Ο Αντώνης Φραγκάκης συνδέεται βαθιά με την Αλόννησο, το νησί που, όπως λέει, δεν θα είχε διαλέξει αν δεν τον είχε καλέσει η ανθρώπινη σχέση. Ο ίδιος ανοίγει την καρδιά του και μιλά με αμεσότητα και στοχασμό για την πορεία του στον χώρο της υποκριτικής, τις προκλήσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει και έπαιξαν ρόλο στις επιλογές του, την αγάπη του για την τέχνη και τη γιόγκα. Ταυτόχρονα εκφράζει μια στάση ζωής: την αξία του να ψάχνουμε, να ακούμε και να βυθιζόμαστε όσο μπορούμε στην εσωτερική μας αναζήτηση.
Τι σας ενέπνευσε να ασχοληθείτε με την υποκριτική;
«Η αλήθεια είναι πως δεν είχα ποτέ σκεφτεί την ηθοποιία ως πιθανό επάγγελμα. Δεν είχα καν την πληροφορία, τη συνειδητοποίηση ότι είναι ένα επάγγελμα που εξασκούν άνθρωποι. Κάποια στιγμή, καθώς αναζητούσα τι θέλω να κάνω στη ζωή μου, ήταν οι φίλοι μου εκείνοι που μου είπαν: «Γιατί δεν δοκιμάζεις την υποκριτική;». Ηταν, λοιπόν, αρχικά αυτή η πρόταση από κοντινά μου πρόσωπα που φύτεψε τον σπόρο.
Ενας από αυτούς μου πρότεινε να πάω να γνωρίσω τον Ανδρέα Βουτσινά. Η επαφή μαζί του και κυρίως ο τρόπος που ο ίδιος αντιμετώπιζε το θέατρο ήταν καθοριστικά για εμένα. Θα μπορούσα να είχα γνωρίσει το θέατρο μέσω κάποιου άλλου ανθρώπου και ίσως να μη με είχε κερδίσει.
Ομως η δική του προσέγγιση ήταν αυτή που με έκανε να θέλω πραγματικά να ασχοληθώ. Ο Βουτσινάς είχε έναν ιδιαίτερο τρόπο να δουλεύει. Συνέχεια έκανε ερωτήσεις: «Γιατί λέει αυτό ο χαρακτήρας; Και γιατί ο άλλος του απαντάει έτσι;». Αυτές οι ερωτήσεις, αυτός ο στοχαστικός τρόπος προσέγγισης του θεάτρου, μου άνοιξαν έναν εντελώς νέο κόσμο».
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε αντιμετωπίσει στην καριέρα σας;
«Θα έλεγα πως δύο πολύ διαφορετικές εμπειρίες με επηρέασαν βαθιά, η καθεμία για τον δικό της λόγο. Η πρώτη ήταν μια χορευτική παράσταση. Δεν είχα προηγούμενη σχέση με τον χορό και αυτό με έφερε αντιμέτωπο με μια εντελώς διαφορετική «γλώσσα».
Οι ηθοποιοί συνήθως απομνημονεύουν λόγια και κείμενα. Εδώ έπρεπε να απομνημονεύσω κινήσεις. Στην αρχή δυσκολεύτηκα πολύ. Ειδικότερα, για να θυμάμαι τη σωστή σειρά, επινόησα μικρές ιστορίες πίσω από κάθε κίνηση: «σηκώνω το χέρι γιατί διώχνω μια μύγα», «στρίβω γιατί κάτι είδα» κ.λπ. Αυτές οι αφηγήσεις με βοήθησαν να συνδέσω τη μνήμη με τη σωματικότητα.
Ηταν μια εντελώς νέα λειτουργία του μυαλού που με γοήτευσε. Η δεύτερη εμπειρία ήταν μια παράσταση που δημιουργήσαμε από την αρχή με την Κερασία Σαμαρά. Ημασταν μόνο οι δυο μας. Μεταφράσαμε το κείμενο από τα αγγλικά, προσαρμόζοντάς το όχι μόνο γλωσσικά αλλά και ερμηνευτικά έτσι ώστε να εκφράζει και τις δύο μας φωνές, χωρίς να προδώσει το πρωτότυπο.
Αναλάβαμε τα πάντα: σκηνοθεσία, σκηνικά, κοστούμια, μέχρι και την έρευνα για νομικούς και δικηγορικούς όρους που περιείχε το έργο. Ηταν μια ολιστική, εξαντλητική αλλά και βαθιά προσωπική διαδικασία. Σε αντίθεση με μια επαγγελματική παραγωγή, όπου ο ηθοποιός καλείται να ενταχθεί σε μια ήδη στημένη δομή, εδώ το χτίσαμε από το μηδέν. Και αυτό το «απόλυτα δικό μας« άφησε μέσα μου πολύ ισχυρό αποτύπωμα».
Οι τέχνες έχουν τη δύναμη να αλλάξουν την κοινωνία μας;
«Το πιστεύω βαθιά. Οι τέχνες έχουν αυτή τη μοναδική ικανότητα να αλλάζουν τον άνθρωπο, όχι απότομα, αλλά ουσιαστικά, όπως η θάλασσα που σιγά-σιγά λειαίνει τον βράχο. Σχεδόν σε κάθε έργο που συμμετείχα παρατηρούσα το ίδιο φαινόμενο: όταν ξεκινούν οι πρόβες, παίρνεις το κείμενο, το διαβάζεις μόνος σου και πιστεύεις πως κατάλαβες την ιστορία, τον χαρακτήρα σου. Κι όμως, την επόμενη μέρα, όταν όλοι μαζί συζητούν το έργο, τότε συνειδητοποιείς πως οι άλλοι είδαν πράγματα που εσύ δεν είχες σκεφτεί.
Και όχι μόνο τα ακούς, τα αποδέχεσαι, τα ενσωματώνεις και αλλάζει και η δική σου ματιά. Είναι σαν να χτίζετε ένα σπίτι όλοι μαζί – πρέπει να συμφωνήσετε πού μπαίνουν τα θεμέλια, ποιος βάζει τα παράθυρα, ποιος σηκώνει τον τοίχο. Αυτή η διαδικασία σε μεταμορφώνει. Τα θεατρικά έργα ειδικά έχουν τεράστιο βάθος. Δεν είναι τυχαίο που τα αρχαία ελληνικά παίζονται ακόμη, δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά.
Εχουν μέσα τους διαχρονικές αλήθειες, πολυεπίπεδες ιδέες. Οταν δουλεύεις πάνω σε τέτοια κείμενα, αλλάζει η σκέψη σου, το λεξιλόγιό σου, ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι τις λέξεις και τον κόσμο. Η τέχνη είναι ένα όχημα επικοινωνίας με κάτι βαθύτερο – είτε το πεις πνευματικό είτε θείο είτε ανθρώπινη ανύψωση. Κι αυτό για εμένα είναι και η πιο ουσιαστική της λειτουργία».
Τι σας έκανε να επιλέξετε την Αλόννησο ως μέρος για να αποκτήσετε σπίτι;
«Κοίτα, πάλι ο άνθρωπος έπαιξε ρόλο. Αν δεν είχα γνωρίσει έναν συγκεκριμένο άνθρωπο, τον Γιώργο, μπορεί απλώς να έλεγα ότι είναι ένα όμορφο μέρος χωρίς να υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος να δεθώ μαζί του. Θυμάμαι την πρώτη φορά που πήγα. Οταν έφυγα, με έπιασε μια ανεξήγητη μελαγχολία. Και αυτό με ξάφνιασε, γιατί λόγω των ταξιδιών που έκανα είχα μάθει να μη δένομαι με τα μέρη. Ηταν σαν κάτι μέσα μου να μου έλεγε ότι δεν ήθελα να φύγω.
Τη δεύτερη φορά που πήγα ήταν, μάλιστα, σε μια φάση της ζωής μου όπου ήμουν κάθετα αντίθετος με την έννοια της ιδιοκτησίας. Πίστευα ότι η ιδιοκτησία σε συνδέει με το κράτος, σε βαραίνει. Δεν ήθελα να έχω ούτε σπίτια ούτε αυτοκίνητα ούτε μηχανές. Αν χρειαζόταν να ζήσεις κάπου, νοίκιαζες κάτι και τελείωνε η υπόθεση. Κι όμως, χωρίς να μπορώ να το εξηγήσω απόλυτα, κάτι με τράβηξε στην Αλόννησο. Και φυσικά είχε ήδη δημιουργηθεί ήδη και μια φιλία. Αυτό έκανε τη διαφορά».
