Τρία είναι τα πιθανά σενάρια για το μέλλον της ευρωζώνης:

α)
Η σημερινή ένωση να διατηρηθεί και διευρυνθεί μέσω της ολοκλήρωσης της τραπεζικής ένωσης και μιας περισσότερο ενισχυμένης κοινής δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε τελικά να οδεύει και προς μια βαθύτερη πολιτική ενοποίηση.

β)
Η ευρωζώνη να αποτελείται μόνο από εκείνες τις χώρες που μπορούν να αντεπεξέλθουν στις νέες αυστηρές συνθήκες, που σήμερα σταδιακά επιβάλλονται με γνώμονα τη μελλοντική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης. Η μικρή αυτή ομάδα αναμένεται να αποτελείται από τη Γερμανία και ορισμένες γειτονικές της χώρες με κοινά γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα. Η διαδικασία για τη μετάβαση από τη μεγάλη νομισματική ένωση στη μικρή πιθανόν να ξεκινήσει από μια σχετικά μεγάλη χώρα με προβλήματα, π.χ. από την Ισπανία ή την Ιταλία, η οποία θα αποφασίσει να αποχωρήσει από τη μεγάλη νομισματική ένωση.

γ)
Ολοκληρωτική διάλυση της νομισματικής ένωσης. Η διάλυση αυτή θα επισπευστεί αν τελικά η κρίση χτυπήσει και τη Γαλλία, ενώ θα έχει αρνητικές συνέπειες στη σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με παρενέργειες και στον υπόλοιπο κόσμο.
Ενα τέταρτο σενάριο δημιουργίας δύο νέων ενώσεων, μιας στον ανταγωνιστικό Βορρά και μιας στον μη ανταγωνιστικό Νότο, δεν έχει πιθανότητες πραγματοποίησης. Η αιτία είναι απλή: Αν η σημερινή ευρωζώνη δεν πληροί τα κριτήρια ώστε να χαρακτηριστεί ως Βέλτιστη Νομισματική Περιοχή, κάτι για το οποίο προειδοποιούσαν, χωρίς να εισακούγονται, οι οικονομολόγοι στη δεκαετία του 1990, και που με τον χρόνο έφερε την κρίση που σήμερα ζούμε, τότε πολύ περισσότερο δεν τα πληρούν οι χώρες του Νότου ως χωριστή ομάδα. Και αυτό επειδή οι εμπορικές διασυνδέσεις μεταξύ τους είναι ακόμα μικρότερες απ’ ό,τι κατά μέσον όρο οι εμπορικές σχέσεις τους μέσα στην υπάρχουσα ευρωζώνη. Επίσης, το τέταρτο αυτό σενάριο αναγκαστικά θα αποτελεί απόρροια του δεύτερου, εφόσον κάποιες μεγάλες χώρες της σημερινής ευρωζώνης αποφασίσουν να αποχωρήσουν. Οι χώρες όμως αυτές, ύστερα από μια τέτοια σοβαρή απόφαση, αφού θα έχουν ήδη αναλάβει το μεγάλο κόστος, δεν θα έχουν κανένα απολύτως κίνητρο να μπουν σε μια νέα περιπέτεια νομισματικής ενοποίησης με οποιαδήποτε άλλη χώρα και έτσι να απολέσουν τις όποιες θετικές συνέπειες ανάκτησης των εργαλείων της συναλλαγματικής και νομισματικής πολιτικής από την έξοδό τους από την ευρωζώνη.
