Η λέξη ανθρωπιά αντιπροσωπεύει το υπαρξιακό ιδεώδες που καθορίζει την έννοια και την ηθική τού να είσαι μέλος της μοναδικής φυλής που διαθέτουμε.

Της μοναδικής φυλής; Ασφαλώς! Η κοινωνική ανθρωπολογία θεωρεί ρατσιστική οποιαδήποτε ιεράρχηση των λαών σε «κατώτερους» και «ανώτερους», καθώς και τη διάχυτη σύγχυση μεταξύ βιολογικής («φυλετικής») και πολιτισμικής κληρονομιάς. Τέτοια σύγχυση γεννάει γενοκτονίες.

Οι Ναζί μιλούσαν για «άρια φυλή», παρουσιάζοντας μια καθαρά γλωσσική κατηγορία ως βιολογική, για να δικαιολογήσουν τη γενοκτονία. Το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικά ευρωπαϊκό. Κάτι παρόμοιο έγινε με το κατεστημένο των αυτοαποκαλουμένων «αρίων» Σίνχαλα στη Σρι Λάνκα, όπου οι φυλετικές διακρίσεις κατέληξαν σε εμφύλιο πόλεμο (1983-2009).

Τέτοιες λανθασμένες ιδέες υποθάλπουν τον ρατσισμό και στις «φιλελεύθερες» χώρες, όπου καταφεύγει στη γνωστή προφυλακτική διάψευση: «Δεν είμαι ρατσιστής, αλλά…» – έκφραση που συνήθως συνεπάγεται και την υπονοούμενη διάψευση της κυριολεκτικής σημασίας της, όπως και η δήλωση ότι «ορισμένοι καλοί μου φίλοι είναι απ’ αυτούς»!

Στα παιδικά μου χρόνια στην Αγγλία, θυμάμαι, κυκλοφορούσε η έκφραση «συμπαθητικός Ισραηλίτης τζέντλμαν». Σπάνια μίλαγε κανείς απευθείας για «βρωμοεβραίους». Αλίμονο του εν λόγω τζέντλμαν όμως αν τολμούσε να μπει στους ομίλους του κατεστημένου! Το ανήκειν, καλέ μου κύριε, δεν είναι για όλους.

Στη Νότια Ευρώπη, ένας αφρικανικής καταγωγής αλλά τρίτης γενεάς πολίτης που μιλάει άπταιστα ιταλικά ή ελληνικά προκαλεί συγκαταβατική έκπληξη: «Πού μάθατε να μιλάτε τόσο ωραία;». Εμένα, λευκό γεννημένο στην Αγγλία, με ρωτάνε αν έχω Έλληνες προγόνους γιατί πιστεύουν ότι η γλώσσα μεταφέρεται με το αίμα. Στον «μαύρο» συμπολίτη δεν αποδίδουν μια τέτοια εξήγηση.

Στο κρατικό επίπεδο, επιπλέον, η υποδοχή προσφύγων επικαλείται τη μεταφορά της φιλοξενίας. Η φιλοξενία, ωστόσο, ακόμη και στις παραδοσιακές της μορφές, συχνά συνεπάγεται την επιθυμία οι φιλοξενούμενοι να κρατούνται υπό έλεγχο. Η ευγνωμοσύνη τους μετατρέπεται σε ηθικά δεσμά. Αν αντιδρούν, κατηγορούνται για αχαριστία και η κατηγορία μετατρέπεται εύκολα, κατά συνέπεια, σε ανοικτό ρατσισμό, είτε ακόμη σε δηλώσεις συγκαταβατικής καλοσύνης είτε, με τον χρόνο, σε όλο και πιο βίαιες εκδηλώσεις μίσους.

Στην Ταϊλάνδη, οι ινδικής καταγωγής πολίτες ονομάζονται «κεκ» (φιλοξενούμενοι). Ο όρος δεν είναι θετικός. Πολλοί Ταϊλανδοί της εθνικής πλειοψηφίας επιδεικνύουν ξεκάθαρα τις «φυλετικές» τους προτιμήσεις αγοράζοντας κρέμες για να «ασπρίζει» το δέρμα τους, ελπίζοντας έτσι, όπως και με την καλλιέργεια ευγενικής συμπεριφοράς και κομψής γλώσσας, να ανέβουν σε υψηλότερο κοινωνικό στρώμα.

Οι σχετικά ανοιχτόχρωμοι κινεζικής καταγωγής πολίτες επωφελήθηκαν απ’ αυτές τις προκαταλήψεις, σε βάρος και των πιο αγροίκων ιθαγενών και των ινδικής καταγωγής «φιλοξενουμένων». Ο ευγενικός ρατσιστής δεν εκφράζεται απευθείας. Ξέρει να τηρεί τους κανόνες της καλής αγωγής.

Η λέξη «ευ-γένεια» φανερώνει ετυμολογικά την ψευδοεπιστημονική γενετική που εμπνέει τις φυλετικές και ταξικές διακρίσεις. Εμμονικά παραμένει η πεποίθηση ότι η προσωπική καλλιέργεια εδρεύει στη βιολογική καταγωγή. Όπου και αν εμφανίζεται στον κόσμο, ο «ευγενικός ρατσισμός» φυλάει υπαρκτούς κινδύνους, ακόμη και όταν φοράει την ευφημιστική μάσκα της «πολιτικής ορθότητας». Εκφράζει τη μισοκρυμμένη αίσθηση ότι «αυτοί δεν είναι άνθρωποι», είναι «άλλης ράτσας».

Σε κρίσιμες στιγμές, ο «ευγενικός ρατσισμός» ξεσπάει σε πράξεις μίσους, από ανοικτές προσβολές μέχρι και γενοκτονία. Σε «απάνθρωπες» πράξεις, που αρνιούνται την ανθρώπινη υπόσταση του «Άλλου».

Θα παρατήσουμε ποτέ τις υποκρισίες του ευγενικού ρατσισμού και τις μεγαλόστομες δηλώσεις περί «ευρωπαϊκών αξιών»; Θα αρχίσουμε επιτέλους να δούμε στην κοινή «ανθρωπιά» το ποθητό επίτευγμα της μοναδικής φυλής που έχουμε;

Ο κ. Μάικλ Χέρτσφελντ είναι κοινωνικός ανθρωπολόγος, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.