Στην αμερικανική κωμωδία «Ghostbusters» (1984), μια ομάδα εκκεντρικών επιστημόνων οργώνει τους δρόμους της Νέας Υόρκης προσπαθώντας να παγιδεύσει φαντάσματα. Στα τέλη του 2022, στην Κίνα, ομάδες «μεγάλων άσπρων», όπως αποκαλούν τους υγειονομικούς με τις άσπρες στολές και τα «σκάφανδρα», ψεκάζουν τους δρόμους κυνηγώντας έναν διόλου φανταστικό εχθρό, τον κορωνοϊό.

Διαβάστε ακόμη: Πού βαδίζουν Κίνα και Ιράν

Η Κίνα εξακολουθεί να εφαρμόζει την πολιτική της μηδενικής ανοχής στον κορωνοϊό («zero COVID»), επιβάλλοντας λοκντάουν πολλών εβδομάδων. Το Πεκίνο διατήρησε έτσι χαμηλά τον αριθμό θανάτων αλλά παρέλυσε τις πόλεις και οδήγησε σε κλείσιμο πολλές μικρές επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα η δυσαρέσκεια των Κινέζων να διογκωθεί.

Ζήτησαν ακόμη και την παραίτηση Σι

Με αφορμή την πυρκαγιά, στις 24 Νοεμβρίου, σε κτίριο στην πόλη Ουρούμτσι, όπου δέκα άνθρωποι πέθαναν επειδή οι Αρχές τούς είχαν απαγορεύσει να μετακινηθούν, ξέσπασαν διαμαρτυρίες σε πολλές κινεζικές πόλεις. Οι διαδηλωτές ζητούν άρση της καραντίνας, διεκδικούν ελευθερία και δημοκρατία, ζήτησαν ακόμη και την παραίτηση του προέδρου Σι Τζινπίνγκ και την απομάκρυνση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) από την εξουσία!

Το γεγονός είναι πρωτοφανές για την Κίνα. Το κύμα οργής θα οδηγήσει, άραγε, σε άγρια καταστολή, για πρώτη φορά μετά τα γεγονότα της πλατείας Τιανανμέν, τον Ιούνιο του 1989, όταν το καθεστώς άνοιξε πυρ κατά των πολιτών που διεκδικούσαν ελευθερίες και δημοκρατία, σκοτώνοντας χιλιάδες ανθρώπους;

Οι περισσότεροι από τους Κινέζους που διαδηλώνουν σήμερα γεννήθηκαν μετά το 2000 και δείχνουν έτοιμοι να διεκδικήσουν περισσότερες ελευθερίες. Οι millennials της Κίνας, όπως σημειώνει ο ανταποκριτής του «Monde» στο Πεκίνο Φιλίπ Λεμέτρ, είναι περήφανοι για τα επιτεύγματα της χώρας τους, όμως δεν δέχονται τους αυστηρούς περιορισμούς. Θέλουν να ακούν κορεατική ποπ, να παρακολουθούν το αμερικανικό ΝΒΑ. Παρά την αυστηρή λογοκρισία, βλέπουν τι συμβαίνει στον υπόλοιπο πλανήτη, ο οποίος συμβιώνει πλέον με τον κορωνοϊό. Βλέπουν τον αντίκτυπο των λοκντάουν στην οικονομία, με την ανεργία να ανέρχεται στο 20%.

«Ο Σι έχει εγκλωβιστεί στη στρατηγική της μηδενικής ανοχής στην COVID-19, η οποία όμως δεν αποδίδει» ανέφερε ο «Monde». Η κινεζική ηγεσία δεν ανέμενε ότι η πολιτική των λοκντάουν θα πυροδοτούσε τέτοιες αντιδράσεις. Τα κινεζικά εμβόλια κατά του κορωνοϊού δεν είναι τόσο αποτελεσματικά όσο τα δυτικά εμβόλια τεχνολογίας mRNA. Σύμφωνα με την ιατρική επιθεώρηση «Lancet», δύο δόσεις Pfizer/BioNTech παρέχουν 90% προστασία από σοβαρές ασθένειες ή θάνατο. Το αντίστοιχο ποσοστό για δύο δόσεις του κινεζικού εμβολίου Sinovac είναι 70%. Ο κινεζικός εθνικισμός ωστόσο δεν θα επέτρεπε ποτέ στο καθεστώς να προτιμήσει τα ξένα εμβόλια έναντι των κινεζικών.

Οι συγκρίσεις με το 1989

Η εναντίωση των πολιτών κατά του καθεστώτος στην Κίνα γίνεται αφορμή για συγκρίσεις ανάμεσα στα γεγονότα του 1989 και του 2022.

Ο πολιτικός επιστήμων και συγγραφέας Γιανγκ Τζιανλί, που συμμετείχε στα γεγονότα του 1989, για τα οποία φυλακίστηκε επί μία πενταετία, έγραψε στην «Washington Post» ότι «ήμουν εκεί όταν το ΚΚΚ έστειλε τον στρατό εναντίον των διαδηλωτών και φοβάμαι ότι η Ιστορία μπορεί να επαναληφθεί. Ο κόσμος δεν θα πρέπει να υποτιμήσει τη θέληση του Σι και του Κομμουνιστικού Κόμματος να παραμείνουν στην εξουσία».

