Ο Versace μετά τον Τζιάνι
Το νήμα της ζωής του Τζιάνι Βερσάτσε κόπηκε πρόωρα πριν από σχεδόν 22 χρόνια στα σκαλοπάτια της έπαυλής του στο Μαϊάμι. Ωστόσο η αυτοκρατορία που δημιούργησε εξακολουθεί να ταράζει τα νερά της μόδας χάρη στους δαιμόνιους κληρονόμους του.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
«Η ζωή μου ήταν σαν ταινία του Φεντερίκο Φελίνι. Μεγάλωσα περιτριγυρισμένος από γυναίκες. Ημουν κακομαθημένος. Είχα 20 φίλες και 20 μητέρες» είχε εκμυστηρευθεί σε συνέντευξή του ο αυτοκράτορας του ιταλικού στυλ Τζιάνι Βερσάτσε προτού δύο σφαίρες κόψουν απότομα το νήμα της ζωής του στις 15 Ιουλίου του 1997. Ο ιδρυτής του ομώνυμου οίκου μόδας μεγάλωσε κυριολεκτικά μέσα σε τόπια υφασμάτων και ήχους ραπτομηχανών στο εργαστήριο της μητέρας του Φράνκα, η οποία ήταν η αγαπημένη μοδίστρα των γυναικών της πόλης Ρέτζιο στην επαρχία της Καλαβρίας. Ο μικρός Τζιάνι δεν περνούσε τα απογεύματα όπως τα παιδιά της ηλικίας του αλλά στο ατελιέ της μητέρας του, παρακολουθώντας την να φτιάχνει νυφικά και φορέματα, σχεδιάζοντας, κόβοντας φωτογραφίες από περιοδικά και κάνοντας όνειρα για το μέλλον του στον χώρο της μόδας.
Γεννημένος έναν χρόνο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 2 Δεκεμβρίου του 1946, μεγάλωσε μαζί με τα τρία του αδέλφια του, Σάντο, Ντονατέλα και Τίνα (η οποία πέθανε σε ηλικία μόλις 12 ετών), στην Καλαβρία, μια περιοχή «εμποτισμένη» με την αρχαία ελληνική ιστορία και συγχρόνως οικονομικά εξασθενημένη από τις ολέθριες συνέπειες του πολέμου. Η πορνεία ήταν ανεπτυγμένη στη γειτονιά του Τζιάνι και η μητέρα του, σύμφωνα με τον ίδιο, του έκλεινε τα μάτια όταν περνούσαν μπροστά από τους οίκους ανοχής. Αρκετά χρόνια αργότερα ο ιταλός σχεδιαστής θα εκμυστηρευόταν ότι οι εικόνες που είχε καταφέρει να ξεκλέψει από τις «χαρούμενες ιερόδουλες της Καλαβρίας» αποτέλεσαν για εκείνον πηγή έμπνευσης.
Η γέννηση του brand Versace
Σε ηλικία 26 ετών ο Τζιάνι Βερσάτσε αγοράζει ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για τη Μέκκα της μόδας, το Μιλάνο, κλείνει την πόρτα στην αρχιτεκτονική που πρόσκαιρα τον είχε κερδίσει και ανοίγει την πόρτα της επιτυχημένης πορείας του στο prêt-à-porter, δουλεύοντας αρχικά ως ελεύθερος επαγγελματίας για διάφορες φίρμες έτοιμων ενδυμάτων. Το 1973 ο Βερσάτσε σχεδιάζει τη νεανική σειρά Byblos και το 1977 εμπνέεται την πειραματική κολεξιόν «Complice» για την εταιρεία ένδυσης Genny. Οι επιτυχημένες δουλειές εκτόξευσαν τις μετοχές του στον χώρο της μόδας. Το 1978 ο δαιμόνιος Τζιάνι υπογράφει και παρουσιάζει την πρώτη του προσωπική κολεξιόν με γυναικεία prêt-à-porter ρούχα στο Palazzo della Permanente του Μιλάνου, μια κολεξιόν που σηματοδότησε τη γέννηση του Versace. Ενός οίκου μόδας που εξελίχθηκε σε οικογενειακή υπόθεση, καθώς στο πλάι του Τζιάνι εργάζονταν τόσο ο αδελφός του Σάντο (ως πρόεδρος της εταιρείας) όσο και η αδελφή του Ντονατέλα (ως αντιπρόεδρος). Το ίδιο έτος ανοίγει τις πόρτες της και η πρώτη μπουτίκ της Versace στη Via della Spiga, στην πρωτεύουσα της Λομβαρδίας.
