Το υπαρξιακό δράμα ενός διπλού πράκτορα
Ο «Ανθρώπινος παράγοντας» του Γκράχαμ Γκριν συνδυάζει αριστοτεχνικά τη λαϊκή αφήγηση και τις απαιτήσεις της υψηλής λογοτεχνίας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Εχουν περάσει σαράντα δύο χρόνια από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε Ο ανθρώπινος παράγοντας του Γκράχαμ Γκριν και σαράντα ένα από την κινηματογραφική του μεταφορά σε σκηνοθεσία του Οτο Πρέμιντζερ και σενάριο του Τομ Στόπαρντ. Ο Γκριν είπε κάποτε πως γράφοντας ένα μυθιστόρημα δεν είχε ποτέ κατά νου πώς θα μπορούσε να μεταφερθεί στον κινηματογράφο, αλλά κανείς μυθιστοριογράφος πρώτης γραμμής δεν διαθέτει τη δική του κινηματογραφική ματιά (με εξαίρεση ίσως τον Τζον Λε Καρέ).
Το μυθιστόρημα δεν έχασε ίχνος από τη γοητεία του – ας είναι κι αυτό, όπως και τα υπόλοιπα βιβλία του Γκριν, «χρονολογημένο». Και τούτο για τον απλό λόγο ότι ο σπουδαίος αυτός συγγραφέας ανήκει στους κορυφαίους αφηγητές της δυτικής πεζογραφίας, ένας σύγχρονος κλασικός, καθώς λέει ο κοινός τόπος, που τον διαβάζεις κι ενώ «παραμένεις» στη σελίδα, ανυπομονείς να προχωρήσεις παρακάτω. Ο Γκράχαμ Γκριν και εδώ, όπως και στα άλλα βιβλία του, συνδυάζει με μοναδικό τρόπο τα στοιχεία της λαϊκής αφήγησης με τις απαιτήσεις της υψηλής λογοτεχνίας. Και το εντυπωσιακότερο: κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη χωρίς να στήνει μια περίπλοκη υπόθεση ή να ενσωματώνει εξωτικές περιγραφές στην αφήγηση.
Ο ανθρώπινος παράγοντας έχει χαρακτηριστεί ως «κατασκοπικό μυθιστόρημα» – αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Ο μύθος που εισάγει ο Γκριν είναι μεν ένας καθρέφτης του Ψυχρού Πολέμου, όμως το ψυχολογικό και υπαρξιακό του βάθος μας παραπέμπει σε εκείνο που υποδεικνύει ο τίτλος του μυθιστορήματος: τον «ανθρώπινο παράγοντα», βασικό για τη δημιουργία ολοκληρωμένων χαρακτήρων.
Ενας μεσήλικος κατάσκοπος
Πρωταγωνιστής είναι ο Μορίς Κάσελ, ένας ηλικιωμένος βρετανός πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών (της γνωστής ΜΙ6) που δρούσε στην Αφρική έχοντας την ευθύνη για τις εκεί βρετανικές αποικίες. Για ένα διάστημα έδρασε στη Νότια Αφρική, έχοντας οργανώσει ένα δίκτυο πρακτόρων. Ανάμεσά τους ήταν και μια μαύρη, η Σάρα, που την ερωτεύτηκε. Ενας κομμουνιστής βοήθησε τη Σάρα και τον γιο της Σαμ να διαφύγουν από τη Νότια Αφρική του απαρτχάιντ και να επιστρέψουν στην Αγγλία, όπου ο Κάσελ παντρεύτηκε τη Σάρα. Την αγαπούσε βαθιά και φερόταν άψογα στον γιο της.
Ο Κάσελ ζούσε μια ήσυχη ζωή περιμένοντας να συνταξιοδοτηθεί. Εν τούτοις, τα πράγματα θα άλλαζαν. Στην υπηρεσία του διαπιστώνουν ότι υπάρχει μια διαρροή μυστικών της ΜΙ6 στους Σοβιετικούς. Ο Κάσελ και ο κατά πολύ νεότερος βοηθός του, Ντέιβις, αναλαμβάνουν να διαλευκάνουν την υπόθεση. Σύντομα οι υποψίες πέφτουν στον Ντέιβις, όμως η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Από τον υπεράνω πάσης υποψίας Κάσελ διαρρέουν τα μυστικά κι αναπόφευκτα οι υποψίες θα πέσουν πάνω του και ο κλοιός γύρω του θα αρχίσει να κλείνει.
Τι συμβαίνει κι ένας για χρόνια συνεπής βρετανός πράκτορας αρχίζει να διοχετεύει μυστικά της υπηρεσίας του στους Σοβιετικούς; Ο απαράμιλλος Γκριν έχει μια εξαιρετικά πειστική εξήγηση, που υπερβαίνει το λεγόμενο σασπένς: ο Κάσελ αισθάνεται υποχρεωμένος να βοηθήσει τους κομμουνιστές, γιατί αυτοί βοήθησαν να διαφύγει από το ρατσιστικό καθεστώς της Νότιας Αφρικής η γυναίκα που αγαπά. Πρέπει όμως να προσθέσουμε και το μίσος του για το απαρτχάιντ, όπως και το συνειδησιακό πρόβλημα που του δημιουργεί η ανοχή του καθεστώτος από τον αγγλοαμερικανικό κόσμο.
Δεν πρόκειται μόνο για σπουδαίο αφηγηματικό εύρημα: συνιστά απόδειξη του ποια είναι η σημασία του ανθρώπινου παράγοντα στη συμπεριφορά, την ψυχολογία και τον τρόπο που λειτουργεί ο καθένας. Τι οδηγεί έναν κατάσκοπο σαν τον Κάσελ, που υπηρέτησε πιστά για πολλά χρόνια τη χώρα του, να καταλήξει διπλός πράκτορας; Γνωρίζοντας το ψυχροπολεμικό κλίμα της δεκαετίας του 1960, θα έλεγε κανείς πως το πρότυπο για τον Κάσελ υπήρξε ο Κιμ Φίλμπι, που διοχέτευε απόρρητα έγγραφα και πληροφορίες της ΜΙ6 στους Σοβιετικούς. Ενας επιπλέον λόγος είναι ίσως και το ότι ο Φίλμπι υπήρξε προϊστάμενος του Γκράχαμ Γκριν, όταν ο τελευταίος υπηρετούσε στις μυστικές υπηρεσίες – αν και ο συγγραφέας αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι στο πρότυπο του Φίλμπι δημιούργησε τον Κάσελ.
Βρετανός ή Αφρικανός;
Τους χαρακτήρες που παρελαύνουν στο βιβλίο ο αναγνώστης θα τους θυμάται για πολύν καιρό. Ο Γκριν είπε πως στόχος του ήταν να γράψει ένα κατασκοπικό μυθιστόρημα χωρίς ίχνος ρομαντισμού, που να μην περιέχει βία, με πράκτορες οι οποίοι να μη μοιάζουν με τον Τζέιμς Μποντ, αλλά να είναι φιλήσυχοι πολίτες που κάνουν απλώς μια δουλειά, όπως λ.χ. οι υπάλληλοι των τραπεζών, και περιμένουν να βγουν στη σύνταξη. Αυτό όμως είναι απλώς το πλαίσιο. Κι άλλοι χαρακτήρες σαν τον Κάσελ, μεσήλικες κι εκείνοι, παρουσιάζονται σαν να μην καταλαβαίνουν πλέον τον σύγχρονο κόσμο και να βασανίζονται από τις αντιφάσεις τους (δεδομένου ότι η αντίφαση είναι βασικό γνώρισμα του ανθρώπινου παράγοντα, μοιάζει να μας λέει ο σπουδαίος αυτός συγγραφέας). Κι αν απορεί κάποιος πώς γίνεται κι ένας νομιμόφρων κατάσκοπος της Βρετανίας προδίδει την πατρίδα του στη δύση της επαγγελματικής του καριέρας, ίσως θα πρέπει να αναρωτηθεί αν όντως o Κάσελ αισθάνεται Βρετανός. Μήπως άραγε νιώθει κατά βάθος «Αφρικανός»;
Ο Γκριν, που ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο, ισχυριζόταν πως ταξίδευε για «να μη βαριέται». Ελεγε όμως και πως ήθελε να γνωρίσει από πρώτο χέρι τους τόπους όπου τοποθετούσε τη δράση των μυθιστορημάτων του – χαρακτηριστικό του ρεπόρτερ για τον οποίο η «αυτοψία» είναι το μέγα ζητούμενο. (Ο Γκριν, ας θυμίσω, πέρασε από τη δημοσιογραφία με μεγάλη επιτυχία.)
Οι αναγνώστες που αγαπούν τα μυθιστορήματα του Γκράχαμ Γκριν και του Τζον Λε Καρέ και τους αρέσουν οι παράλληλες αναγνώσεις θα βρουν ομοιότητες ανάμεσα στον Ανθρώπινο παράγοντα του πρώτου και το Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι του δεύτερου.
Ο χαλκέντερος Αχιλλέας Κυριακίδης ανήκει στους καλύτερους μεταφραστές μας. Μετέφερε θαυμάσια στη γλώσσα μας το μυθιστόρημα του Γκριν.

