Οι ενεργειακές προκλήσεις για τη νέα κυβέρνηση
Στο σημείο μηδέν βρίσκονται οι αποκρατικοποιήσεις – Το μεγαλύτερο «βαρίδι» η ΔΕΗ – Αγκάθια στις «πράσινες» επενδύσεις
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Η αλλαγή σκυτάλης στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου θα γίνει με τις ενεργειακές αποκρατικοποιήσεις ακόμη «μετέωρες», τη ΔΕΗ στο… κόκκινο και την εφαρμογή στην Ελλάδα του Μοντέλου Στόχου της ΕΕ (Target Model) για την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας να έχει καθυστερήσει, με αρνητικές συνέπειες για τον ανταγωνισμό στο λιανεμπόριο ρεύματος, όπως επισήμανε προ ημερών και η Κομισιόν.
Εθνικό Σχέδιο
Σε κάθε περίπτωση η χώρα έχει πια έναν… μπούσουλα, το μακροχρόνιο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, ο οποίος θέτει φιλόδοξους στόχους – αν και ορισμένες πλευρές θα τον ήθελαν πιο τολμηρό ως προς την απεξάρτηση της χώρας από το κάρβουνο. Για να υλοποιηθούν ωστόσο οι συγκεκριμένοι στόχοι, απαιτείται η υλοποίηση ενός ισχυρού προγράμματος επενδύσεων που προϋπολογίζεται στα 32 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα καλείται πλέον, στο πλαίσιο των δεσμευτικών στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού για την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής, να επαναθεμελιώσει την ενεργειακή της πολιτική, με προσωρινό «στήριγμα» το φυσικό αέριο, ως ενδιάμεσο καύσιμο, και να δρομολογήσει τη μετάβαση σε ένα αειφόρο ενεργειακό σύστημα, στηριζόμενο στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).
Οι συμπληγάδες
Ωστόσο, για να υλοποιηθούν επενδύσεις στην «πράσινη» ενέργεια στη χώρα μας θα πρέπει να περάσουν από τις συμπληγάδες της γραφειοκρατίας, καθώς – όπως καταγγέλλουν ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών από ΑΠΕ (ΕΣΗΑΠΕ) και η Ελληνική Επιστημονική Ενωση Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) – η αδειοδοτική διαδικασία για ένα αιολικό πάρκο μπορεί να διαρκέσει από οκτώ έως και 15 έτη. Μάλιστα, υπάρχουν περιπτώσεις αιολικών πάρκων που η λειτουργία τους καθυστέρησε μία εικοσαετία. Παράλληλα, για να γίνει το επόμενο βήμα και με δεδομένη τη στοχαστικότητα των ΑΠΕ, θα πρέπει να προωθηθεί και το απαραίτητο θεσμικό πλαίσιο για την αποθήκευση ενέργειας.
Το μεγαλύτερο «βαρίδι» πάντως στο χαρτοφυλάκιο της ενέργειας αποτελεί η ΔΕΗ, με τα οικονομικά της αποτελέσματα να ρίχνουν βαριά σκιά στη διοίκηση της εταιρείας και τη διάσωσή της να απαιτεί αποφάσεις δύσκολες και με μεγάλο πολιτικό κόστος (π.χ. αύξηση τιμολογίων ρεύματος) από την επόμενη κυβέρνηση.
Αποκρατικοποιήσεις
Οσον αφορά τις αποκρατικοποιήσεις, η αποεπένδυση της ΔΕΗ έχει παγώσει, με το μέλλον της να εξαρτάται από τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης. Η προθεσμία για κατάθεση δεσμευτικών προσφορών για την πώληση των μονάδων Μεγαλόπολης και Φλώρινας έχει μετατεθεί για τις 15 Ιουλίου, αλλά θεωρείται αμφίβολο να υπάρξει ανταπόκριση από τους επενδυτές δεδομένης της ρευστής πολιτικής κατάστασης. Η ΝΔ έχει εκφράσει επανειλημμένως την πρόθεση στα χαρτοφυλάκια των προς πώληση λιγνιτικών μονάδων να προσθέσει και υδροηλεκτρικές μονάδες, αν και τον τελικό λόγο για αυτό τον έχει η Κομισιόν.
