Πέντε νέες ταινίες από σήμερα και για όλα τα γούστα: από το κοινωνικό σχόλιο για την Ελλάδα του σήμερα, μέχρι τον Ράσελ Κρόου διεφθαρμένο δήμαρχο. Από το ριμέικ ενός θρίλερ του Χίτσκοκ γυρισμένο από κορεάτη στο Χόλιγουντ με την Νικόλ Κίντμαν μέχρι μια ασπρόμαυρη, βωβή ισπανική «Χιονάτη» που είναι σίγουρα η καλύτερη όλων. Α ναι και ένα ντοκιμαντέρ για τον Παύλο Σιδηρόπουλο, γνωστό και ως Τζιμ Μόρισον της …Πλατείας Εξαρχείων.



Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη, _ : χωρίς άποψη

«Συγχαρητήρια στους αισιόδοξους;» (Ελλάδα, 2012) της Κωνσταντίνας Βούλγαρη, με τους Μαρία Γεωργιάδου, Δημήτρη Ξανθόπουλο, Δημήτρη Πιατά, Θέμιδα Μπαζάκα
«Με συγχωρείτε για την ενόχληση…». Aπό το πρώτο κιόλας λεπτό, η φωνή του ζητιάνου μέσα στο Μετρό ορίζει το κλίμα της ταινίας. Δρόμοι βρώμικοι και ζοφεροί, σκουπίδια, ΜΑΤ, διαδηλωτές, «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι».
Η σκηνοθέτρια Κωνσταντίνα Βούλγαρη αφουγκράζεται τη ζωή της σύγχρονης, μίζερης Αθήνας μέσα από το οδοιπορικό μιας νεαρής κοπέλας, της Ηλέκτρας (Μαρία Γεωργιάδου), η οποία κινείται σαν φάντασμα σε έναν δικό της κόσμο, τον δικό της χωροχρόνο. Κάπου ανάμεσα στη μοναχική ζωή που προφανώς της αρέσει, το θολό όραμα της συλλογικής «επανάστασης» και τη σιγουριά της ασφάλειας των κάποτε μαχητικών αριστερών, νυν βολεμένων μπουρζουάδων γονιών της (Θέμις Μπαζάκα, Δημήτρης Πιατάς), οι οποίοι καταβροχθίζουν εκλέρ σχολιάζοντας επικριτικά τα μέτρα που ακούν στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ταινίας που έχει τις καλύτερες προθέσεις αλλά δυστυχώς σκοντάφτει στην αφέλεια, είναι η εξονυχιστική μελέτη τούτης της ήρεμης μα ταυτοχρόνως ανήσυχης κοπέλας. Τη βλέπουμε να κοιμάται, να πηγαίνει στην τουαλέτα, να μαγειρεύει σοκολατόπιτα, να κάνει babysitting, να κολλά κρυφά αφίσες στους τοίχους, να παίρνει μέρος σε διαδηλώσεις, να δίνει λεφτά στους μουσικούς του δρόμου, να βγάζει βόλτα τον σκύλο της, να επισκέπτεται τον φίλο της τον Μανούσο στη φυλακή…
Α ρε ο Μανούσος… Αριστερός, διανοούμενος και αμετανόητος κρατούμενος που κινδυνεύει να φάει 25 χρόνια φυλακή και που προς το παρόν μοιράζεται το ίδιο κελί με τους «συντρόφους από τη Λαμία». Γράφει σκέψεις για την επανάσταση, για την έρευνα, για τον εγκλεισμό.«Είναι επιλογή μου να βρίσκομαι εδώ» λέει θυμωμένος στην Ηλέκτρα όταν εκείνη του μιλά για την προοπτική ενός ψευδομάρτυρα. Σκεφτόμουν ότι αν (λέμε αν) ο Μανούσος είναι όντως μια αντανάκλαση των «Πυρήνων της Φωτιάς», δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις γιατί οι «Πυρήνες της Φωτιάς» έφαγαν τα μούτρα τους. Γιατί μιλάμε για κάτι σαν τον Χριστό_ το μίνιμουμ.
Ο Μανούσος όμως (Δημήτρης Ξανθόπουλος) δεν παύει να προσφέρει το πιο ενδιαφέρον κομμάτι μιας ταινίας που περισσότερο αεροβατεί παρά κυλά, αφού τίποτε ουσιαστικό δεν συμβαίνει, όπως εδώ που τα λέμε, τον τελευταίο καιρό τίποτε δεν συμβαίνει γενικότερα στη ζωή μας. Γιατί αυτό τελικά καταγράφει η ταινία.
