Οι εκβιασμοί Ερντογάν και τοαμερικανικό σχέδιογια συμμαχία Ισραήλ,Ελλάδας, Κύπρου
Η πρωτοβουλία για «τόξο ασφαλείας» που θα ξεκινά από την περιοχή μας και θα φθάνει ως την Πολωνία. Η σύμπλευση αλλά και οι ανησυχίες της Αθήνας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Η διαμόρφωση ενός τόξου ασφαλείας, αποτελούμενου από το Ισραήλ, την Ελλάδα και την Κύπρο, φαίνεται ότι είναι η πρόθεση συγκεκριμένων κέντρων εξουσίας στην Ουάσιγκτον, σε μια περίοδο που σοβεί βαθιά διένεξη μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Τουρκίας λόγω της πρόθεσης της Αγκυρας να προμηθευθεί το ρωσικό αντιπυραυλικό σύστημα S-400. Η κίνηση αυτή, που τοποθετεί την Ελλάδα στο κέντρο ενός «άτυπου» δυτικού συνόρου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αντικατοπτρίζεται σαφώς στο νομοσχέδιο που πρόσφατα εισήγαγαν οι γερουσιαστές Ρόμπερτ Μενέντεζ (Δημοκρατικός) και Μάρκο Ρούμπιο (Ρεπουμπλικανός) με τίτλο «Νόμος για μια Εταιρική Σχέση για την Ασφάλεια και την Ενέργεια στην Ανατολική Μεσόγειο». Ο κ. Μενέντεζ πρόκειται να επισκεφθεί αύριο την Κύπρο, ενώ την προσεχή Παρασκευή αναμένεται στην Αθήνα, όπου θα έχει συναντήσεις με όλους τους κορυφαίους παράγοντες, μεταξύ των οποίων ο Αλέξης Τσίπρας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η διένεξη
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι αμερικανικές επιλογές εκπορεύονται στην παρούσα φάση από την απόλυτα απρόβλεπτη και σχεδόν προσβλητική, όπως ορισμένοι αμερικανοί διπλωμάτες τη χαρακτηρίζουν, στάση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έναντι της Ουάσιγκτον. Η επιλογή του να προχωρήσει στην αγορά των S-400 και να εμβαθύνει τη σχέση του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν έχει εξοργίσει τους λήπτες αποφάσεων στην αμερικανική πρωτεύουσα. Τα σημεία διαφωνίας των δύο πλευρών δεν περιορίζονται στην προμήθεια του εν λόγω αμυντικού συστήματος, αλλά αυτή αποτελεί την κορωνίδα της διένεξης. Ο λόγος είναι ότι η προμήθειά του (την οποία ο κ. Ερντογάν χαρακτήρισε πρόσφατα «τελειωμένη υπόθεση») έρχεται σε άμεση σύγκρουση με την παράλληλη προμήθεια του μαχητικού αεροσκάφους 5ης γενιάς F-35. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διαμηνύσει σε κάθε δυνατό επίπεδο ότι η παράλληλη προμήθεια των S-400 και των F-35 δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή. Η κορυφαία παρέμβαση υπήρξε αυτή του αμερικανού αντιπροέδρου Μάικ Πενς κατά την πρόσφατη Σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ: «Η Τουρκία πρέπει να διαλέξει. Θέλει να παραμείνει ένας κρίσιμος εταίρος στην πιο επιτυχημένη στρατιωτική συμμαχία της Ιστορίας ή θέλει να διακινδυνεύσει αυτή τη σχέση, λαμβάνοντας τόσο απρόσεκτες αποφάσεις που υποσκάπτουν τη συμμαχία μας;».