Στις διαμαρτυρίες του 1989 πρωτοστατούσαν οι φοιτητές. Τώρα οι νέοι διαδηλώνουν μαζί με ξένους εργαζομένους σε τεράστιες επιχειρήσεις, όπως για παράδειγμα στη Foxconn, όπου κατασκευάζονται τα iPhone της Apple. To 1989 η τεχνολογία ήταν περιορισμένη, τώρα είναι κυρίαρχη. Ο Τζον Πόμφρετ, δημοσιογράφος που είχε καλύψει τα γεγονότα της Τιανανμέν, γράφει στην «Washington Post» ότι η Κίνα διαθέτει σήμερα πολύ περισσότερα εργαλεία καταστολής από ό,τι το 1989. Διαθέτει το πιο εξελιγμένο σύστημα ψηφιακού ελέγχου και συνεπώς ελέγχου της κοινωνίας. Είναι επίσης πολύ πιο ενισχυμένη στρατιωτικά παρότι ο αμυντικός προϋπολογισμός είναι χαμηλότερος σε σχέση με αυτόν για την εσωτερική ασφάλεια, γεγονός ενδεικτικό για τη σημασία που δίνει το Πεκίνο στον έλεγχο των πολιτών.

Ισορροπίες – Πρόβλημα για τον Σι η διαχείριση του θανάτου του Ζιανγκ Ζεμίν

Μετά τη σφαγή της Τιανανμέν το 1989, ο τότε πρόεδρος της Κίνας, Ντενγκ Χσιαοπίνγκ, επέλεξε τον Ζιανγκ Ζεμίν, για να αναλάβει την ηγεσία του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο Ζιανγκ, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος της Κίνας από το 1993 ως το 2003, πέθανε την περασμένη Τετάρτη, σε ηλικία 96 ετών. Ο θάνατός του δημιουργεί ένα επιπλέον πρόβλημα στη σημερινή κινεζική ηγεσία που βρίσκεται αντιμέτωπη με το εντονότερο κύμα λαϊκής αμφισβήτησης από το 1989. Ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ καλείται να τιμήσει τη μνήμη του προκατόχου του, χωρίς όμως ο Ζιανγκ και το έργο του να εξελιχθούν σε σύμβολο κατά της δικής του πολιτικής.

Ο Ζιανγκ, πρώην ηλεκτρολόγος μηχανικός ο οποίος είχε διατελέσει δήμαρχος της Σανγκάης το 1985 και κατόπιν, το 1987, ηγέτης του κόμματος στην ίδια πόλη, ανήλθε στην ηγεσία του ΚΚΚ ενώ κατέρρεε ο κομμουνισμός στην Ανατολική Ευρώπη. Οταν ανέλαβε τα ηνία του, το ΚΚΚ ήταν διχασμένο και απονευρωμένο εξαιτίας των γεγονότων της πλατείας Τιανανμέν. Ωστόσο ο Ζιανγκ όχι μόνον επιβίωσε των εσωτερικών συγκρούσεων στο κόμμα, υιοθετώντας πιο συμφιλιωτικούς τόνους, αλλά και η προεδρική του θητεία θεωρήθηκε, σύμφωνα με τους «Νew York Times», ως «η χρυσή περίοδος κατά την οποία η Κίνα αγκάλιασε την παγκοσμιοποίηση».

Το 2001, μετά από χρόνια δύσκολων διαπραγματεύσεων, κυρίως με τις ΗΠΑ, ο Ζιανγκ πέτυχε την είσοδο της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Ηταν ο ηγέτης που διεύρυνε το άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας στον καπιταλισμό (το οποίο είχε αρχίσει ο Ντενγκ), την αποκαλούμενη «σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς». Ταυτόχρονα «εκσυγχρόνισε» το κινεζικό κομμουνιστικό κίνημα, το οποίο βασιζόταν στην εργατική τάξη, ενισχύοντάς το με μια ελίτ νέων επιχειρηματιών και διανοουμένων.

Οι επικριτές του ωστόσο τονίζουν ότι το «κοσμοπολίτικο» προφίλ του Ζιανγκ, ο οποίος είχε αδυναμία στις αμερικανικές ταινίες και στην αμερικανική μουσική (το 1996 τραγούδησε δημοσίως, στις Φιλιππίνες, ένα τραγούδι του Ελβις Πρίσλεϊ) συνυπήρχε με την απέχθειά του προς οποιαδήποτε μορφή αμφισβήτησης της εξουσίας του. Το 1999, όταν μέλη της θρησκευτικής αίρεσης Φαλούν Γκονγκ διαμαρτυρήθηκαν έξω από τα κεντρικά γραφεία του ΚΚΚ, ο Ζιανγκ έδωσε εντολή στις δυνάμεις ασφαλείας να προχωρήσουν σε μαζικές συλλήψεις. Η πρακτική αυτή έθεσε τις βάσεις για περαιτέρω αστυνόμευση των πολιτών και ενίσχυση του αστυνομικού κράτους στην Κίνα.

Πάντως, όπως τόνισε η «Washingnton Post», με αφορμή τον θάνατό του, πολλοί θυμούνται την εποχή του Ζιανγκ ως μια περίοδο περιορισμένου διαλόγου αλλά σχετικής ανοχής απέναντι στις διαφορετικές απόψεις, αν μάλιστα τη συγκρίνει κανείς με την πάταξη κάθε διαφωνίας στον δημόσιο βίο της σημερινής Κίνας του προέδρου Σι.
Το 2000 ο Ζιανγκ είχε πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα, η οποία χαρακτηρίστηκε ιστορική, καθώς ήταν η πρώτη επίσκεψη κινέζου προέδρου στη χώρα μας.