Στην τελική ευθεία της σύνταξης του πορίσματος, που θα πρέπει να παραδοθεί εντός δέκα ημερών, εισέρχεται πλέον η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής μετά και την κατάθεση του προέδρου του ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ Νίκου Ανδρουλάκη, ο οποίος εμφανίστηκε λάβρος κατά της κυβερνητικής πλειοψηφίας καταγγέλλοντας «διπλό σκάνδαλο: της παράνομης παρακολούθησης και της συγκάλυψης της υπόθεσης». «Θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να εξαντλήσουμε κάθε μέσο ώστε να πέσει φως στη σκοτεινή αυτή υπόθεση – θεσμικά, νόμιμα και με διαφάνεια» σχολίαζαν πηγές του κόμματος για τα επόμενα βήματα, παραπέμποντας αφενός στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου (PEGA) που έχει συσταθεί για τη διερεύνηση χρήσης κατασκοπευτικού λογισμικού από κυβερνήσεις της ΕΕ και αφετέρου στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, όπου η μειοψηφία δύναται με τα 2/5 να καλέσει όποιον μάρτυρα κρίνει απαραίτητο προκειμένου να μην οδηγηθεί η υπόθεση στις ελληνικές καλένδες, ενώ ήδη έχει επιληφθεί και η Δικαιοσύνη. Σε κάθε περίπτωση η υπόθεση της παρακολούθησης του κ. Ανδρουλάκη «θα είναι ένα κεντρικό στοιχείο της πολιτικής του ατζέντας», όπως υπογραμμιζόταν αρμοδίως, κάτι άλλωστε που ο ίδιος κατέστησε σαφές στην κατάθεσή του τονίζοντας ότι «θα δώσω αυτόν τον αγώνα μέχρι τέλους χωρίς να λογαριάζω το κόστος».

«Μοναδικό επίτευγμα»

Με την κατάθεσή του έκλεισε και ο κύκλος των μαρτύρων καθώς η πλειοψηφία απέρριψε για άλλη μια φορά τις προτάσεις της αντιπολίτευσης για κλήτευση των προσώπων (πολιτικών και μη) που δεν έχουν καταθέσει. Ο κ. Ανδρουλάκης δεν έκρυψε τη δυσφορία του για την εξέλιξη της διερεύνησης της υπόθεσης λέγοντας προς τα μέλη της πλειοψηφίας: «Πληροφορούμαι με θλίψη ότι η Επιτροπή σας κάνει πολύ λίγα για την αποκάλυψη της αλήθειας και πολύ περισσότερα για τη συσκότισή της». Καταλόγισε δε στη ΝΔ ότι «καταφέρατε ένα μοναδικό κοινοβουλευτικό επίτευγμα: Εξεταστική για την ΕΥΠ χωρίς κλήση του πολιτικού της προϊσταμένου και όλων των εμπλεκόμενων προσώπων, ακόμη και όσων έχουν παραιτηθεί». Τόνισε δε ότι η υπόθεση των υποκλοπών «δεν είναι ένα προσωπικό ζήτημα», αλλά «είναι ένα ζήτημα δημοκρατίας» που «καταδεικνύει τη θεσμική κρίση και την υπονόμευση των ελεγκτικών μηχανισμών και αναδεικνύει μια κουλτούρα διακυβέρνησης, συγκεντρωτική, αλαζονική, με αίσθηση παρακμιακής σκοτεινής παντοδυναμίας».

«Μάλλον ήμουν κίνδυνος»

