Εξι μήνες αγωνίας για την οικονομία
Η παρατεταμένη αβεβαιότητα, η εξάντληση των πόρων και οι εκκρεμότητες με το Ταμείο Ανάκαμψης – Μόνο το πρώτο τρίμηνο θα διατεθούν 6,5 δισ. για μέτρα στήριξης – Αυξήθηκαν οι καταθέσεις εν μέσω πανδημίας κατά 15 δισ. ευρώ αλλά η ρευστότητα δεν καταλήγει στην αγορά
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Ως το εξάμηνο της αγωνίας για τις εξελίξεις στο πεδίο της πανδημίας και της οικονομίας περιγράφουν κυβερνητικοί αξιωματούχοι την περίοδο έως τις αρχές του καλοκαιριού. Κατά το διάστημα αυτό θα καθοριστούν σε μεγάλο βαθμό οι πολιτικές αποφάσεις της κυβέρνησης και αναμένεται να διαμορφωθεί το ευρύτερο πολιτικό περιβάλλον. Η ανησυχία για την οικονομία είναι αισθητή στο Μέγαρο Μαξίμου και στο υπουργείο Οικονομικών και οι απόπειρες οριοθέτησης ενός χρονικού ορίζοντα που θα επιτρέψει κάποιον σχεδιασμό συνεχείς. Η ισορροπία ωστόσο μεταξύ αισιοδοξίας και αβεβαιότητας είναι εξαιρετικά εύθραυστη και απολύτως συναρτώμενη με την πορεία της πανδημίας και τις αλυσιδωτές αντιδράσεις, τις οποίες αυτή προκαλεί.
«Πεπερασμένοι πόροι»
Υπό αυτό το πρίσμα, ο κίνδυνος να απαιτηθούν αναπροσαρμογές του προϋπολογισμού αρχίζει να προβάλλει στον ορίζοντα. Σύμφωνα με επίσημες πηγές, κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους θα διατεθούν περί τα 6,5 δισ. για μέτρα στήριξης, ενώ για ολόκληρο το 2021 έχουν προϋπολογιστεί συνολικά 7,5 δισ. Τα στοιχεία αυτά εξηγούν εν μέρει και τον λόγο για τον οποίο η κυβέρνηση προσανατολίζεται στο άνοιγμα οικονομικών δραστηριοτήτων εν μέσω πανδημίας, γνωρίζοντας ότι ένα μεγάλο μέρος επιχειρήσεων και νοικοκυριών βρίσκονται σε οριακό σημείο ή στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και ότι υπό αυτές τις συνθήκες αρχίζουν να σχηματίζονται ομάδες δυσαρεστημένων πολιτών ή και κλάδων.
Παράγοντες του οικονομικού επιτελείου δεν κρύβουν τους προβληματισμούς τους. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης επισήμανε στις αρχές της εβδομάδας ότι τα δημόσια οικονομικά εργαλεία δεν είναι απεριόριστα, τόνισε ότι οι πόροι είναι πεπερασμένοι, ενώ εξέφρασε την αγωνία του για το ενδεχόμενο να συνεχιστεί η υγειονομική κρίση και στο τρίτο τρίμηνο του έτους.
Κάθε μήνα 3 δισ. ευρώ
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, το κόστος της πανδημίας για την οικονομία ανέρχεται περίπου σε 3 δισ. ευρώ σε μηνιαία βάση. Κατά τις εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, εφόσον η κρίση παραταθεί υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ένα ποσοστό της τάξεως του 25% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να μην είναι καν σε θέση να επαναλειτουργήσουν, με ό,τι αυτό θα συνεπάγεται για τα έσοδα από τη φορολογία, για την ανεργία και για την ανάπτυξη. Σε αυτή την αναμέτρηση με τον χρόνο και τις οικονομικές αντοχές, ποσά της τάξεως των 2 δισ. ευρώ για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν εισπραχθεί από το REACT EU και αναμένονται άλλα τόσα, ενώ εκδηλώνεται η ελπίδα εντός του πρώτου εξαμήνου να εκταμιευθούν οι προκαταβολές της τάξεως των 3,5 δισ. από τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης (2 δισ. επιχορηγήσεις και 1,5 δισ. δάνεια).
