων Καστανιώτη, Θεμιστοκλέους 104, Εξάρχεια

βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Αμάντας Μιχαλοπούλου

θεατρική διασκευή: Βάσια Ατταριάν, Σοφία Γαλανάκη

σκηνοθεσία: Βάσια Ατταριάν
πρωτότυπη μουσική: Baby Guru
επιμέλεια κίνησης: Έλενα Γεροδήμου
σκηνικά: Γκάυ Στεφάνου
κοστούμια: Αλεξία Χρυσοχοίδου- Στέλλα Παναγοπούλου
φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης

Παίζουν οι ηθοποιοί: Παναγιώτης Κατσώλης, Νάνσυ Μπούκλη, Στέλλα Νούλη