Κανονικά, η ανακοίνωση της Ανγκελα Μέρκελ ότι δεν θα είναι υποψήφια για πρόεδρος της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU) στο συνέδριο του κόμματος τον Δεκέμβριο δεν θα έπρεπε να αποτελέσει έκπληξη. Η καγκελάριος είναι αποδυναμωμένη τον τελευταίο χρόνο: μετά τις εκλογές του περυσινού Σεπτεμβρίου τής πήρε έξι μήνες να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό, από τον Μάρτιο που ανέλαβε η κυβέρνηση έχει έρθει τουλάχιστον δύο φορές στα πρόθυρα της κατάρρευσης και το CDU χάνει διψήφια ποσοστά από τη δύναμή του στις τοπικές εκλογές, με τελευταίες εκείνες στην Εσση και στη Βαυαρία τον Οκτώβριο.
Η ανακοίνωση της Μέρκελ όμως προκάλεσε πανικό παγκοσμίως. Η ανησυχία είναι δικαιολογημένη: σε έναν κόσμο απρόβλεπτο και ασταθή, τον κόσμο του Τραμπ, και μια Ευρώπη που παραπαίει, την Ευρώπη του Ορμπαν και του Σαλβίνι, η Γερμανία της Μέρκελ αποτελούσε εγγύηση σταθερότητας. Τώρα και αυτή εισέρχεται ενδεχομένως σε περίοδο αστάθειας, το οποίο θα έχει επιπτώσεις στην ΕΕ.
Το ποιος θα εκλεγεί πρόεδρος του CDU τον Δεκέμβριο θα επηρεάσει τις εξελίξεις στη Γερμανία και στον κόσμο. Αν είναι κάποιος από τους εκλεκτούς της Μέρκελ, η συγκατοίκηση με την καγκελάριο αναμένεται ομαλή και η Μέρκελ θα έχει περισσότερες πιθανότητες να ολοκληρώσει ομαλά τη θητεία της στην καγκελαρία το 2021 – εκτός αν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) αποχωρήσει πρόωρα, όπως όλα δείχνουν, από τον κυβερνητικό συνασπισμό. Αν εκλεγεί κάποιος από τους εσωκομματικούς αντιπάλους της Μέρκελ πρόεδρος του CDU, θα υπονομεύει την καγκελάριο καθιστώντας αμφίβολη την ολοκλήρωση της θητείας της – η Μέρκελ, τότε, μπορεί να αποχωρήσει προκηρύσσοντας νέες εκλογές ή το CDU θα επιχειρήσει να σχηματίσει νέα κυβέρνηση, χωρίς τη Μέρκελ. Σε όλα τα παραπάνω σενάρια, υπάρχει πολύ έντονη η πιθανότητα της αστάθειας.
Το δυστύχημα είναι ότι στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κανένας ικανός να διαδεχθεί τη Μέρκελ και να ηγηθεί της αντιμετώπισης των πολυάριθμων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ΕΕ – Brexit, άνοδος των ευρωσκεπτικιστών στις ευρωεκλογές του Μαΐου, νέα οικονομική κρίση προερχόμενη από την Ιταλία, απουσία συμφωνίας για το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό κ.ά. Οι πιθανοί διάδοχοι της Μέρκελ στη Γερμανία δεν είναι καν γνωστοί εκτός της χώρας τους ενώ ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είναι αποδυναμωμένος εντός Γαλλίας και, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, χρειάζεται τη Γερμανία για να αποτελούν μαζί την «ατμομηχανή της Ευρώπης». Οι υπόλοιποι ανερχόμενοι «αστέρες» της ΕΕ, ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν και ο ιταλός υπουργός Εσωτερικών Ματέο Σαλβίνι, μοιάζουν να έχουν περισσότερα κοινά με τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ παρά με τη Μέρκελ.
Χαρακτηριστικό της ανησυχίας που προκαλεί παγκοσμίως η σταδιακή αποχώρηση από την πολιτική σκηνή της «υπερασπίστριας των δυτικών αξιών» ή της «εκπροσώπου του ελεύθερου κόσμου», όπως αποκαλείται η Μέρκελ, είναι το τουίτ του Ρίτσαρντ Χάας, επικεφαλής του American Council on Foreign Relations: «Η εποχή της Μέρκελ πλησιάζει στο τέλος της, αφήνοντας τη Δύση και τη μεταπολεμική παγκόσμια τάξη χωρίς ηγέτη. Οι ΗΠΑ του @realDonaldTrump έχουν παραιτηθεί. Η Βρετανία είναι απασχολημένη με άλλα. Ο Καναδάς δεν έχει τα μέσα. Ο Μακρόν είναι υπερβολικά αδύναμος. Κακοί οιωνοί για τη σταθερότητα, την ευημερία, την ελευθερία».
