Ζούμε αναμφισβήτητα σε εποχή γεωπολιτικών ανακατατάξεων και διεθνο-οικονομικών ανασυνθέσεων. Η προηγούμενη μακρά περίοδος – τριών δεκαετιών – απόλυτης ελευθερίας του διεθνούς εμπορίου και ανεμπόδιστης κίνησης των κεφαλαίων και των επενδύσεων μετέβαλε πλήρως τον διεθνή καταμερισμό εργασίας και μαζί τους συσχετισμούς ισχύος και επιρροής, με την ανάδειξη νέων οικονομιών και νέων δυνάμεων που διεκδικούν ρόλο και συμμετοχή στη διαχείριση των διεθνών υποθέσεων.

Μπορεί ακόμη η δυτική και ιδιαιτέρως η αμερικανική επιρροή να παραμένει μεγάλη αλλά και η διεκδίκηση των νέων δυνάμεων είναι ισχυρή και προπάντων αυξανόμενη. Η πανδημία πρώτα και αργότερα η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία κλόνισαν τη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα, προκάλεσαν πληθωριστικά κύματα, μετέβαλαν τους όρους εμπορίου και φανέρωσαν ανεπιθύμητες εξαρτήσεις για τις μέχρι πρότινος κυρίαρχες δυτικές δυνάμεις. Οι τελευταίες βρέθηκαν εκτεθειμένες χωρίς κρίσιμο ιατροφαρμακευτικό υλικό στον καιρό της πανδημίας του κορωνοϊού και μετέπειτα, ιδιαιτέρως οι επαναπαυμένοι και εξαρτημένοι από τα ρωσικά ενεργειακά αγαθά Ευρωπαίοι, είδαν τη βιομηχανία τους να πιέζεται και την άλλοτε αδιαμφισβήτητη ανταγωνιστικότητά τους να κλονίζεται.

Υπό το βάρος αυτών των εξελίξεων ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επέλεξε πολιτικές αναγέννησης της αμερικανικής βιομηχανίας, κινητοποίησε πόρους και δυνάμεις προκειμένου να επαναφέρει στο έδαφος των ΗΠΑ την παραγωγή κρίσιμων τεχνολογικών αγαθών και βεβαίως πίεσε τους συμμάχους στην Ευρώπη να προστατευθούν από την ανεξέλεγκτη και εξαρτησιογόνο ασιατική τεχνολογική διείσδυση. Την ίδια στιγμή η Ευρώπη, πιο εξαρτημένη και πιο δυσκίνητη στην υιοθέτηση νέων μεγάλων στρατηγικού χαρακτήρα επιλογών, παλεύει να απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα και μαζί να επανοικοδομήσει και να ανακατευθύνει τη βιομηχανία της. Βραδυπορεί χαρακτηριστικά, αλλά δεν έχει επιλογές, οφείλει να βαδίσει σε νέους δρόμους αν θέλει πραγματικά να επιβιώσει στον υπό διαμόρφωση πιο περίπλοκο και πιο ανταγωνιστικό κόσμο.

Σε αυτό το ξεχωριστό διεθνές περιβάλλον η Ελλάδα μπορεί να πει κανείς ότι διαμόρφωσε και διατηρεί κάποιου τύπου πλεονεκτήματα. Δοκιμάστηκε πολλαπλώς όλα τα προηγούμενα χρόνια, κλονίστηκε και άλλαξε, χτίζοντας με τον καιρό άμυνες και δυνατότητες. Επιπλέον, μέσα από τη διαχείριση των κρίσεων προικοδοτήθηκε με πόρους και με ευνοϊκές ρυθμίσεις χρεών και στην παρούσα συγκυρία μοιάζει ασφαλισμένη. Πολιτικά είναι σταθερή, η κυβέρνησή της είναι ισχυρή και απολαμβάνει τον κατακερματισμό της αντιπολίτευσης, πράγμα σπάνιο στη σημερινή Ευρώπη.

Η οικονομία της επιπροσθέτως προσφέρει ευκαιρίες, φαντάζει ελκυστική στους ξένους επενδυτές και η γεωπολιτική της θέση στο σύνορο του αναδυόμενου νέου κόσμου μοιάζει ζηλευτή. Η οικονομική της πολιτική επίσης θεωρείται μετριοπαθής, συντηρητική μεν, αλλά με σταθερές στοχεύσεις. Το αποτέλεσμά της κρίνεται θετικό από το διεθνές οικονομικό σύστημα, αλλά η διάχυσή του στην ελληνική κοινωνία παραμένει δυσχερής. Οι ανισότητες θεριεύουν, εμποδίζουν τη διάχυσή του, που προφανέστατα δεν φθάνει, δεν αρκεί. Κάτι λείπει λοιπόν σε τούτες τις ιδιαίτερες διεθνείς και εσωτερικές συνθήκες.

Οσοι έχουν εμπειρίες αντιλαμβάνονται ότι λείπουν το όραμα, το όνειρο και βεβαίως ένα σχέδιο ξεχωριστό και ικανό και δημιουργήσει το κύμα παραγωγής και δημιουργίας που θα κινητοποιήσει και θα συνεπάρει τις δυναμικότερες των δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας. Οι πόροι υπάρχουν, το επενδυτικό ενδιαφέρον υπαρκτό, η διεθνής και εσωτερική συγκυρία μοναδική, συναντάται σπάνια στην Ιστορία. Προσφέρει ευκαιρίες για τη χώρα και τον λαό μας. Είναι ζήτημα έμπνευσης, αντίληψης και εθνικής προσέγγισης η σύλληψη και υιοθέτησή του.