Στο σημείο μηδέν βρίσκονται και οι αποκρατικοποιήσεις των Ελληνικών Πετρελαίων (ΕΛΠΕ) και της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ). Οι αποφάσεις για επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού της πώλησης του 50,1% των ΕΛΠΕ (ο πρώτος είχε κηρυχθεί άγονος) έχουν μετατεθεί από μετόχους και κόμματα για μετά τις εκλογές. Αλλωστε, δεν είναι βέβαιο ότι οι δανειστές θα επιμείνουν στην ιδιωτικοποίηση του ομίλου.
Η ΔΕΠΑ
Οσο για τη ΔΕΠΑ, ύστερα από μια 20ήμερη περίοδο ακυβερνησίας, η καρατόμηση του Δημήτρη Τζώρτζη από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και η ανάληψη των καθηκόντων του από τον πρόεδρο της εταιρείας κ. Αρη Δότση δεν έχουν επαναφέρει την ηρεμία στο προσωπικό, καθώς εκκρεμεί η τακτοποίηση των εργολαβικών εργαζομένων. Η πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για το 50,1% της ΔΕΠΑ Εμπορίας μετατίθεται από μήνα σε μήνα, αν και στην περίπτωση που εκλεγεί η ΝΔ ο σχεδιασμός πιθανότατα να αλλάξει. Κορυφαία στελέχη της έχουν αντιτεθεί στον ιδιοκτησιακό διαχωρισμό του ομίλου σε Εμπορίας και Υποδομών, οπότε αποτελεί ζητούμενο το πώς θα προχωρήσει η ιδιωτικοποίησή της.
Πέρα από τις αποκρατικοποιήσεις, η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να διαχειριστεί και τη συνεχιζόμενη ένταση από πλευράς Τουρκίας για τη διεκδίκηση μεριδίου των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου. Στο κεφάλαιο υδρογονάνθρακες, πέρα από τους προφανείς πολιτικούς λόγους, είναι και το ενδιαφέρον εταιρειών-κολοσσών για την περιοχή (Exxon Mobil, Total κ.ά.) που έχουν ανεβάσει τις προσδοκίες όσων θέλουν να πιστεύουν ότι θα… πνιγούμε στο πετρέλαιο.
Ωστόσο, οι πρόσφατες δηλώσεις του επικεφαλής της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) κ. Ιωάννη Μπασιά θέτουν το ζήτημα σε ρεαλιστική βάση. Μιλώντας σε ημερίδα διευκρίνισε ότι στην Ελλάδα σήμερα γίνεται έρευνα και όχι εξορύξεις, εκτός από τις εγκαταστάσεις του Πρίνου, όπου παράγεται το 1% των αναγκών της χώρας καθημερινά. «Αυτό σημαίνει ότι εάν θέλουμε πραγματικά να λέμε πως θα μπούμε στις χώρες που έχουν παραγωγή, θα πρέπει να ανακαλύψουμε κοιτάσματα τα οποία σε επίπεδο εκμεταλλευσιμότητας θα είναι 500 εκατομμύρια βαρέλια ή 3 τρισ. κυβικά πόδια και όχι λιγότερο»τόνισε, επισημαίνοντας ότι υπάρχουν περιοχές, όπως δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης, νότια της Κρήτης και στο Νότιο Ιόνιο, όπου η πιθανότητα να βρεθούν μεγάλα κοιτάσματα, ιδιαίτερα φυσικού αερίου, είναι μεγάλες.
Υπογράμμισε ωστόσο ότι παραγωγή στη χώρα, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα έρθει ύστερα από επτά με οκτώ χρόνια. Πάντως, η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να διαχειριστεί και τις αντιδράσεις κατά των εξορύξεων τοπικών κοινωνιών και οργανώσεων, σε περιοχές όπως τα Ιωάννινα ή η Κεφαλλονιά.