Ποιες είναι οι αγαπημένες σας γωνιές και ποια είναι η αγαπημένη σας δραστηριότητα όταν βρίσκεστε στο νησί;
«Με έναν παράξενο τρόπο, το περπάτημα είναι η αγαπημένη μου δραστηριότητα. Εχει κάτι μοναδικό, ειδικά όταν κατεβαίνω τον δρόμο από το χωριό προς το λιμάνι ή προς τη Βρυσίτσα. Ιδιαίτερα απολαμβάνω το κομμάτι μετά το σπίτι, προς τη δεξαμενή και κάτω προς το νερό, λίγο πριν από την τελική κατηφόρα. Αυτά τα δύο σημεία στη διαδρομή έχουν κάτι το ξεχωριστό για εμένα. Οσο για τη θάλασσα, είναι παντού γύρω μας, αλλά υπάρχουν μέρη που ξεχωρίζουν. Το Τουρκονέρι, όταν έχει όμορφο καιρό, και ο Μικρός Μουρτιάς είναι τα δύο αγαπημένα μου σημεία».
Τι συμβουλή θα δίνατε σε έναν νέο που θέλει να ακολουθήσει καριέρα στην υποκριτική;
«Να βλέπει πολύ θέατρο και να απορεί με καθετί που βλέπει. Αυτά τα δύο τα θεωρώ θεμελιώδη. Δηλαδή, να μη θεωρεί τίποτα δεδομένο. Είδα, για παράδειγμα, τον τάδε ηθοποιό να κάνει κάτι με έναν συγκεκριμένο τρόπο· δεν σημαίνει ότι αυτός είναι ο μοναδικός ή ο «σωστός» τρόπος. Μπορεί να άκουσα μια φράση ειπωμένη με έναν συγκεκριμένο τόνο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έτσι «πρέπει» να λέγεται πάντα.
Ολα αυτά τα «μεγάλα» που λέγονται, τύπου «να ζει κανείς ή να μη ζει;», είναι ωραία, αλλά χρειάζονται προσωπική ματιά και σκέψη. Δεν πρέπει να παίρνουμε τίποτα σαν απόλυτη αλήθεια μόνο και μόνο επειδή το είπε κάποιος διάσημος. Δεν σημαίνει ότι επειδή το είπε ο Αντονι Χόπκινς είναι και νόμος. Οσο μεγάλοι κι αν είναι οι ηθοποιοί, παραμένουν άνθρωποι και, όπως όλοι, έτσι κι αυτοί πηγαίνουν στη δουλειά τους με αγωνία, με αμφιβολίες».
Ποια είναι τα όνειρά σας για το μέλλον, επαγγελματικά και προσωπικά;
«Αυτά τα δύο πάνε μαζί, να βλέπω πολύ θέατρο με την έκφραση απορίας και παράλληλα να προχωρήσω όσο πιο βαθιά γίνεται στο μονοπάτι της γιόγκα. Νομίζω πως όλα, με κάποιον τρόπο, με οδηγούσαν εκεί. Αλλά μιλάω για τη γιόγκα όχι απλά σαν μια σωματική άσκηση, αλλά με την ουσιαστική έννοια της λέξης. Γιόγκα σημαίνει ένωση και πρωτίστως είναι η ένωση του σώματος με την αναπνοή. Οταν, για παράδειγμα, πας να σηκώσεις ένα βάρος, δεν είναι απλώς μια μηχανική κίνηση.
Ενώνεις το σώμα σου με την αναπνοή σου και μαζί τους το μυαλό που παρατηρεί όλη αυτή τη διαδικασία. Αυτό είναι το νόημα για εμένα: το πάντρεμα σώματος, αναπνοής και νου έτσι ώστε να είμαι παρών, συντονισμένος και σε σύνδεση με τον εαυτό μου. Η ελπίδα είναι πως αυτός ο δρόμος, τελικά, μπορεί να σε βοηθήσει να καταλάβεις ποιος είσαι, γιατί υπάρχεις και τι μπορείς να προσφέρεις».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο ένθετο «Το Βήμα της Αλοννήσου» του Γυμνασίου και του Λυκείου της Αλοννήσου που κυκλοφόρησε με «Το Βήμα της Κυριακής» στις 15 Ιουνίου 2025.