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Μέρκελ ήταν η «βασίλισσα της ΕΕ». Σε όλα τα ευρωπαϊκά συμβούλια – στα 13 της χρόνια στην καγκελαρία έχει συμμετάσχει σε περισσότερα από 100 – όλων τα βλέμματα ήταν στραμμένα προς αυτήν. «Εμπνέει σεβασμό, ακόμη και σε εκείνους που διαφωνούν μαζί της. Υπάρχει διαφορετική ατμόσφαιρα στην αίθουσα όταν δεν είναι παρούσα. Μόλις φεύγει, αναλαμβάνει ο Ορμπαν» είπε στο «Politico» βετεράνος κεντροδεξιός πρωθυπουργός που τους έχει ζήσει σε πολυάριθμα ευρωπαϊκά συμβούλια.

Ελπίδα για την ΕΕ η υστεροφημία της

Υπάρχει όμως μια ελπίδα, και αυτή προκύπτει από την υστεροφημία της Μέρκελ. Κατ’ αρχάς, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι το μέλλον θα κρίνει θετικά την απόφαση της καγκελαρίου να ανοίξει τα γερμανικά σύνορα στους πρόσφυγες το 2015 – αυτήν ακριβώς την κίνηση που δεν της συγχωρεί η δεξιά πτέρυγα του CDU. Οσον αφορά την ΕΕ όμως η ευρωπαΐστρια Μέρκελ κρίνεται ανεπαρκής: ναι μεν κράτησε τη συνοχή της ΕΕ όταν αυτή δοκιμάστηκε μεταξύ «πλούσιου Βορρά» και «τεμπέλη Νότου», όμως η συνταγή για τη διάσωση των χωρών που επλήγησαν χειρότερα από την οικονομική κρίση, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, ήταν περισσότερο στη γραμμή «η Γερμανία πρώτα», παρά με γνώμονα το ευρωπαϊκό μέλλον και συμφέρον. Επιπλέον, η γερμανίδα καγκελάριος δεν έκανε αρκετά για να εξασφαλίσει το θεσμικό μέλλον του ευρώ.
Η Μέρκελ έχει μια τελευταία ευκαιρία να βάλει τη σφραγίδα της στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα το οποίο ο Μακρόν επιχειρεί από πέρυσι να εμβαθύνει. Χωρίς επιτυχία, είναι αλήθεια, αλλά χωρίς τη Μέρκελ ο Μακρόν μοιάζει με τεχνοκράτη αποκομμένο από την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Ο γάλλος πρόεδρος είναι ένθερμος ευρωπαϊστής και ήλπιζε να προωθήσει μέτρα για την ενίσχυση της ευρωζώνης με τη βοήθεια του Βερολίνου. Μερικοί αναλυτές πιστεύουν ότι μόλις η Μέρκελ απαλλαγεί από το κομματικό της πόστο στο CDU, θα λυθούν τα χέρια της προκειμένου να έρθει σε συμφωνία με τον Μακρόν π.χ. για την τραπεζική ένωση. Ενα πρώτο τεστ για το πώς διάκειται η Μέρκελ σχετικά με το ευρωπαϊκό όραμα του Μακρόν θα αποτελέσει το ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου, που θα πραγματοποιηθεί λίγες ημέρες μετά το συνέδριο του CDU και την εκλογή του νέου προέδρου του.
Ο διάδοχος της Μέρκελ στο τιμόνι του κόμματος προφανώς δεν θα έχει τη δική της ευρωπαϊκή εμπειρία, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι αναγκαστικά αντίθετος προς τις προτάσεις Μακρόν. Για παράδειγμα, ο Φρίντριχ Μερτς, ένας από τους δελφίνους που μάλιστα έρχεται πρώτος στις δημοσκοπήσεις για τη διαδοχή, δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι τον ανησυχεί «η έλλειψη γερμανικής απάντησης στις προτάσεις Μακρόν. Πιστεύω ότι άξιζε περισσότερα. Επρεπε να είχε λάβει μια πιο ουσιαστική απάντηση».  