Στην παρούσα φάση δεν διαφαίνεται λύση στον ορίζοντα για την αποκατάσταση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Σε αυτό συμβάλλει και το αποτέλεσμα των πρόσφατων τοπικών εκλογών στην Τουρκία, στις οποίες το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του προέδρου Ερντογάν υπέστη σοβαρή ήττα, χάνοντας σε όλες τις μεγάλες πόλεις, με αποκορύφωμα την Κωνσταντινούπολη. Η δε ενίσχυση του στενού συμμάχου του, του υπερεθνικιστικού Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, μάλλον δεν θα βοηθήσει σε εξομάλυνση των σχέσεων με τη Δύση και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ιδιαίτερα αναφορικά με τη στάση της Τουρκίας έναντι των Κούρδων στη Συρία – έτερο «αγκάθι» στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Ο ρόλος του Ισραήλ
Το νομοσχέδιο που κατέθεσαν στη Γερουσία οι κ.κ. Μενέντεζ και Ρούμπιο προετοιμαζόταν εδώ και καιρό. Αυτοί που γνωρίζουν σημειώνουν ότι κομβικό ρόλο στη διαμόρφωσή του διαδραμάτισαν εβραϊκές ομογενειακές οργανώσεις (όπως π.χ. η Αμερικανοεβραϊκή Επιτροπή), αλλά και το δραστήριο Συμβούλιο Ελληνοαμερικανικής Συνεργασίας. Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι επί κυβερνήσεως Τραμπ η επιρροή του επονομαζόμενου εβραϊκού λόμπι στην Ουάσιγκτον έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Αυτό έχει ως συνέπεια η αμερικανική πλευρά να στηρίζει χωρίς δεύτερες σκέψεις τις επιλογές και τις ιδέες της σημερινής ισραηλινής ηγεσίας υπό τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος αναμένεται προσεχώς να αναλάβει για πέμπτη φορά τα καθήκοντα του πρωθυπουργού της χώρας.
Μία από τις πλέον επεξεργασμένες ιδέες του Τελ Αβίβ είναι η δημιουργία ενός στρατηγικού χώρου που θα εκκινεί από το Ισραήλ, θα περνά από την Κύπρο και την Ελλάδα, θα συνεχίζει προς τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία και θα φθάνει ως την Ουγγαρία. Η επιλογή αυτή, εξηγούν άριστα ενημερωμένες πηγές, κατέστη αναγκαία μετά την κατάρρευση της στρατηγικής σχέσης με την Τουρκία. Η ιδέα αυτή «κουμπώνει» σχεδόν ιδανικά με τους σχεδιασμούς του πρώην αμερικανού υφυπουργού Εξωτερικών για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας Γουές Μίτσελ για τη δημιουργία ενός τόξου «μετωπικών κρατών» και συμμάχων των ΗΠΑ, από την Πολωνία ως το Ισραήλ. Ο σχεδιασμός του Τελ Αβίβ δεν περιορίζεται μόνο σε αυτή τη διάσταση. Εκτείνεται και βαθύτερα προς τον Περσικό Κόλπο, με τη δημιουργία ενός είδους «Αραβικού ΝΑΤΟ» στο οποίο θα συμμετέχουν συντηρητικά σουνιτικά αραβικά κράτη που διακρίνονται από ένα κοινό χαρακτηριστικό: την ανησυχία τους για το Ιράν.
Η ανησυχία της Αθήνας
Η κυβέρνηση Τσίπρα αλλά και η Λευκωσία έχουν αποφασίσει να συνταχθούν με αυτούς τους σχεδιασμούς – τουλάχιστον ως έναν βαθμό – τόσο στην ασφάλεια όσο και στην ενέργεια. Η ανησυχία της Αθήνας είναι η πιθανή μετατροπή της σε στόχο των χωρών εκείνων που βρίσκονται στο επίκεντρο των αμερικανοϊσραηλινών σχεδιασμών – ιδιαίτερα της Ρωσίας ή και του Ιράν -, αλλά η μεγαλύτερη ανησυχία πηγάζει από την τροφοδότηση της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης. Αλλωστε η σημερινή Τουρκία και, σε δεύτερο πλάνο, το Κατάρ είναι οι δύο χώρες που βρίσκονται εκτός αυτών των σχεδιασμών λόγω τόσο των καλών σχέσεών τους με την Τεχεράνη όσο και της συμπάθειάς τους στους Παλαιστινίους (της Χαμάς). Η Αθήνα εκτιμά πολύ ότι η Ουάσιγκτον πιέζει την Αγκυρα να διαλέξει μεταξύ S-400 και F-35, καθώς η παράλληλη προμήθεια των δύο συστημάτων θα μετέβαλλε δραστικά εναντίον της Ελλάδας τη στρατιωτική ισορροπία στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο η ελληνική πλευρά γνωρίζει ότι μια εκτράχυνση των σχέσεων με την Αγκυρα δεν συνιστά ευνοϊκό σενάριο. Αυτός είναι ο λόγος που επιδιώκεται η διατήρηση των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με το «θηρίο». Οι πολιτικές διαβουλεύσεις μεταξύ των δύο υπουργείων Εξωτερικών, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν χθες στην Αθήνα, αλλά και οι σχεδιαζόμενες επαφές επί των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης μεταξύ των υπουργείων Αμυνας εντάσσονται σε αυτό το πλαίσιο.
