Μπορεί να το πει κανείς με τα 200 χρόνια της αδιατάρακτα ταραχώδους νεοελληνικής ιστορίας στην πλάτη του: Ο ανθελληνισμός είναι πιο ισχυρός και από τον διάβολο, δεν κρύβεται μόνο στις λεπτομέρειες αλλά παντού, ακόμη και στα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Το μοναδικό μέσο που έχουμε στη διάθεσή μας είναι το «ανθελληνόμετρο», αυτός ο νοητός ορός της αλήθειας που αποκαλύπτει όχι μόνο τους ανθέλληνες εξωτερικού αλλά και τους εγχώριους «προδότες» που υποκύπτουν στις ανθελληνικές Σειρήνες.

Αυτοί είναι οι πολλοί της διαβολικής ιστορίας του ανθελληνισμού. Αν άνθησε όμως τόσο στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, είναι επειδή ο σπόρος είχε πέσει πριν εδώ. Προτού καταγγείλουν οι ευρωπαίοι βουλευτές τις καταχρηστικές αγωγές εις βάρος των μέσων ενημέρωσης με ένα ψήφισμά τους, τις είχαν καταγγείλει οι έλληνες δημοσιογράφοι με μια ανακοίνωσή τους. Με αυτήν εξέφραζαν πριν από λίγο καιρό «την πλήρη αντίθεσή τους στην πρακτική των αγωγών, οι οποίες έχουν ως στόχο να εκφοβίσουν τους δημοσιογράφους και να περιορίσουν την ενημέρωση».

Στην ίδια ανθελληνική ανακοίνωση υπογραμμιζόταν πως «το τελευταίο διάστημα, ο Γρηγόρης Δημητριάδης, ο οποίος οδηγήθηκε σε παραίτηση από τη θέση του γενικού γραμματέα της κυβέρνησης όταν ξεκίνησε η δημοσιογραφική έρευνα για την υπόθεση των υποκλοπών, έχει εξαπολύσει καταιγισμό νέων αγωγών εναντίον πολλών δημοσιογράφων και μέσων ενημέρωσης και μάλιστα με υπέρογκες και εξοντωτικές αξιώσεις».

Βασικός πρωταγωνιστής μιας υπόθεσης που ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έχει χαρακτηρίσει «σκάνδαλο», ο αποπεμφθείς γενικός γραμματέας υπερασπίζεται την αθωότητά του. Και κάνει πολύ καλά επειδή ζούμε σε ένα μέρος του κόσμου όπου, αντίθετα από τους φόβους που εκφράζονται στο ψήφισμα, το κράτος δικαίου θέλουμε να λέμε πως λειτουργεί.

Λέγεται και κάπως αλλιώς. Δεν χρειάζεται να αποδείξεις πως δεν είσαι ελέφαντας. Αντίθετα, ο νομικός μας πολιτισμός αναγνωρίζει κάθε δικαίωμα να υπερασπιστεί κάποιος τον εαυτό του, όποια και αν είναι η κατηγορία με την οποία βαρύνεται. Επιστρέφοντας στη ζωολογία, μπορείς να ισχυριστείς πως, πράγματι, είσαι ελέφαντας και με λίγη καλή τύχη και ακόμη περισσότερη δικανική δεινότητα ο ισχυρισμός σου να γίνει δεκτός από τους δικαστές σου.

Καλύτερα κι ευτυχώς. Από την εποχή του «dubio pro reo», η αμφιβολία εξακολουθεί να λειτουργεί υπέρ του κατηγορουμένου. Τι συμβαίνει όμως όταν εξοντωτικές αγωγές, γνωστές στους ανθέλληνες της Ευρώπης και ως SLAPP, επιστρατεύονται για να φιμωθεί κάθε κριτική για να κληθούν μια μέρα στο δικαστήριο οι εγχώριοι ανθέλληνες να αποδείξουν πως δεν είναι ελέφαντες;

Ο χρόνος κυλάει στο μεταξύ. Για να δικαιωθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ένας έλληνας δημοσιογράφος που είχε καταδικαστεί απλώς επειδή χαρακτήρισε «παγκοίνως άγνωστη» μια αξιωματούχο πέρασαν χρόνια. Αλλά και η άλλη πλευρά του Ατλαντικού είναι μάλλον μακριά για να επικαλεστεί κανείς την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ στην υπόθεση The New York Times v. Sullivan που λέει ότι «στο πλαίσιο της βαθιάς εθνικής δέσμευσης στην αρχή ότι ο διάλογος πάνω σε δημόσια θέματα πρέπει να είναι δίχως αναστολές, ζωηρός και ανοιχτός στα πάντα (…) μπορεί να περιλαμβάνει σφοδρές, καυστικές και κάποιες φορές δυσάρεστα οξείες επιθέσεις σε κυβερνητικούς και δημόσιους λειτουργούς».

Για τους εγχώριους ανθέλληνες μένει μόνο μια παλιά απόφαση του Αρείου Πάγου που έλεγε ότι ο χαρακτηρισμός «Καραγκιόζης» δεν συνιστά προσβολή της προσωπικότητας. Αυτή συνεπώς θα μπορούσε να είναι η μοναδική «σφοδρή, καυστική και κάποιες φορές δυσάρεστα οξεία επίθεση σε κυβερνητικούς και δημόσιους λειτουργούς».

Με λίγα λόγια, αν γράψει κάποιος ότι «σε αυτό εδώ το μέρος του κόσμου δεν φαίνεται να μας παρακολουθεί κάποιος Μεγάλος Αδελφός αλλά ένας μικρός ανιψιός» κινδυνεύει με μια αγωγή εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ. Ο μοναδικός ασφαλής χαρακτηρισμός βρίσκεται σε εκείνη την απόφαση του Αρείου Πάγου. Αλλά θα μπορούσε ποτέ ένας Καραγκιόζης να είναι ο προστάτης μας;