Βαθμολογία: 2
Αίθουσες: ODEON ΟΠΕΡΑ – ΚΗΦΙΣΙΑ – ΝΙΡΒΑΝΑ
Ασπρόμαυρη λιχουδιά
«Χιονάτη» («Blancanieves», Ισπανία, 2012) του Πάμπλο Μπέργκερ, με τους Μαριμπέλ Βερντού, Σοφία Ορια, Μαγκαρένα Γκαρσία, Ντανιέλ Χιμένεθ Γκάτσο
Είναι απαραίτητο να ξεκαθαριστεί από την αρχή ότι η «Χιονάτη» δεν υπήρξε το αποτέλεσμα μίμησης του «The artist» (φοβούμαι ότι εύκολα μπορεί να παρεξηγηθεί). Η ιδέα για τη δημιουργία αυτής της ταινίας γεννήθηκε πριν από οκτώ περίπου χρόνια, όταν ο σκηνοθέτης Πάμπλο Μπέργκερ ξεφύλλιζε ένα άλμπουμ φωτογραφιών, στο οποίο μια φωτογραφία απεικόνιζε νάνους ταυρομάχους.
Ο σκηνοθέτης σκέφτηκε να τοποθετήσει τον μύθο της «Χιονάτης» των αδελφών Γκριμ στη Σεβίλλη της δεκαετίας του 1920 και να γυρίσει την ταινία ασπρόμαυρη και βωβή ακολουθώντας τα χνάρια ενός αρχετυπικού μελοδράματος, που όπως η κωμωδία ήταν ένα χαρακτηριστικό είδος στον βωβό κινηματογράφο τον οποίο ο Μπέργκερ ανέκαθεν αγαπούσε με έναν ρομαντικό τρόπο.
Η Χιονάτη λοιπόν (σε παιδική ηλικία η έξοχη Σοφία Ορια και αργότερα η Μακαρένα Γκαρσία) είναι αυτή τη φορά κόρη όχι βασιλιά αλλά διάσημου ταυρομάχου (Ντανιέλ Χιμένεθ Γκάτσο), η κακιά βασίλισσα είναι η πρώην νοσοκόμα του ταυρομάχου και νυν μητριά της (Μαριμπέλ Βερντού) και οι επτά βραχύσωμοι προστάτες της επίσης ταυρομάχοι!
Η νοσταλγία του Πάμπλο Μπέργκερ για τις εικόνες από το παρελθόν είχε φανεί από την προηγούμενη ταινία του, το «Τορεμολίνος 73», μια τρυφερή ματιά στον κόσμο του ημιερασιτεχνικού πορνό της δεκαετίας του 1970. Εδώ, από το άνοιγμα κιόλας της αυλαίας όπου παρακολουθούμε την τελετουργική προετοιμασία ενός ταυρομάχου (ντύσιμο, προσευχή) προτού μπει στην αρένα, γίνεται αμέσως διακριτή η αγάπη του Μπέργκερ για το βωβό σινεμά.
Με την εξαίρεση της κίνησης που δεν είναι σε ρυθμούς fast forward αλλά κανονικούς, η «Χιονάτη» ακολουθεί με συναρπαστική συνέπεια όλα τα χαρακτηριστικά μιας παλιάς βωβής ταινίας. Το αποτέλεσμα είναι πραγματικά εντυπωσιακό γιατί ο Μπέργκερ έχει την ικανότητα να πει ένα παραμύθι αποκλειστικά με την εικόνα και χωρίς τη βοήθεια των καρτελών που αντικαθιστούν τους διαλόγους και που εδώ είναι ελάχιστες.
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΑΑΒΟΡΑ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – ΑΙΓΛΗ –ΚΗΦΙΣΙΑ –GAZARTE – ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟΣ
Ενας Κορεάτης στο Χόλιγουντ
«Stoker» (ΗΠΑ, 2013) του Παρκ Τσαν Γουκ, με τους Νικόλ Κίντμαν, Μάθιου Γκουντ, Μία Βασίκοφσκα.
«Stoker» είναι το επώνυμο της οικογένειας που βρίσκεται σε πρώτο πλάνο σε αυτό το ψυχολογικό θρίλερ το οποίο σηματοδότησε το σκηνοθετικό ντεμπούτο στην Αμερική του κορεάτη σκηνοθέτη Παρκ Τσαν Γουκ (γνωστού από την κλασική πλέον ταινία εκδίκησης «Old Boy», η σκιά της οποίας ακόμη τον ακολουθεί γιατί δεν λέει με τίποτε να την ξεπεράσει).