Η ενεργειακή συνεργασία
Το αμερικανικό σκεπτικό για την Ελλάδα αλλά και για την Κύπρο ενέχει έναν διευρυμένο ρόλο σε θέματα άμυνας και ασφάλειας. Η ενεργειακή συνεργασία συνιστά παράλληλη διαδικασία. Αυτό καθίσταται σαφές από συγκεκριμένες προβλέψεις του νομοσχεδίου Μενέντεζ – Ρούμπιο, όπως π.χ. η πρόταση για χορήγηση, για το έτος 2020, ποσού ύψους 3 εκατ. δολαρίων στη χώρα μας μέσω του προγράμματος «Foreign Military Financing», ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να πιάσει τον στόχο της δαπάνης 20% του ετήσιου αμυντικού προϋπολογισμού για την έρευνα και την ανάπτυξη που έχει θέσει το ΝΑΤΟ. Επιπλέον, προτείνεται η χορήγηση ποσού 2 εκατ. δολαρίων στην Ελλάδα και ανάλογου ποσού στην Κύπρο για στρατιωτική εκπαίδευση, ενώ η κορωνίδα όλων αυτών είναι α) η άρση του εμπάργκο όπλων που είχε επιβληθεί στην Κυπριακή Δημοκρατία το 1987 και β) η σύνταξη έκθεσης για τις τουρκικές παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου.
Την ίδια στιγμή, ο ελλαδικός χώρος αποτελεί πλατφόρμα για αμερικανικές επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή από τα Βαλκάνια και τη Μαύρη Θάλασσα ως την Ανατολική Μεσόγειο, χάρη στη βάση της Σούδας και στη στάθμευση αμερικανικών UAVs ΜQ-9 στη Λάρισα και ελικοπτέρων στο Στεφανοβίκειο. Ιδιαίτερα η δράση των αμερικανικών UAVs (η οποία δίνει έμφαση στην παρακολούθηση της Μαύρης Θάλασσας, όπου έχει κατακόρυφα αυξηθεί η ρωσική στρατιωτική παρουσία) προκαλεί σοβαρή ενόχληση στη Μόσχα. Παράλληλα, στο τραπέζι βρίσκονται σκέψεις για ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ ώστε να ξεπεραστεί ο σκόπελος των εγγυήσεων και της παρουσίας τουρκικών στρατευμάτων στο νησί. Την άποψη κατέγραψε ευκρινώς σε πρόσφατη ανάλυσή του ο Ντέιμον Γουίλσον, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης Atlantic Council, η οποία, σύμφωνα με πληροφορίες, παρέχει συμβουλές στη Λευκωσία σε θέματα ασφαλείας.
Οι ελληνικές σκέψεις
Σε πρόσφατη συνομιλία του, ο νέος Α/ΓΕΕΘΑ πτέραρχος Χρήστος Χριστοδούλου αναφέρθηκε στο γεγονός ότι στο ελληνικό Πεντάγωνο εξετάζεται το ενδεχόμενο προμήθειας νέου αεροσκάφους και λογικά το F-35 είναι η βασική επιλογή ως το μόνο αεροσκάφος 5ης γενιάς. Αυτές οι συζητήσεις, που βρίσκουν ευήκοα ώτα σε ορισμένους πολιτικούς και διπλωματικούς κύκλους, είναι μάλλον πρόωρες όταν σημειώνονται σοβαρότατες καθυστερήσεις ακόμα και για την πρόσληψη του απαραίτητου προσωπικού για την έναρξη του εκσυγχρονισμού των F-16 ή την ολοκλήρωση του εκσυγχρονισμού των Ρ3-Β Orion (αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας). Αναμφίβολα, η Πολεμική Αεροπορία δεν θα έλεγε όχι στην απόκτηση 24-30 F-35, αλλά με το κόστος κάθε αεροσκάφους να ανέρχεται (για το F-35A) σε περίπου 90 εκατ. δολάρια θα έπρεπε να διατεθεί ένα ποσό άνω των 2,5 δισ. δολαρίων (μαζί με την απαραίτητη υποδομή).