Υπέρ της Ευρώπης είναι και η άνοδος των κεντρώων και ευρωπαϊστών  Πρασίνων που καταγράφεται στη Γερμανία. Ενδεχομένως με το πέρασμα των μηνών να σχηματιστεί στη Γερμανία μια δυναμική περισσότερο υπέρ της ενίσχυσης της ΕΕ. Αυτή θα μπορούσε να εκφραστεί είτε μέσω ενός μεγαλύτερου ρόλου των Πρασίνων είτε μέσω της ίδιας της Μέρκελ που θα φροντίσει την ευρωπαϊκή υστεροφημία αγνοώντας τη δεξιά πτέρυγα του CDU. Στα υπέρ είναι ότι η καγκελάριος, που βρίσκεται ένα βήμα πριν από τη σύνταξη, μπορεί να δαπανήσει το πολιτικό της κεφάλαιο για να ωθήσει τους Γερμανούς να αποδεχθούν αλλαγές στην ευρωζώνη που θα ξεφεύγουν από τη στενά γερμανική θεώρηση των πραγμάτων.

Ολα ανοιχτά στο παιχνίδι της διαδοχής

Η Μέρκελ κατηγορείται ότι όλα αυτά τα χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία αντιστάθηκε στις προσπάθειες να προετοιμαστεί ένας πιθανός διάδοχός της εντός του CDU. Μόνο πριν από λίγους μήνες φάνηκε να «δίνει το δαχτυλίδι» στην Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Στις 7 και 8 Δεκεμβρίου όλα τα βλέμματα θα είναι στραμμένα στο συνέδριο του CDU στο Αμβούργο, όπου θα εκλεγεί ο νέος πρόεδρος του κόμματος, ο οποίος θα είναι και ο υποψήφιος καγκελάριος του CDU στις επόμενες εκλογές.
Δημοσκόπηση της YouGov για λογαριασμό της εφημερίδας «Handelsblatt» την Πέμπτη έδειξε ότι ο εκλεκτός των επιχειρηματιών Φρίντριχ Μερτς είναι ο πιο δημοφιλής (23%) ανάμεσα στους επίδοξους διαδόχους της Μέρκελ. Η εκλεκτή της Μέρκελ, Κραμπ-Καρενμπάουερ, έρχεται δεύτερη με 17% και τρίτος ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν με 7%. Περισσότεροι όμως από το ένα τρίτο των ερωτωμένων δήλωσαν αναποφάσιστοι, το οποίο αφήνει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.
Αλλη δημοσκόπηση, του ινστιτούτου Civey για το Spiegel Online, επίσης φέρνει πρώτο τον Μερτς με 34%. Δεύτερη έρχεται η Κραμπ-Καρενμπάουερ με 19% ενώ ακολουθούν ο Σπαν και ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Αρμιν Λάσετ, με περίπου 6% ο καθένας. Ακόμη χαμηλότερη αποδοχή έχουν η 45χρονη υπουργός Γεωργίας Γιούλια Κλέκνερ, που ανήκει στη συντηρητική πτέρυγα του CDU, και η 60χρονη υπουργός Αμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λέγεν, οι οποίες αμφότερες ήταν στο παρελθόν τα φαβορί για να διαδεχθούν τη Μέρκελ.
Αλλα ονόματα που ακούγονται είναι του 60χρονου υπουργού Οικονομικών και Ενέργειας Πέτερ Αλτμάιερ, «μερκελικού» σε βαθμό που είναι γνωστός ως «ο σωματοφύλακας της Μέρκελ», επειδή υποστηρίζει πάντα τις κεντρώες πολιτικές της καγκελαρίου, του 66χρονου Φόλκερ Μπούφιερ, πρωθυπουργού του κρατιδίου της Εσσης, του 50χρονου Ραλφ Μπρίνκχαους, ιέρακα στα δημοσιονομικά ο οποίος εξελέγη τον Σεπτέμβριο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του CDU κατατροπώνοντας τον εκλεκτό της Μέρκελ για τη θέση αυτή χάρη στις ψήφους των βουλευτών που «επαναστάτησαν» εναντίον της καγκελαρίου, και τέλος του 45χρονου Ντάνιελ Γκίντερ, πρωθυπουργού του κρατιδίου Σλέσβιχ-Χόλσταϊν.