Έντυπη Έκδοση Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους Στον απόηχο της μεγάλης αναδρομικής του Γιάννη Μόραλη στο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, στον δεύτερο όροφο του κεντρικού κτιρίου του Μουσείου επί της Κουμπάρη, φιλοξενείται μια μικρή έκθεση που αξίζει την προσοχή μας. Με τίτλο της «Ο δάσκαλος Γιάννης Μόραλης» (ως τις 5/5) αποσκοπεί να τονίσει «πώς η ελεύθερη διδασκαλία που εκείνος υιοθέτησε διαμόρφωσε τελικά τους σπουδαστές του με τέτοιον τρόπο αφήνοντας πίσω όχι απλούς επιγόνους αλλά αυθύπαρκτες καλλιτεχνικές οντότητες που ακολούθησαν ριζικά διαφορετικούς δρόμους», όπως σημειώνουν οι επιμελητές Σπύρος Μοσχονάς και Κωνσταντίνα Ντακόλια στον κατάλογο.
Πράγματι, είναι εντυπωσιακό να δει κανείς πώς ο επί 36 συναπτά έτη (1947-1983) καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών μετέδωσε τη συστηματοποιημένη γνώση που είχε συσσωρεύσει στους πιο σημαντικούς ζωγράφους του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα αλλά και ακόμα παραπέρα. Σε καλλιτέχνες δηλαδή όπως η Μαριλένα Αραβαντινού, η οποία φοίτησε στην πρώτη φουρνιά μαθητών του το 1948, ο Νίκος Κεσσανλής, ο οποίος θήτευσε πλάι του στα μέσα της δεκαετίας του ’50, ο Χρόνης Μπότσογλου, μαθητής του τη δεκαετία του ’60, ο Θανάσης Μακρής, της δεκαετίας του ’70, αλλά και ο Κώστας Παπανικολάου, ένας από τους τελευταίους ζωγράφους που έκλεισαν την εκπαιδευτική καριέρα του Μόραλη το 1983. Σε κάθε περίπτωση διαφαίνεται ξεκάθαρα αυτό που πίστευε και πρέσβευε ο δάσκαλός τους, ότι δηλαδή «η ζωγραφική είναι μία, οι μορφές αλλάζουν».
Εμφαση στο σχέδιο
Ο Μόραλης δεν διαφοροποίησε σε εκκωφαντικό βαθμό την κατεύθυνση της διδασκαλίας του, μολονότι το προσωπικό ζωγραφικό του ιδίωμα εξελισσόταν αισθητά μέσα στα χρόνια. Οταν εξελέγη στην Καλών Τεχνών το ύφος του βρισκόταν κοντά στον ακαδημαϊσμό, και ας είχε φιλοτεχνήσει εκείνη την περίοδο έργα που ξέφευγαν από αυτή την προσέγγιση, όπως για παράδειγμα τις «Δύο φίλες». Ο Μόραλης παρ’ όλα αυτά δίδασκε τον φορμαλισμό, δηλαδή έδινε έμφαση στο σχέδιο, στην πιο απλοποιημένη του εκδοχή για να ξεφεύγει από τον ακαδημαϊσμό, αλλά και στο χρώμα. «Δίδασκε ζωγραφική και σχέδιο ως μεθοδολογία και όχι ως καλλιτεχνικές αναζητήσεις και εκφράσεις» σημειώνουν οι επιμελητές και το βλέπεις ξεκάθαρα στην έκθεση. Είναι εντυπωσιακός ο σχεδόν απόλυτα κοινός τόπος αφετηρίας των φοιτητών στα σπουδαστικά τους έργα (στην πλειονότητά τους από την Πινακοθήκη της ΑΣΚΤ) τα οποία παρατίθενται δίπλα σε έναν ή και περισσότερους πίνακες ώριμων περιόδων τους (τα περισσότερα από τη συλλογή Σωτήρη Φέλιου), όπου η φορμαλιστική προσέγγιση που διδάχθηκαν αμβλύνεται αλλά και εξαφανίζεται ανά περίπτωση.
Πάνω στις διδαχές του
Γιατί σε αυτό το «ζωντανό δραστήριο εργαστήριο, μ’ έναν ζωντανό δάσκαλο, μέσα σ’ ένα ευρύ περιβάλλον όπου είχες την αίσθηση ότι τα πράγματα ήταν σχεδόν ακίνητα» η Ρένα Παπασπύρου, όπως περιγράφει η ίδια, για παράδειγμα ξεκίνησε να ζωγραφίζει έργα όπως ο πίνακας «Νυχτερινό Υπαιθρο» (1958) πατώντας πάνω στις ακαδημαϊκές διδαχές του Μόραλη όσον αφορά τη χρωματική της κλίμακα. Τελικά όμως έφτασε στο να αποτοιχίζει επιφάνειες όπως φαίνεται στο έργο «Εικόνες στην ύλη» (1983-1984) και να δημιουργεί έργα αυθύπαρκτα, φτιαγμένα από τα ιδιαίτερα μορφολογικά στοιχεία κατασκευής τους. Την έκθεση συμπληρώνουν ορισμένες μεγεθυσμένες ασπρόμαυρες φωτογραφίες με τον Μόραλη και τους μαθητές του στο εργαστήριο που επιβεβαιώνουν έστω και φευγαλέα την ατμόσφαιρα που ανακαλεί η Παπασπύρου. Υπάρχουν και τρεις μικρές οθόνες με τα βιογραφικά των μαθητών, μια απαραίτητη εκπαιδευτική νότα για όσους θέλουν να γνωρίσουν σε μεγαλύτερο βάθος το εύρος των κυματισμών, σαν ομόκεντρους κύκλους, της επιρροής του δασκάλου στους ταλαντούχους μαθητές του.