Στο παρελθόν η Αθήνα έγινε τρεις φορές δέκτης προσφοράς να αποτελέσει μέλος της κοινοπραξίας του F-35, αλλά ποτέ δεν απάντησε (δύο επί κυβερνήσεων ΠαΣοΚ και μία επί ΝΔ). Το κόστος του αρχικού κεφαλαίου ήταν περί τα 50 εκατ. δολάρια. Σήμερα, οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εθνικής Αμυνας έχουν καθυστερήσει δραματικά ακόμα και να υπογράψουν τη σχετική συμφωνία εμπιστευτικότητας προκειμένου να λάβουν απαντήσεις στα ερωτήματα που έθεσαν στο γραφείο που είναι αρμόδιο για το F-35.
Τα «μυστικά» των S-400 και ο κίνδυνος για τα F-35
Η αμερικανοτουρκική… σαπουνόπερα γύρω από τους S-400 και τα F-35 συνεχίζεται με αβέβαιο τέλος. Τα μηνύματα που δημοσίως εκπέμπονται από τις δύο πλευρές δεν αφήνουν περιθώρια για επίλυση της διαφοράς που έχει ανακύψει, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι σήμερα η εικόνα της Τουρκίας στο αμερικανικό Κογκρέσο βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό. Το άρθρο τεσσάρων κορυφαίων γερουσιαστών των Επιτροπών Εξωτερικών Σχέσεων και Ενόπλων Δυνάμεων στις 9 Απριλίου στους «New York Times» ήταν ενδεικτικό του κλίματος και των συνεπειών που μπορεί να έχει για την Τουρκία η αγορά των S-400. Ο Νοέμβριος είναι το απώτατο χρονικό όριο για την εξεύρεση λύσης, διότι τότε έχει προβλεφθεί η μεταφορά των πρώτων από τα συνολικά 100 F-35 που έχει παραγγείλει η Αγκυρα σε τουρκικό έδαφος. Ηδη, από την 1η Απριλίου, το αμερικανικό Πεντάγωνο «πάγωσε» τη μεταφορά εξοπλισμού που συνδέεται με το πρόγραμμα του F-35 στην Τουρκία, ενώ στο παρασκήνιο συζητείται η πιθανότητα να σταματήσει η παροχή ανταλλακτικών και για άλλα αμερικανικά αμυντικά συστήματα που χρησιμοποιούν οι τουρκικές Ενοπλες Δυνάμεις, όπως π.χ. τα F-16 ή τα ελικόπτερα Black Hawk και Chinook.
Ενδιαμέσως πάντως ίσως τα πράγματα να έχουν ξεκαθαρίσει: το πρώτο σκέλος της παραγγελίας των S-400 (αποτελείται από 8 εκτοξευτήρες και 32 πυραύλους) προβλέπεται να παραδοθεί τον Ιούλιο και με βάση τον προγραμματισμό το συνολικό σύστημα θα είναι επιχειρησιακά έτοιμο τον Οκτώβριο. Και δεν είναι μόνο η διακοπή χορήγησης αμυντικού υλικού. Η ενεργοποίηση του Νόμου για την Αντιμετώπιση Εχθρών της Αμερικής μέσω Κυρώσεων θα μπορούσε να πλήξει καίρια την αδύναμη τουρκική οικονομία. Προς το παρόν, η αμερικανική αντιπροσφορά για πώληση Patriot δεν έχει ευδοκιμήσει, ενώ παρασκηνιακά ορισμένοι συζητούν ενδιάμεσες λύσεις (π.χ. η μεταπώληση του συστήματος σε τρίτη χώρα και η αγορά από την Τουρκία άλλων, μη στρατηγικών, ρωσικών όπλων, η αποθήκευσή του κ.ά.).