Παραλλαγή της «Σκιάς της αμφιβολίας», μιας από τις πιο νοσηρές ταινίες του Αλφρεντ Χίτσκοκ, το «Stoker» αρχίζει με την απροσδόκητη εμφάνιση ενός μυστηριώδους θείου (Μάθιου Γκουντ) στο σπίτι μιας πλούσιας οικογένειας. Εκεί σιγά-σιγά ο θείος, που μιλά γαλλικά, ακούει όπερα και είναι αξεπέραστος γκουρμέ, επιβάλλεται προκαλώντας ανισορροπία τόσο στην υστερική κυρία του σπιτιού (Νικόλ Κίντμαν) όσο και στην κόρη της (Μία Βαρσόφσκα), η οποία ούτως ή άλλως συμπεριφέρεται σαν ψάρι έξω από το νερό.
Ανισορροπία στη ζωή των δύο γυναικών όμως σημαίνει κινηματογραφικό ενδιαφέρον και η ταινία έχει μπόλικο από δαύτο. Ο Παρκ Τσαν Γουκ είναι μετρ στη διαχείριση σκηνών σε κλειστούς χώρους και έτσι το φιλμ επιβάλλεται μέσα στο σπίτι όπου είναι κυρίως γυρισμένο. Είναι το βλέμμα ενός μη Αμερικανού και το καταλαβαίνεις αμέσως, γιατί αν μη τι άλλο, ο Παρκ Τσαν Γουκ έχει ένα εντελώς προσωπικό σκηνοθετικό στίγμα. Και το «βγάζει» με εικόνες: Τι κάνει το κορίτσι πάνω στο δέντρο; Γιατί κρατά διαρκώς ένα κίτρινο μολύβι; Τι βρίσκεται κρυμμένο στο ψυγείο του υπογείου;
Εν ολίγοις έχουμε τον ορισμό της διεστραμμένης παραλλαγής μιας ούτως ή άλλως διεστραμμένης ταινίας, η οποία συγχρόνως έδωσε την ευκαιρία στον Μάθιου Γκουντ να υποδυθεί έναν πραγματικά σκοτεινό ήρωα.
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ODEON ΟΠΕΡΑ – ΓΑΛΑΞΙΑΣ – ΑΕΛΛΩ – ΑΤΛΑΝΤΙΔΑ – ODEON ΓΛΥΦΑΔΑ – ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ – ODEON STARCITY – STER ΙΛΙΟΝ – VILLAGE MALL – VILLAGE ΦΑΛΗΡΟ – VILLAGE ΡΕΝΤΗ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – STER ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ – VILLAGE COSMOS
Φιλμ νουάρ μόνον στις προθέσεις
«Broken city» (ΗΠΑ, 2013) του Αλαν Χιούζ, με τους Ράσελ Κρόου, Μαρκ Γουόλμπεργκ, Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς, Τζέφρεϊ Ράιτ
Ενα ντετέκτιβ στόρι συνδυασμένο με το πολιτικό θρίλερ είναι πάντα μια ιδέα που συναρπάζει γιατί έχει προοπτικές, αν και δυστυχώς η «Τσάιναταουν» του Ρόμαν Πολάνσκι έχει ανεβάσει τόσο ψηλά τον πήχη που πολύ δύσκολα μια ταινία μπορεί να την αγγίξει.
Η «Τσάιναταουν» πάντως είναι μια ταινία που θυμήθηκα λιγάκι ενώ έβλεπα το «Broken city» του Αλαν Χιουζ, αδελφού του Αλμπερτ Χιουζ, με τον οποίο έχει συνυπογράψει ταινίες όπως τον «Επισκέπτη από την κόλαση» και τον «Εκλεκτό».
