Η άνοδος του βαθμού εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας από 47,7% το 2009 σε 72,5% το 2018, ως αποτέλεσμα της υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στα χρόνια της κρίσης, αν και θετική, καθιστά ταυτόχρονα την Ελλάδα περισσότερο ευάλωτη στις μεταβολές των διεθνών οικονομικών συνθηκών. Ετσι, καθώς η χώρα εξέρχεται από μια μακροχρόνια ύφεση και η ανάκαμψη είναι ακόμη ασθενική, μπορεί να απειληθεί από την επιβράδυνση που παρατηρείται στην ευρωζώνη και στον υπόλοιπο κόσμο, με τις αγορές να φοβούνται μάλιστα πως οι πιθανότητες μιας παγκόσμιας ύφεσης τους επόμενους 18-24 μήνες ξεπερνούν πλέον το 40%.

Παράλληλα, αν και η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ (όπως και των υπολοίπων ισχυρών κεντρικών τραπεζών) γίνεται περισσότερο επεκτατική, η χώρα μας δεν επωφελείται επαρκώς, καθώς θα πρέπει να προωθηθούν οι απαραίτητες πολιτικές που θα διασφαλίσουν την αναβάθμιση των ελληνικών κρατικών ομολόγων σε επενδυτική βαθμίδα, ώστε να γίνουν επιλέξιμα για συμμετοχή στον νέο γύρο νομισματικής χαλάρωσης που σχεδιάζει η ΕΚΤ. Κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε περαιτέρω αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας, έχοντας ευνοϊκές επιδράσεις στη βιωσιμότητα του χρέους και στους ρυθμούς ανάπτυξης. Τα μέτρα στήριξης της οικονομίας της ευρωζώνης, όπως αποκάλυψε το κορυφαίο στέλεχος της τράπεζας Ολι Ρεν στη «Wall Street Journal», τα οποία θα αφορούν μεταξύ άλλων «σημαντικές και επαρκείς» αγορές ομολόγων καθώς και μειώσεις στα επιτόκια, θα υπερβούν τις προσδοκίες των επενδυτών. «Είναι σημαντικό να ανακοινώσουμε ένα πακέτο μέτρων με μεγάλη επίδραση τον Σεπτέμβριο» ανέφερε, παρατηρώντας πως «όταν δουλεύεις με τις χρηματαγορές, είναι συχνά καλύτερα να λαμβάνεις περισσότερα παρά λιγότερα μέτρα».

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω