«Τα έργα τέχνης δεν γίνονται από τύχη»
Ο καναδός πρωτοπόρος της εννοιολογικής προσέγγισης στη φωτογραφία παρουσιάζει έργα του στην πρώτη του ατομική έκθεση στην Ελλάδα, στη Συλλογή Γιώργου Οικονόμου
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Καθώς το καλοκαίρι στην Αθήνα αποδεικνύεται «καυτό» όσον αφορά την παρουσία εκθέσεων διεθνούς κύρους, η Συλλογή Γιώργου Οικονόμου βάζει το δικό της λιθαράκι σε αυτή την κοσμοπολίτικη αύρα παρουσιάζοντας έργα του Τζεφ Γουόλ. Πρόκειται μάλιστα για την πρώτη ατομική έκθεση στην Ελλάδα του καναδού μετρ της φωτογραφίας, ο οποίος θεωρείται πρωτοπόρος της εννοιολογικής φωτογραφίας μαζί με την Αμερικανίδα Σίντι Σέρμαν και τον Γερμανό Αντρέας Γκούρσκι.
Οι 14 φωτογραφίες της έκθεσης προέρχονται από ιδιωτικές συλλογές και από το «portfolio» του ίδιου του καλλιτέχνη. Θα δούμε λοιπόν έργα από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 αλλά και πρόσφατες δουλειές, όπως τα επέλεξαν ο ιστορικός τέχνης Φίλιπ Κάιζερ και η διευθύντρια της Συλλογής Γιώργου Οικονόμου Σκάρλετ Σματάνα, σε στενή συνεργασία με τον καλλιτέχνη. Οπως εξηγεί στο «Βήμα» ο Γουόλ: «Ο Γιώργος Οικονόμου είχε αποκτήσει το έργο «Aneviction» πριν από λίγο καιρό και θέλαμε να το παρουσιάσουμε μαζί με κάποια τοπία πόλης που είχα τραβήξει την ίδια περίοδο – μεταξύ 1987 και 1994. Οπότε αυτές οι εικόνες – όλες φωτογραφικές διαφάνειες που φωτίζονται στο πίσω μέρος τους, από τα «φωτεινά κουτιά» – θα βρίσκονται στο ισόγειο του εκθεσιακού χώρου. Επειτα, στη Συλλογή προστέθηκε πρόσφατα το δίπτυχο «SummerAfternoons». Δεδομένου ότι σε αυτό εικονίζονται γυμνές φιγούρες, στα υπόλοιπα έργα (στον επόμενο όροφο) οι θεματικές σχετίζονται με την ένδυση. Στον τελευταίο όροφο η σύνδεση των έργων γίνεται με αφορμή τη δική μου εκδοχή για τον «Αόρατο Ανθρωπο» του Ραλφ Ελισον. Σε όλες τις φωτογραφίες διακρίνονται άνθρωποι οι οποίοι στοχάζονται με κάποιον τρόπο, καθώς είτε διαβάζουν, γράφουν ή απλώς ονειροπολούν. Δεν νομίζω ότι όλες αυτές οι φωτογραφίες έχουν παρουσιαστεί στην Ελλάδα, οπότε σε αυτή την περίσταση νιώθω ότι θα είναι κάτι καινούργιο για το κοινό της Αθήνας».
Η αλήθεια είναι ότι όσες φορές κι αν τις έχεις δει στην οθόνη ενός υπολογιστή, οι υπέροχες, μεγαλοπρεπείς, μνημειώδεις, κατά γενική ομολογία, φωτογραφίες του Τζεφ Γουόλ σε εκπλήσσουν κάθε φορά που τις βλέπεις διά ζώσης και αντικρίζεις αυτό το αόριστο αίνιγμα που υπάρχει πίσω από κάθε χειρονομία και κάθε βλέμμα ή σε ένα τοπίο μέσω του οποίου διερευνά τις φιλοσοφικές προεκτάσεις που συνδέονται με την αναπαράσταση. Γιατί βέβαια είναι άψογα σκηνοθετημένες προκειμένου να επιτευχθεί αυτό το εφέ και στην ουσία συνιστούν μικρές κινηματογραφικές παραγωγές. «Η τύχη είναι ένα διαρκές στοιχείο στη διαδικασία της σύνθεσης. Δεν μπορώ να σκεφτώ ούτε ένα έργο που έχω κάνει στο οποίο τα ατυχήματα δεν έχουν παίξει έναν σημαντικό ρόλο» αντιλέγει ο Γουόλ.