Εδώ λοιπόν, ένας πρώην αστυνομικός ο οποίος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Σώμα εξαιτίας ενός σκανδάλου και τώρα δουλεύει ιδιωτικός ντετέκτιβ, θα βρεθεί στη μέση μιας μυστηριώδους υπόθεσης όταν ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης (ο ίδιος που τον είχε διώξει) τον προσλαμβάνει για να παρακολουθήσει την γυναίκα του. Ο δήμαρχος υποψιάζεται ότι τον απατά. Είναι όμως μια απλή υπόθεση ζηλοτυπίας ή μήπως η αλήθεια βρίσκεται κρυμμένη βαθιά κάτω από την επιφάνεια;
Ο ντετέκτιβ (Μαρκ Γουόλμπεργκ) είναι αρκετά πεισματάρης για να βουτήξει στη φωτιά και ο Χιουζ επεξεργάζεται καλά το μυστήριο ώστε να αφήνει τον θεατή διαρκώς σε διλήμματα. Δεν είσαι ποτέ βέβαιος για το τι ακριβώς συμβαίνει στην ιστορία και αυτό εν μέρει λειτουργεί προς όφελός της.
Ωστόσο ενώ το «Broken city» ακολουθεί καλά τους κώδικες του φιλμ νουάρ και έχει εξωτερικούς ρυθμούς που δημιουργούν το απαραίτητο σασπένς, δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στους ήρωές του. Ο Γουόλμπεργκ ξαναπαίζει κάτι που γνωρίζει πολύ καλά, η Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς αποδεικνύεται αναιμική «μοιραία» γυναίκα, ενώ το μόνο τελικά που θυμάσαι από τον Ράσελ Κρόου στον ρόλο του δημάρχου είναι το πραγματικά κάκιστο κούρεμά του.
Βαθμολογία: 2
Αίθουσες:ΑΕΛΛΩ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – ΑΙΓΛΗ – CINE CAPITOL – ODEON STARCITY – VILLAGE ΡΕΝΤΗ – VILLAGE MALL – VILLAGE ΦΑΛΗΡΟ – ΝΑΝΑ – ΑΤΤΑΛΟΣ – ODEON ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΣ ΜΑΡΟΥΣΙ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – VILLAGE METRO MALL – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ
ΒΑΡΚΙΖΑ – STER ESCAPE ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – VILLAGE COSMOS – STER CENTURY
Ενας προφήτης, μα τι προφήτης

«Welcome to the show» (Ελλάδα, 2013) ντοκιμαντέρ των Κώστα Πλιάκου, Αλέξη Πόνσε

Μετά την Κατερίνα Γώγου και τον Νίκο Νικολαΐδη, άλλος ένας «μαύρος», αυτοκαταστροφικός καλλιτέχνης αλλοτινών εποχών, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, τροφοδοτεί ελληνικό ντοκυμαντέρ. Τι μανία κι αυτή με το περιθώριο! Μέσα από τις απόψεις μουσικών, τραγουδοποιών, δημοσιογράφων και άλλων ειδικών οι σκηνοθέτες Κώστας Πλιάκος και Αλέξης Πόνσε υμνούν τον Σιδηρόπουλο ως προφήτη των προφητών επισημαίνοντας ότι εκτιμήθηκε περισσότερο από τις μετέπειτα γενιές και περιθωριοποιήθηκε στην εποχή του.
Αυτό μπορεί μεν να είναι αλήθεια, αν και θα ήταν προτιμότερο να ακούγαμε και την άποψη περισσότερων νέων για τον Σιδηρόπουλο αφού όλοι λένε πόσο πολύ έχει επηρεάσει τις νεότερες γενιές. Με την εξαίρεση ίσως του Μάκη Μηλάτου που αναλύει εύστοχα το κλίμα της εποχής του Σιδηρόπουλου αντιπαραθέτοντάς το με το σημερινό, όλοι σχεδόν οι άλλοι, συμπεριλαμβανομένου και του Οδυσσέα Ιωάννου υποκλίνονται με δέος μπροστά στο φάντασμά του, θεωρητικολογούν και σου δίνουν την αίσθηση ότι ο Σιδηρόπουλος ήταν κάτι σαν τον Μότσαρτ της ελληνικής ροκ ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν (μετά βίας κάποια τραγούδια του ακούγονται σήμερα όπως ο «Μπάμπης ο Φλου» π.χ. που ήταν πάντα ένα πιασάρικο τραγουδάκι_ αλλά ως εκεί).
Αλλά και το ίδιο το ντοκυμαντέρ δεν βοηθά την κατάσταση γιατί είναι ένα ανέμπνευστο τηλεοπτικό προϊόν με μηδαμινό κινηματογραφικό ενδιαφέρον –κάτι που είχε για παράδειγμα το «Ζωντανοί στο Κύτταρο» του Αντώνη Μποσκοΐτη.
Βαθμολογία: 1
Αίθουσες: ΤΙΤΑΝΙΑ