Ενα από τα «μυστικά» της εκρηκτικής επιτυχίας των ρούχων Versace ήταν ότι η εταιρεία διατηρούσε τον πλήρη έλεγχο των προϊόντων της, από τη σύλληψη έως τη διάθεσή τους στην αγορά, με την ποιότητα και την προσοχή στη λεπτομέρεια να αποτελούν ύψιστη προτεραιότητα.
Ο «πατέρας» των σουπερμόντελ
Το έμβλημα του οίκου Versace, το κεφάλι της Μέδουσας, μαρτυρεί τις επιρροές της αρχαιοελληνικής ιστορίας και αισθητικής στον Βερσάτσε, ο οποίος παράλληλα λάτρευε το έργο και την προσωπικότητα του Αντι Γουόρχολ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Τζιάνι εμπνεύστηκε και από το σύμβολο του μαιάνδρου, το οποίο χρησιμοποίησε τόσο στο έμβλημα του οίκου, σε ρούχα και σε τσάντες, όσο και σε σειρές κοσμημάτων, όπως σκουλαρίκια και μενταγιόν. Πριν από λίγα χρόνια η Ντονατέλα Βερσάτσε επιμελήθηκε την εντυπωσιακή συλλογή κοσμημάτων «Greca Red Rubies» με κατακόκκινους μαιάνδρους σχηματισμένους από ρουμπίνια. Τα πολυτελή υφάσματα, τα εντυπωσιακά πατρόν και τα siren dresses έγιναν σήμα κατατεθέν του ιταλού σχεδιαστή, ο οποίος, σύμφωνα με τη «σιδηρά κυρία» της «Vogue» Αννα Γουίντουρ, «ήταν ο πρώτος που συνειδητοποίησε το πόσο σημαντικό είναι να έχεις διασημότητες στην πρώτη σειρά των fashion shows καθώς και την αξία των σουπερμόντελ».
Ο Βερσάτσε στήριξε πολλά στο image του και είχε μακροχρόνια και επιτυχημένη συνεργασία με τον «μάγο της εικόνας» και θρύλο της φωτογραφίας μόδας Ρίτσαρντ Αβεντον. Τη δεκαετία του ’80 ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε στις διαφημιστικές καμπάνιες και στα ντεφιλέ του εκθαμβωτικά μοντέλα όπως η Ναόμι Κάμπελ, η Λίντα Εβαντζελίστα και η Κρίστι Τέρλινγκτον. Χαρακτηριστική ήταν η συνεργασία του με τον σταρ της ποπ μουσικής Τζορτζ Μάικλ, ο οποίος «έντυσε» με το τραγούδι «Freedom» τα θρυλικά catwalks του ιταλικού οίκου.
Παράλληλα, ο δαιμόνιος σχεδιαστής των ρούχων που αποτέλεσαν επιτομή της χλιδής και του στυλ, στήριζε την προώθηση της εικόνας του οίκου Versace και στην εμπορική δύναμη των διάσημων φίλων του, όπως η Μαντόνα, ο Στινγκ και ο Πρινς. Η βασίλισσα της pop από το 1995 και έπειτα έχει πρωταγωνιστήσει ως κεντρικό πρόσωπο σε καμπάνιες και πολυτελείς καταλόγους του οίκου. Ο Βερσάτσε ήταν επίσης πολύ καλός φίλος του Ελτον Τζον, ο οποίος έπειτα από παροτρύνσεις του ιταλού σχεδιαστή φωτογραφήθηκε αρκετές φορές με δικές του δημιουργίες. Μέσα από τη σχέση του με τον διάσημο βρετανό μουσικό ο Τζιάνι είχε αναπτύξει στενή φιλία και με την πριγκίπισσα Νταϊάνα, με τη βοήθεια της οποίας είχε σκοπό να παρουσιάσει το βιβλίο του «Rock & Royalty», με τα έσοδά του να προορίζονται να διατεθούν στο ίδρυμα του Ελτον Τζον για την καταπολέμηση του AIDS. Ομως ο φόβος για τις ενδεχόμενες αντιδράσεις του Παλατιού έβαλαν φρένο στα σχέδια του ιταλού σχεδιαστή.