Η κοινή παρουσία, στο ίδιο αμυντικό πλαίσιο, των S-400 και των F-35 θα καταστήσει το αεροσκάφος ευάλωτο, καθώς οι Ρώσοι θα μπορούσαν να αποκτήσουν πρόσβαση σε τεχνολογικά δεδομένα που καθιστούν το F-35 το πλέον εξελιγμένο αεροσκάφος σήμερα στον κόσμο στην τεχνολογία stealth που το καθιστά αόρατο στα εχθρικά ραντάρ. Επιπλέον, ενδέχεται να δημιουργηθούν προβλήματα στον τρόπο της τεχνικής συμβατότητας των S-400 με συστήματα κρίσιμα για την αεράμυνα του ΝΑΤΟ και την ανταλλαγή εικόνας και πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο, όπως το Link 16 και το IFF (δηλαδή το σύστημα Αναγνώρισης Φίλου ή Εχθρού).
Στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου συναντήθηκε με τον αμερικανό ομόλογό του Μάικ Πομπέο. Η νεότερη τουρκική πρόταση για τη σύσταση μιας διμερούς ομάδας εργασίας ώστε να καθησυχαστούν οι αμερικανικές ανησυχίες έπεσε στο κενό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα διακόψουν την εκπαίδευση τούρκων πιλότων στα F-35 που λαμβάνει χώρα στην αεροπορική βάση Λουκ στην Αριζόνα (στις αρχές Απριλίου μεταφέρθηκαν εκεί άλλα δύο F-35 που προορίζονται για την τουρκική Πολεμική Αεροπορία). Η μεταφορά τους σε τουρκικό έδαφος είναι άλλη υπόθεση. Το κόστος όμως για την Τουρκία σε περίπτωση αποκλεισμού της από το πρόγραμμα παραγωγής των F-35 και οι ενδεχόμενες κυρώσεις που μπορεί να της επιβληθούν για τη συναλλαγή της με ρωσικές εταιρείες δεν είναι αμελητέα.
Η Τουρκία ανήκει στο Επίπεδο 3 της κοινοπραξίας που παράγει το F-35, μαζί με τη Νορβηγία, τον Καναδά, την Αυστραλία και τη Δανία. Η Αγκυρα είχε συμμετάσχει με αρχικό κεφάλαιο 100 εκατ. δολαρίων, ενώ έχει συνολικά επενδύσει περί το 1,2 δισ. δολάρια στο πρόγραμμα. Τουλάχιστον οκτώ τουρκικές εταιρείες συμμετέχουν στη συμπαραγωγή του προγράμματος με τζίρο 12 δισ. δολαρίων, ποσό που θα μειωθεί δραματικά αν η χώρα εξέλθει από αυτό. Παράλληλα, η Αγκυρα έχει παραγγείλει 100 αεροσκάφη F-35A, ενώ πρόσφατα ο κ. Ερντογάν είχε πει ότι θα επιθυμούσε την προμήθεια άλλων 24 από τον τύπο F-35B, δηλαδή αεροσκάφη καθέτου απογειώσεως (τα οποία προφανώς θα τα ήθελε, μεταξύ άλλων, για το ελικοπτεροφόρο που κατασκευάζει η αμυντική του βιομηχανία).
Για ένα πρόγραμμα που οι συνολικές παραγγελίες ενδέχεται να ξεπεράσουν τα 4.000 αεροσκάφη, η απώλεια των 100 που έχει παραγγείλει η Τουρκία είναι «σταγόνα στον ωκεανό». Επίσης, η κοινοπραξία μάλλον δεν θα δυσκολευθεί να απορροφήσει την αποχώρηση της Τουρκίας, καθώς ήδη φέρεται να υπάρχει ένας αρχικός σχεδιασμός για αυτό το ενδεχόμενο. Τα σημαντικότερα μέρη του αεροσκάφους που κατασκευάζουν οι τουρκικές εταιρείες είναι ένα μέρος της ατράκτου και ένα μέρος του συστήματος προσγειώσεως, συνολικά το 7% ενός αεροσκάφους.