Αν τον έχουν κατηγορήσει για κάτι είναι ότι «φοβόταν» να βγει έξω στον πραγματικό κόσμο και να τραβήξει φωτογραφίες όπως κάνει ένας «πραγματικός» φωτογράφος. «Βασικά το έχω κάνει αρκετές φορές. Ομως κατά κανόνα δεν είμαι αυτό που αποκαλούμε streetphotographer, αν και όχι επειδή έχω τόσο μεγάλη έγνοια για την ιδιωτικότητα των άλλων. Αλλωστε, στις περισσότερες δημοκρατικές χώρες είναι απολύτως νόμιμο να φωτογραφίζεις κόσμο σε δημόσιους χώρους. Δεν ασχολούμαι με τις αυθόρμητες σκηνές δρόμου γιατί μου αρέσει να συνθέτω τις εικόνες μου με άλλους τρόπους».
Οι τρόποι αυτοί περιλαμβάνουν τις άμεσες αναφορές σε έργα σπουδαίων καλλιτεχνών του 19ου αιώνα (Μανέ, Ντελακρουά, Χοκουσάι κ.ά.) και αναδεικνύουν πώς επαναπροσδιορίζει το μεγαλείο του φυσικού τοπίου συνδέοντάς το με τη μοντέρνα ζωή. Εξάλλου, ο 76χρονος Γουόλ σπούδασε ζωγραφική και σχέδιο, στις μεταπτυχιακές σπουδές του επικεντρώθηκε στην εννοιολογική τέχνη, ενώ το διδακτορικό του ήταν πάνω στον ζωγράφο Μανέ.
«Οντως έχω ως σημείο αναφοράς άλλα έργα σε ορισμένα από τα δικά μου. Οταν το κάνω είναι πολύ προφανές. Διαφορετικά, νομίζω ότι ο θαυμασμός μου για τη δουλειά άλλων καλλιτεχνών μάλλον παρεισφρέει στη δουλειά μου με τρόπους που ούτε καν προσπαθώ να αναλύσω. Εργα που θαυμάζω είναι πάντα ενεργά με κάποιον τρόπο στο μυαλό μου ακόμα και όταν δεν τα σκέφτομαι, και δεν προβάλλω αντίσταση σε αυτή την παρόρμηση. Τα έργα τα οποία δεν μου αρέσουν δεν τα σκέφτομαι ποτέ. Αλλά υποθέτω ότι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μου ασκούν επιρροή με κάποιον ασύνειδο τρόπο».
Κάπως έτσι λοιπόν δημιουργείται η φωτογραφία ως τέχνη, ή τουλάχιστον δημιουργούνταν σε εποχές που δεν ήταν ο καθένας εν δυνάμει φωτογράφος. «Νομίζω ότι πλέον οι άνθρωποι τραβάνε φωτογραφίες για να τις στέλνουν στους φίλους τους και να μην μπαίνουν στον κόπο να περιγράφουν κάτι με λέξεις. Η εικόνα που έχει τραβηχτεί από μια φωτογραφική μηχανή είναι ένα εν δυνάμει έργο τέχνης. Αλλά υπάρχουν ορισμένα αξιολογικά κριτήρια που αναγνωρίζουν τις φωτογραφίες ως τέχνη, ακόμα και όταν δεν τραβήχτηκαν με καλλιτεχνική πρόθεση. Κάποιες φορές αυτές οι φωτογραφίες παρουσιάζονται σε εκθέσεις ως «ερασιτεχνική» (vernacular) φωτογραφία. Ετσι λειτουργεί το μέσο, ορισμένες σπουδαίες εικόνες μπορεί να τραβηχτούν κατά τύχη. Ομως τα περισσότερα έργα τέχνης γίνονται από καλλιτέχνες και όχι από τύχη».