Οσον αφορά τα κίνητρα που οδήγησαν στην παρακολούθησή του, αμφισβήτησε ευθέως την επίκληση λόγων «εθνικής ασφαλείας», τονίζοντας ότι επί οκτώ χρόνια ως ευρωβουλευτής «υπηρέτησα τα εθνικά συμφέροντα με όλες του τις δυνάμεις και «βαπτίστηκα» εθνικός κίνδυνος μόνο κατά τη διάρκεια της προεκλογικής μου εκστρατείας για να ηγηθώ της παράταξης;». Ο ίδιος επέμεινε ότι οι λόγοι της παρακολούθησής του ήταν καθαρά πολιτικοί: «Μάλλον ήμουν κίνδυνος για τα κομματικά σας συμφέροντα και τους κομματικούς σας σχεδιασμούς, κύριοι της ΝΔ» φέρεται να είπε χαρακτηριστικά. Το σκεπτικό του εδράζεται σε τρεις παράγοντες, όπως σημείωναν κομματικές πηγές: στον χρόνο που επελέγη να τεθεί υπό παρακολούθηση (κατά την κούρσα διαδοχής στο κόμμα του), στη διάρκεια της δίμηνης παρακοκολούθησης (η οποία τελείωσε λίγο μετά την ανάληψη της αρχηγίας) και στον συγχρονισμό (ΕΥΠ – Predator – καταστροφή του αρχείου παρακολούθησής του την ημέρα που ενημερώθηκε η ΑΔΑΕ για την παρακολούθησή του). «Αν υπήρχε λόγος που με καθιστούσε επικίνδυνο για την εθνική ασφάλεια, θα το είχατε κάνει φέιγ βολάν στα φιλικά σας ΜΜΕ, γιατί αυτές τις νοοτροπίες υπηρετείτε» φέρεται να είπε στην κατάθεσή του, ενώ διερωτήθηκε: «Αφού, όπως λέτε δημοσίως, όλα ήταν νόμιμα, προς τι οι παραιτήσεις του διοικητή της ΕΥΠ και του στενού συνεργάτη του Πρωθυπουργού, κ. Δημητριάδη;».

«Ενημέρωση, αλλά μόνο νόμιμα και εγγράφως»

Ο κ. Ανδρουλάκης στράφηκε κατά της πλειοψηφίας και για «α λα καρτ εργαλειοποίηση του απορρήτου» όσον αφορά την υπόθεσή του, ενώ σχετικά με την άρνησή του να ενημερωθεί από την κυβέρνηση φέρεται να είπε στην κατάθεσή του ότι «θα δεχόμουν οποιαδήποτε στιγμή ενημέρωση, αλλά μόνο νόμιμα και εγγράφως», σημειώνοντας ότι «είναι παντελώς αναξιόπιστη η κυβέρνηση για οποιαδήποτε προφορική συνομιλία» καθώς, ενώ διά του κυβερνητικού εκπροσώπου εμφανιζόταν έτοιμη να τον ενημερώσει «πλήρως και ενδελεχώς», στην πορεία ο αρμόδιος υπουργός που είχε επιφορτιστεί με το καθήκον να τον ενημερώσει δήλωνε ότι ουδείς στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζει τους λόγους. «Πώς θα με ενημέρωναν «πλήρως και ενδελεχώς» για κάτι που δεν γνώριζαν;» διερωτήθηκε ο κ. Ανδρουλάκης, ο οποίος έθεσε μια σειρά ακόμα από ερωτήματα: «Πώς ο Πρωθυπουργός παραδέχεται ότι η παρακολούθηση είναι λάθος όταν δεν ξέρει τους λόγους, όπως ισχυρίζεται; Πώς αξιολογεί ως λάθος μια παρακολούθηση όταν δεν ξέρει – όπως υποστηρίζει – για την υπόθεση; Γιατί τότε απέπεμψε τον ανιψιό και στενότερο συνεργάτη του αφού δεν ήξερε; Πιστεύει έλληνας πολίτης ότι ο Πρωθυπουργός δεν ήξερε και έπραξε όσα έπραξε;».

«Παρακολουθούσε ένα ολόκληρο κόμμα»

Για τον πρόεδρο του ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ η παρακολούθησή του είχε έναν και μοναδικό στόχο: «Να θέσει σε ομηρεία μια ολόκληρη παράταξη στην πιο κρίσιμη πολιτική της στιγμή, κατά τις εσωκομματικές μας εκλογές», όπως φέρεται να είπε, τονίζοντας ότι «η ΕΥΠ μέσω της δικής μου παρακολούθησης παρακολουθούσε ένα ολόκληρο κόμμα, πρώην πρωθυπουργούς και βουλευτές».