Σήμερα το ουσιαστικό ερώτημα είναι η τελική διάρθρωση της ευρωζώνης σύμφωνα με τα τρία σενάρια που προαναφέρθηκαν. Η δημιουργία της ευρωζώνης το 1999 ήταν ένα πολιτικό εγχείρημα που τότε θεωρούνταν ότι θα επέσπευδε την οικονομική και πολιτική ενοποίησή της. Ωστόσο η ΟΝΕ δεν ήταν ακόμη μια Βέλτιστη Νομισματική Περιοχή. Ενώ απετελείτο από χώρες με υψηλό βαθμό εμπορικής και πολιτισμικής διασύνδεσης, με ανοιχτά σύνορα στις αγορές εργασίας, κεφαλαίων και αγαθών, και με μια ολοένα πιο αποτελεσματική ενιαία αγορά, είχε σημαντικές ατέλειες: Οι οικονομίες των χωρών είχαν ανομοιογενή εσωτερική διάρθρωση (δηλαδή διαφορετικά ασφαλιστικά συστήματα, διαφορετικούς κανόνες στην αγορά εργασίας, κλειστές και συντεχνιακές αγορές αγαθών και υπηρεσιών κ.λπ.), ο τραπεζικός τομέας δεν είχε ενοποιηθεί, ενώ έλειπε ο μηχανισμός δημοσιονομικών μεταβιβάσεων, που είναι αναγκαίος για τη μακροχρόνια σταθερότητα της νομισματικής ένωσης. Στη συνέχεια, μετά το 1999, οι ατέλειες στην αρχιτεκτονική της ευρωζώνης δεν διορθώθηκαν, αφού το φθηνό χρήμα έφερε μια εφήμερη αύξηση στο βιοτικό επίπεδο του Νότου, που αποκοίμισε την πολιτική του τάξη και αυτή δεν προχώρησε στις απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Αυτή τη στιγμή οι σκληροπυρηνικοί του Βορρά αποφάσισαν να προτάξουν την εξασφάλιση της μακροχρόνιας σταθερότητας της ΟΝΕ μέσω αλλαγών στο πλαίσιο λειτουργίας της, παρά την επίλυση της κρίσης. Θα έπρεπε πρώτα να λύσουν την κρίση και μετά να επανασχεδιάσουν τη νέα αρχιτεκτονική της ευρωζώνης. Δεν το έκαναν και η κρίση μεγεθύνθηκε, με την ύφεση και την ανεργία να παίρνουν εφιαλτικές διαστάσεις στον Νότο. Οι ενέργειές τους σταδιακά υπαγορεύονται όλο και περισσότερο από τη λογική της αποφυγής του «ηθικού κινδύνου», δηλαδή της πρόταξης των κανόνων και του παραδειγματισμού των χωρών ώστε να μην επαναλάβουν τα ίδια λάθη στο μέλλον. Οσες χώρες αντέξουν θα φτιάξουν μια ισχυρή ΟΝΕ στο μέλλον. Δεν είναι ξεκάθαρο όμως πόσες θα αντέξουν, ιδιαίτερα μετά τη διαφαινόμενη κούραση των ψηφοφόρων σε χώρες του Βορρά για προσφορά αλληλεγγύης προς τις χώρες του Νότου.
Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Κύπρο πέρασαν το μήνυμα σε Ισπανία και Ιταλία ότι η κάθε χώρα θα αναλαμβάνει εφεξής μόνη της τους σκελετούς της, χωρίς τη στήριξη των φορολογουμένων του Βορρά. Ωστόσο έτσι δεν καταστρέφεται μόνο το χρηματοπιστωτικό σύστημα και η οικονομία της Κύπρου. Υπονομεύεται και η πορεία προς τραπεζική ενοποίηση. Το «κούρεμα» των καταθέσεων, ιδίως η πρώτη απόφαση για «κούρεμα» ακόμη και κάτω από τις 100.000 ευρώ, αν και ανακλήθηκε αργότερα, αυξάνει την ανασφάλεια των καταθετών σε όλο το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και πολύ περισσότερο στην περιφέρεια, οδηγώντας σε πιθανή νέα φυγή κεφαλαίων από την περιφέρεια προς το κέντρο. Η πορεία της ευρωζώνης παραμένει, συνεπώς, αβέβαιη.
Ο κ. Γκίκας Χαρδούβελης είναι Group Chief Economist της Eurobank, καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