Μάτι: Σε νέες «φωτιές» οι κάτοικοι

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Δύο χρόνια μετά την καταστροφική φωτιά στο Μάτι, η ταλαιπωρία και η σπίλωση των κατοίκων του δεν έχουν τέλος. Σαν να μην έφτανε η φωτιά, θύματά της οποίας οι ίδιοι, κατηγορήθηκαν αρχικά ως υπαίτιοι για την απώλεια φίλων, γειτόνων, συγγενών και περιουσιών. Ο μύθος αυτός έχει πλέον καταρριφθεί πανηγυρικά, αλλά κάποιοι κύκλοι τούς αποδίδουν τώρα ότι δεν επιθυμούν τις αλλαγές που προτείνει το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΕΠΣ), αλλά τη βολή τους, με τη διατήρηση ανέπαφης της καθεστηκυίας τάξης. Αυτό δεν είναι ακριβές. Οι κάτοικοι αναγνωρίζουν τις προσπάθειες της πολιτείας, εκτιμούν την πρόθεσή της να μη θιγούν πολλές ιδιοκτησίες και είναι δεκτικοί σε αλλαγές. Δεν θέλουν όμως η πολύπαθη περιοχή τους να αλλάξει χαρακτήρα και να χρησιμοποιηθεί, εν είδει πειραματόζωου, για τη δοκιμή νέων ιδεών.
Ανακοινώθηκε ότι οι παρεμβάσεις που θα γίνουν στην περιοχή θα έχουν πιλοτικό χαρακτήρα και εφόσον αποδειχτούν επιτυχείς θα εφαρμοστούν και σε άλλες περιοχές της χώρας. Η πιλοτική όμως εφαρμογή εμπεριέχει από τη φύση της κάποια αβεβαιότητα. Κάποιες από τις ιδέες που προτείνονται μπορεί να αποδειχθούν καλές και κάποιες όχι. Για τις δεύτερες, όταν φανούν τα αποτελέσματα, το κακό θα έχει γίνει. Πρέπει λοιπόν η πολύπαθη περιοχή και οι κάτοικοί της, που αγωνίζονται ακόμη να ορθοποδήσουν, να υποστούν και αυτό; Δεν θα ήταν πρέπον – και πιο ανθρώπινο – να εφαρμοστούν δοκιμασμένες λύσεις; Οι πειραματισμοί είναι χρήσιμοι, αλλά ούτε οι κάτοικοι, ούτε η συγκεκριμένη περιοχή προσφέρονται γι’ αυτό. Θα περιοριστούμε, λόγω χώρου, σε δύο μόνο παραδείγματα.
ενα πρώτο παράδειγμα αποτελεί η πρόταση για την κατασκευή παραθαλάσσιου πεζοδρόμου/ποδηλατοδρόμου. Ως ιδέα είναι καλή. Δεν πρέπει όμως να υπήρξε επιτόπια μελέτη.
Από τη φωτιά του Ιουλίου 2018 δεν επλήγη μόνο το Μάτι, αλλά και το Κόκκινο Λιμανάκι, η Αργυρά Ακτή και άλλες γειτονικές περιοχές. Οι περιοχές αυτές, αν και αποτελούν συνέχεια η μία της άλλης, διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Η κατ’ ενιαίο τρόπο αντιμετώπισή τους είναι συνεπώς αδόκιμη, έως επικίνδυνη. Στο Μάτι, η υψομετρική διαφορά από την ακτή, στην οποία σχηματίζονται πολλές μικρές παραλίες, είναι ελάχιστη και η πρόσβαση σε αυτές εύκολη καθ’ όλο το μήκος της ακτογραμμής. Στην περιοχή Κόκκινο Λιμανάκι συμβαίνει το αντίθετο. Η υψομετρική διαφορά από τη θάλασσα είναι 10-50 μ., ο γκρεμός προς αυτήν άκρως απότομος και δεν υπάρχουν ενδιάμεσες παραλίες, παρά μόνο μεγάλοι, δυσπρόσιτοι και αφιλόξενοι βράχοι. Επιπλέον, το έδαφος είναι σαθρό και οι κατολισθήσεις συχνές. Είναι οικονομοτεχνικά εφικτό ή σκόπιμο σε ένα τέτοιο περιβάλλον να κατασκευαστεί πεζόδρομος/ποδηλατοδρόμος; Τι αντιστηρίξεις χρειάζονται, πόσοι τόνοι μπετόν