Οι έλληνες φίλοι της οικογένειας Βερσάτσε
Ο αυτοκράτορας του ιταλικού στυλ διατηρούσε φιλία με τη «Μυκονιάτισσα» Αννα Βέλτσου και τον διάσημο συλλέκτη και γκαλερίστα Αλέξανδρο Ιόλα. Επέλεγε μάλιστα συχνά να πραγματοποιεί μικρές αποδράσεις για χαλάρωση στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον βιογράφο του Ιόλα, Νίκο Σταθούλη, ο Τζιάνι Βερσάτσε καλούσε στο τηλέφωνο τον εκκεντρικό μαικήνα λέγοντάς του: «Ιόλα, έχω τρεις ημέρες και θέλω να με διασκεδάσεις». Ο Νίκος Σταθούλης, ο οποίος είχε γνωρίσει τον ιταλό σχεδιαστή μόδας σε μια κρουαζιέρα στα μέσα της δεκαετίας του ’80, τον περιέγραφε ως έναν «εξαιρετικά απλό άνθρωπο, που τίποτε επάνω του δεν έδειχνε τη φήμη την οποία είχε αρχίσει να απολαμβάνει. Εκανε αστεία, απολάμβανε τον ήλιο, την παρέα και έπινε μόνο χυμό ντομάτας» υποστήριζε. Η αδελφή του Αλέξανδρου Ιόλα, Νίκη Στάιφελ, δεν διέθετε όπως είναι γνωστό τις κατάλληλες αναλογίες για να φορέσει ένα outfit Vercase. Η Νίκη, η οποία έτρεφε πάθος για την τέχνη και τη μόδα, αγόραζε συχνά τσάντες, φουλάρια και άλλα ακριβά αξεσουάρ του ιταλικού οίκου.
Φανατική πελάτισσα του οίκου Versace υπήρξε για πολλά χρόνια η Μαριάννα Λάτση. Η καλλίγραμμη κόρη του Γιάννη Λάτση γνώριζε πώς να αναδεικνύει με μοναδικό τρόπο τα στενά μίνι φορέματα που σχεδίαζε αρκετές φορές αποκλειστικά για εκείνη ο υπερταλαντούχος Τζιάνι. Η Χριστιάννα Βαρδινογιάννη (μετέπειτα κυρία Τζορτζ Γουλανδρή) έτρεφε επίσης ιδιαίτερη αδυναμία στα νεανικά της χρόνια στις κολεξιόν του κορυφαίου ιταλικού οίκου.
Στενή φιλία με την αδελφή του Τζιάνι, Ντονατέλα, έχει αναπτύξει εδώ και χρόνια η Ρόη Β. Αποστολοπούλου-Δανάλη, η οποία επιλέγει τις δημιουργίες του Versace, καθώς αποτελεί έναν από τους αγαπημένους της οίκους μόδας. Η κυρία Αποστολοπούλου δίνει συχνά το «παρών» στα fashion shows του brand στο πλαίσιο της εβδομάδας μόδας του Μιλάνου, στο Met Gala, αλλά και στα privé πάρτι αποκλειστικά για στενούς φίλους της οικογενείας που διοργανώνει η Ντονατέλα στο διαμέρισμα το οποίο χρησιμοποιούσε ως ατελιέ ο αδελφός της, απέναντι από το Four Seasons στο Μιλάνο.
Το μοντέλο και η δολοφονία
Από το 1982 και έπειτα ο Βερσάτσε επέκτεινε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες πέρα από τo ένδυμα και στο κόσμημα, στα είδη σπιτιού και στα αρώματα. Την ίδια χρονιά γνωρίστηκε και με το μοντέλο Αντόνιο Ντ’ Αμίκο, με τον οποίο θα συζούσαν για περίπου δεκαπέντε χρόνια, μέχρι τον θάνατό του. Ο Ντ’ Αμίκο εργάστηκε στο πλάι του Τζιάνι ως designer για τη σειρά Versace Sport. Η σχέση τους όμως διακόπηκε στις 15 Ιουλίου του 1997 από δύο πυροβολισμούς έξω από την έπαυλή του Τζιάνι, γνωστή και ως Casa Casuarina, στο South Beach του Μαϊάμι της Φλόριδας. Ο 50χρονος Βερσάτσε δολοφονήθηκε έξω από την πόρτα της εντυπωσιακής κατοικίας του και σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στο δελτίο Τύπου της Αστυνομίας «πυροβολήθηκε εξ επαφής από λευκό νεαρό άνδρα».
Οι Αρχές εστίασαν αρχικά στη Μαφία και στην εκδοχή του πληρωμένου εκτελεστή, κάνοντας λόγο για ξεκαθάρισμα λογαριασμών, όμως έπειτα από «ενδελεχείς έρευνες» και μαρτυρίες οδηγήθηκαν στον 27χρονο Αντριου Κιουνάναν. Ο Κιουνάναν, ένας ομοφυλόφιλος ζιγκολό με πελατεία την αφρόκρεμα της showbiz, καταζητούνταν από το FBI για τέσσερις δολοφονίες που είχε διαπράξει σε διάστημα μόλις τεσσάρων μηνών σε τρεις διαφορετικές Πολιτείες των ΗΠΑ και σύμφωνα με δημοσιεύματα του περιοδικού «Vanity Fair» γνωριζόταν με τον Τζιάνι Βερσάτσε από το 1990. Τη σχέση των δύο ανδρών κάλυπτε ένα πέπλο μυστηρίου το οποίο ουδέποτε ξεδιαλύθηκε, καθώς λίγες ημέρες μετά τον φόνο του Βερσάτσε ο 27χρονος δράστης εντοπίστηκε νεκρός στο Miami Beach, έχοντας σύμφωνα με την Αστυνομία αφαιρέσει ο ίδιος τη ζωή του.
Στο τελευταίο αντίο στον θρύλο της μόδας στον Καθεδρικό του Μιλάνου έδωσαν το «παρών» 2.000 άτομα, ενώ σε μετέπειτα επιμνημόσυνη δέηση στο Metropolitan Museum of Art παρευρέθηκαν πλήθος συνάδελφοί του, όπως ο Κάλβιν Κλάιν και ο Μαρκ Τζέικομπς, ενώ τραγούδησαν ζωντανά οι Γουίτνεϊ Χιούστον, Τζον Μπον Τζόβι και Ελτον Τζον. Το σώμα του Βερσάτσε αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του διασκορπίστηκαν στο οικογενειακό κτήμα Cernobbio της Ιταλίας. Λίγα χρόνια μετά, το 2000, η οικογένεια «ξεφορτώθηκε» την έπαυλη όπου δολοφονήθηκε ο Τζιάνι έναντι του εντυπωσιακού ποσού των 19 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η κληρονομιά και η Ντονατέλα
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των ΜΜΕ της εποχής ο Τζιάνι Βερσάτσε, λίγα χρόνια προτού δολοφονηθεί, είχε διαγνωστεί με καρκίνο στο αφτί, γεγονός που τον οδήγησε στο να συντάξει πρόωρα τη διαθήκη του, μέσω της οποίας άφηνε στον σύντροφό του Αντόνιο Ντ’ Αμίκο τη δυνατότητα να διαμένει σε οποιαδήποτε από τις κατοικίες του τόσο στην Ιταλία όσο και στις ΗΠΑ, όποτε το επιθυμεί. Παράλληλα του άφηνε ένα μηνιαίο ποσό της τάξεως των 26.000 ευρώ εφ’ όρου ζωής. Ομως οι Ντονατέλα και Σάντο Βερσάτσε προσέφυγαν στα δικαστήρια ψαλιδίζοντας αρκετά τις αξιώσεις του Αντόνιο Ντ’ Αμίκο στην περιουσία του Τζιάνι. Το 50% του οίκου του ο Βερσάτσε το άφησε στην τότε μόλις 11 ετών ανιψιά του Αλέγκρα, κόρη της Ντονατέλα, που κληρονόμησε το 20%, ενώ το υπόλοιπο 30% της Versace παραχωρήθηκε στον αδελφό του Σάντο, ο οποίος υπήρξε συνιδρυτής της εταιρείας. Ο γιος της Ντονατέλα, Ντάνιελ, κληρονόμησε τη σπάνια συλλογή έργων τέχνης του ιταλού σχεδιαστή.
Η μικροκαμωμένη Ντονατέλα, γνωστή για το έντονο eyeliner και τις δωδεκάποντες γόβες της – τις οποίες δεν αποχωρίζεται ποτέ λόγω του ύψους της – μετά τη δολοφονία του Τζιάνι είδε τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τον εαυτό της, λόγω του εθισμού της στην κοκαΐνη, να φθάνουν στο χείλος της καταστροφής. Ωστόσο η Ντονατέλα κατάφερε μέσα σε λίγα χρόνια και παρά τα συνεχή εμπόδια να «μαζέψει» την εταιρεία και να τη μεταμορφώσει και πάλι σε μια κερδοφόρα επιχείρηση με περισσότερα από 200 καταστήματα παγκοσμίως και ετήσια έσοδα που ξεπερνούσαν πριν από λίγα χρόνια τα 669 εκατ. ευρώ. Αντίθετα με τις δημόσιες τοποθετήσεις της στα ΜΜΕ της Ιταλίας πως δεν θα εγκαταλείψει ποτέ τον οίκο μόδας του αδελφού της, πέρυσι έδωσε τα χέρια με τον αμερικανικό κολοσσό Michael Kors για την εξαγορά της Versace έναντι του αστρονομικού ποσού των 2,1 δισ. δολαρίων. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα δύο παιδιά της Ντονατέλα, Αλέγκρα και Ντάνιελ, επέλεξαν να αποποιηθούν το όνομα της γνωστής ιταλικής οικογενείας και να αποτινάξουν από πάνω τους οτιδήποτε τους συνέδεε με τον οίκο μόδας που κατάφερε να χτίσει ο θείος τους. Η Ντονατέλα πάντως συνεχίζει να μας εκπλήσσει ευχάριστα μέσα από ιδιαίτερα εντυπωσιακές «ενέργειες». Πριν από σχεδόν δύο χρόνια θέλησε να «θυμίσει» στο διεθνές fashion crowd τις πραγματικά μεγάλες στιγμές του παρελθόντος. Ανέβασε λοιπόν στο catwalk τα πρώην top models Κάρλα Μπρούνι (νυν Σαρκοζί), Σίντι Κρόφορντ, Ναόμι Κάμπελ, Κλόντια Σίφερ, Ελενα Κρίστενσεν. Οι κυρίες συνυπήρξαν… αρμονικά με τα supermodels της εποχής μας, όπως οι αδελφές Τζίτζι και Μπέλα Χαντίντ, η Βιτόρια Σερέτι κ.ά. Το διεθνές ενδιαφέρον στράφηκε όπως ήταν φυσικό στο Μιλάνο. Η δαιμόνια κυρία χαμογελούσε απόλυτα ικανοποιημένη…
Η σειρά που ξύπνησε τον εφιάλτη
Αρκετά χρόνια μετά τη δολοφονία του Τζιάνι, το αμερικανικό σίριαλ «The Assassination of Gianni Versace: American Crime Story» προκάλεσε τριγμούς στην οικογένεια Βερσάτσε, καθώς επανέφερε στην επικαιρότητα διάφορες θεωρίες συνωμοσίας για τον θάνατο του ιταλού σχεδιαστή. Η σειρά στηρίζεται σε βιβλίο της Μορίν Ορθ, ανταποκρίτριας του περιοδικού «Vanity Fair», η οποία ξόδεψε στις έρευνες για τη συγγραφή του περισσότερα από δύο χρόνια. Στο έργο της, η συγγραφέας ισχυρίζεται ότι ο Βερσάτσε ήταν φορέας του AIDS, πράγμα που η οικογένεια αρνείται κατηγορηματικά. Η οικογένεια Versace αναγκάστηκε να εκδώσει επίσημη ανακοίνωση τονίζοντας ότι «ούτε επιτρέψαμε ούτε συμμετείχαμε στην παραγωγή», συμπληρώνοντας πως «η σειρά θα πρέπει να θεωρηθεί αποκλειστικά έργο φαντασίας, καθώς αναπαράγει κουτσομπολιά και σπέκουλα».
Εκτός από την οικογένεια Βερσάτσε, ο σάλος που προκλήθηκε ανάγκασε και τον 60χρονο σήμερα Αντόνιο Ντ’ Αμίκο να τοποθετηθεί, παρότι μετά τη δολοφονία του συντρόφου του Τζιάνι είχε επιλέξει να αποτραβηχθεί από τα φώτα της δημοσιότητας παραμένοντας σιωπηλός. Ο Ντ’ Αμίκο σχολίασε στα ΜΜΕ: «Εχουν γραφτεί τόσο πολλά για τη δολοφονία και έχουν διατυπωθεί χιλιάδες σενάρια χωρίς ίχνος πραγματικότητας». Σύμφωνα με τον πρώην σύντροφο του Βερσάτσε, δεν του ζητήθηκε ποτέ η συμβολή του για το σενάριο και τα γυρίσματα της σειράς, στην οποία εμφανίστηκαν ο Ρίκι Μάρτιν στον ρόλο του Ντ’ Αμίκο και η ισπανίδα ηθοποιός Πενέλοπε Κρουζ ως Ντονατέλα Βερσάτσε.