Η «αόρατη» ρευστότητα
Την ίδια στιγμή, μία ελληνική ιδιαιτερότητα εξελίσσεται σε μεγάλο πονοκέφαλο για την κυβέρνηση. Παρότι η ρευστότητα των τραπεζών έχει αυξηθεί μέσω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ στο επίπεδο των 75 δισ., παρατηρείται μία αδυναμία ή απροθυμία διοχέτευσής της στην αγορά. Οπως σημειώνουν οικονομικοί παράγοντες, «ό,τι ρίσκο δεν παίρνουν αυτή την περίοδο οι τράπεζες, π.χ. με δανειοδοτήσεις επιχειρήσεων, το αναλαμβάνει το Δημόσιο, με διάφορους τρόπους και με μέτρα όπως η επιστρεπτέα προκαταβολή». Παράλληλα όμως, παρατηρείται και μία αύξηση καταθέσεων κατά 15 δισ. ευρώ στην περίοδο της πανδημίας. Τα ποσά αυτά αντιμετωπίζονται ως «αναβαλλόμενη κατανάλωση» στην περίπτωση των νοικοκυριών και «αναβαλλόμενη επένδυση» εκ μέρους των επιχειρήσεων και εκτιμάται ότι θα πέσουν στην αγορά στην επόμενη φάση. Είναι μία παράμετρος η οποία γεννά αισιοδοξία, τελεί όμως και αυτή υπό την αίρεση του τερματισμού της υγειονομικής κρίσης.
Ευρωπαϊκό εγγυημένο εισόδημα
Υπό αυτό το πρίσμα, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται από την κυβέρνηση στις επικείμενες συζητήσεις και πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μεταξύ αυτών η Κοινωνική Σύνοδος, την οποία έχει προγραμματίσει η πορτογαλική προεδρία για τις 7 Μαΐου στο Πόρτο. Εν όψει αυτής, η ελληνική κυβέρνηση διαμηνύει ότι τάσσεται υπέρ της θεσμοθέτησης ενός ευρωπαϊκού ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Παράλληλα, ο οικονομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης έχει αναλάβει τις συζητήσεις με ευρωπαίους αξιωματούχους για τη διαμόρφωση ενός πλέγματος μέτρων, με στόχο τη στήριξη στη μετά COVID εποχή όσων θα έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα από την πανδημία. Σε αυτό το πλαίσιο, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας σημειώνει ότι πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να προσλάβουν μόνιμο χαρακτήρα ή πάντως να συνεχιστούν και μετά την πανδημία το δημοσιονομικό πρόγραμμα Next Generation EU και τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Το πρόβλημα του χρέους
Η αύξηση του χρέους είναι ένα επιπλέον πεδίο προβληματισμού για την κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο. Ωστόσο, χαρακτηρίζεται από κάποιες ευνοϊκές ιδιαιτερότητες. Ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, κατά την περίοδο της κρίσης έχει αυξηθεί από το 183% στο 207%. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας σημειώνει όμως ότι η ποσοστιαία αύξηση οφείλεται κατά μείζονα λόγο στην υποχώρηση του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι μία ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας θα συμβάλει αυτομάτως στην υποχώρηση του χρέους ως ποσοστού, ενώ αυτό παραμένει εξυπηρετούμενο και ο νέος δανεισμός είναι πολύ φθηνός. Παρά ταύτα, ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει ότι βασική και των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για όλα αυτά είναι η επίτευξη ενός μέσου ρυθμού ανάπτυξης 3,5% για την προσεχή δεκαετία.
Ο αγώνας και τα αγκάθια για το Ταμείο Ανάκαμψης
Οι ελπίδες του κεντρικού κυβερνητικού επιτελείου εναπόκεινται, συνδυαστικά με την πορεία του εμβολιασμού, στην ταχύτερη δυνατή ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, η οποία ωστόσο φαίνεται ότι δεν θα είναι μία τόσο απλή διαδικασία. Κατά πληροφορίες, έως και σήμερα έχουν καταθέσει τα επιχειρησιακά τους σχέδια μόνο 11 από τα 27 κράτη-μέλη. Την ίδια στιγμή, κυβερνήσεις όπως η ολλανδική (η οποία πρωτοστάτησε σε αντιδράσεις για τη δημιουργία του Ταμείου), φαίνεται ότι δεν προτίθενται να επισπεύσουν τις σχετικές διαδικασίες πριν από τις εκλογές, οι οποίες έχουν προγραμματιστεί για τον προσεχή Μάρτιο, ενώ η μαινόμενη κυβερνητική κρίση στην Ιταλία προεξοφλείται ότι θα προκαλέσει ανάλογα προβλήματα.
Με αυτές τις αβεβαιότητες, το χρονοδιάγραμμα της ελληνικής κυβέρνησης προβλέπει ότι το εθνικό σχέδιο αξιοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης θα έχει καταρτιστεί και θα έχει υποβληθεί στις Βρυξέλλες περί τα τέλη Μαρτίου. Για τον σκοπό αυτόν πραγματοποιούνται σε εβδομαδιαία βάση τηλεδιασκέψεις της ομάδας εργασίας που έχει δημιουργηθεί. Σε αυτήν συμμετέχουν ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Ακης Σκέρτσος, ο οικονομικός σύμβουλος του κ. Μητσοτάκη Αλέξης Πατέλης, ο γενικός γραμματέας Επενδύσεων Δημήτρης Σκάλκος και ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής Θάνος Πετραλιάς, ενώ την παρακολούθηση των σχεδίων θα αναλάβει ο Νίκος Ματζούφας ως επικεφαλής του (εθνικού) Ταμείου Ανάκαμψης.