πρέπει να πέσουν και ποιες οι επιπτώσεις τους στο περιβάλλον; Επίσης, έχει εκτιμηθεί το κόστος της αντιστήριξης, ή πρόκειται για άσκηση επί χάρτου κάποιου οραματιστή μελετητή, την οποία βρήκαν ελκυστική φιλόδοξοι τοπικοί παράγοντες για να συνδέσουν την καριέρα τους με αυτή; Ας υποτεθεί επίσης ότι το έργο ολοκληρώνεται. Εχουν σκεφτεί οι αρμόδιοι τα έργα που απαιτούνται για να προστατευτούν οι διερχόμενοι από τον πεζόδρομο/ποδηλατοδρόμο (ημέρα ή νύχτα, μικροί ή μεγάλοι, σε πλήρη διαύγεια ή μη) από το να πέσουν στον γκρεμό; Και τα έργα προστασίας που θα χρειαστούν γι’ αυτό θα επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο το περιβάλλον;
Οι κάτοικοι δεν εναντιώνονται στην ιδέα, εναντιώνονται στην τσιμεντοποίηση του παραθαλάσσιου μετώπου και εκτιμούν ότι θα είναι «όμηροι» για χρόνια με έργα που το πιθανότερο είναι ότι ουδέποτε θα ολοκληρωθούν. Ισως πιο ρεαλιστική και ασφαλής λύση για την κατασκευή του πεζοδρόμου/ποδηλατοδρόμου είναι η διαπλάτυνση, όπου χρειάζεται, της παραλιακής οδού, η οποία βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα, παρά η κατασκευή του πεζοδρόμου/ποδηλατοδρόμου στον γκρεμό.
Ενα άλλο παράδειγμα αποτελεί ο χαρακτηρισμός τμήματος της παραθαλάσσιας περιοχής ως περιοχής «Θ1», δηλαδή περιοχής στην οποία μπορούν να κατασκευαστούν μόνο υποδομές για την εξυπηρέτηση λουομένων. Βασική προϋπόθεση όμως για να χαρακτηριστεί μια περιοχή ως τέτοια αποτελεί η ύπαρξη (ή δυνητική ύπαρξη) λουομένων. Το οξύμωρο του θέματος είναι ότι επελέγη για τον σκοπό αυτόν η πλέον βραχώδης, δύσβατη, απόκρημνη και χωρίς παραλίες περιοχή! Χωρίς διάθεση σαρκασμού, για να δικαιολογηθεί ο χαρακτηρισμός της ως περιοχής εξυπηρέτησης λουομένων θα πρέπει επίσης να κατασκευαστούν παραλίες και τελεφερίκ που να τις συνδέουν με το επίπεδο των προβλεπόμενων στο πολεοδομικό σχέδιο υποδομών! Αν υπάρχει κάποιο επιχείρημα για την επιλογή της συγκεκριμένης περιοχής ως περιοχής εξυπηρέτησης λουομένων, οι κάτοικοι με ενδιαφέρον θα το ακούσουν. Μέχρι στιγμής δεν το έχουν ακούσει, κάτι που δίνει χώρο στο να κυκλοφορούν σενάρια τα οποία δεν εξυπηρετούν, θέτουν σε αμφισβήτηση την όλη προσπάθεια και δηλητηριάζουν την ήδη βεβαρημένη ατμόσφαιρα.
Σημειώνεται ότι στη συγκεκριμένη περιοχή υπάρχουν νόμιμες κατοικίες, ορισμένες από τις οποίες βρίσκονται εκεί από τη δεκαετία του ’40 ή του ’50. Θα μπορούν οι ιδιοκτήτες τους, με τις ρυθμίσεις που προβλέπονται, να τις συντηρήσουν, υποστηρίξουν στατικά, αν χρειαστεί, να τις πωλήσουν ή να τις μεταβιβάσουν στα παιδιά τους; Την τοποθέτηση επ’ αυτού του δημάρχου της περιοχής ότι «τα υπάρχοντα σπίτια θα μείνουν για όσο χρόνο ζωής έχουν» την βρίσκουν οι κάτοικοι άκαιρη, αψυχολόγητη και άκρως κυνική.
Ο κ. Νικόλαος Τάτσος είναι καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής, τ. πρσβευτής
στον ΟΟΣΑ.

