Αιχμηρό ήταν το σχόλιο του Μιχάλη Κατρίνη για το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα.
Μιλώντας στον ΑΝΤ1, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠαΣοΚ τόνισε: «Το ψήφισμα, το οποίο εγκαλεί την χώρα μας ζητώντας να σταματήσει τον αυταρχισμό της, στηρίχθηκε από ένα ευρύ μέτωπο πολιτικών δυνάμεων, στο οποίο συμμετέχουν το κόμμα των φιλελευθέρων που ανήκει και ο κ. Μακρόν αλλά και μεμονωμένοι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, στο οποίο ανήκει και η Νέα Δημοκρατία.
Ένα ψήφισμα που κάνει αναφορά για τις υποκλοπές σε πολιτικά πρόσωπα, πολιτικούς αρχηγούς και στον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων.
Για τα εμπόδια που τίθενται σε ανεξάρτητες αρχές που διερευνούν αυτές τις σκοτεινές υποθέσεις.
Ένα ψήφισμα που αναφέρει ότι δεν μπορεί να γίνονται αγωγές σε δημοσιογράφους, οι οποίοι αποκαλύπτουν πτυχές αυτών των υποθέσεων.
Που λέει πως το πόρισμα του ευρωπαίου εισαγγελέα που αφορά τους σαφείς καταλογισμούς ευθυνών στο δυστύχημα στα Τέμπη, θάφτηκε επί της ουσίας από την κυβέρνηση.
Όλα αυτά έχουν οδηγήσει στο σημείο να ζητά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, για πρώτη φορά, να επανεξεταστεί η χρηματοδότηση της Ελλάδας από τα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Και αυτό δεν είναι μία απόφαση που πήρε το ΠαΣοΚ, αλλά η πλειοψηφία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που θέτει ζήτημα σεβασμού των κανόνων του Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα.
Δεν θα υπήρχε αποκάλυψη αυτής της ζοφερής υπόθεσης, εάν ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν είχε καταγγείλει την απόπειρα παγίδευσης του κινητού του με το λογισμικό predator για το οποίο υπάρχει ζήτημα για το ποιο το είχαν, ποιοι το χρησιμοποιούσαν αλλά και για τη σχέση τους με το Μέγαρο Μαξίμου.
Δυστυχώς με αυτό το ψήφισμα η Ελλάδα μπήκε στο ίδιο κάδρο με την Ουγγαρία και την Πολωνία που ελέγχονται για παραβιάσεις του Κράτους Δικαίου».
Αναφερόμενος στην ακρίβεια, ο κ. Κατρίνης υπογράμμισε πως είναι ορατή παντού στην καθημερινότητα των πολιτών: «Έχει διαβρώσει τα εισοδήματα τα χαμηλών οικονομικών στρωμάτων και έχει μετατραπεί σε αισχροκέρδεια.
Τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες αφορούν είδη για τα οποία ήδη η Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε επισημάνει τις πολύ υψηλές τιμές πώλησής τους στους καταναλωτές πριν από ένα χρόνο (σχολικά είδη) και 6 μήνες (απορρυπαντικά και είδη προσωπικής υγιεινής). Άρα, η κυβέρνηση γνώριζε εδώ και έναν χρόνο -τουλάχιστον – με το πλέον επίσημο τρόπο, ότι κάποια προϊόντα πωλούνται πανάκριβα και δεν έκανε απολύτως τίποτα, με αποτέλεσμα οι τιμές να ανεβαίνουν διαρκώς εις βάρος των πολιτών.
Το μόνο που έκανε είναι να απομακρύνει τον πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού που έκανε τις σχετικές έρευνες και διαπίστωσε το ράλι αισχροκέρδειας εις βάρος των καταναλωτών.
Όσον αφορά τον πληθωρισμό τροφίμων, μειώθηκε μόνο 6 μονάδες το 2023, τη στιγμή που στην ευρωζώνη μειώθηκε 12 μονάδες, με συνέπεια ο πληθωρισμός τροφίμων στην Ελλάδα να βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Έχουμε μια κυβέρνηση που έχει αφήσει την αγορά ανεξέλεγκτη με συνέπεια η ακρίβεια να έχει μετατραπεί σε αισχροκέρδεια».
Σχετικά με την πρόταση του ΠαΣοΚ για μείωση του ΦΠΑ στα βασικά είδη διατροφής συμπλήρωσε: «Σε τρεις χώρες που εφαρμόστηκε το μέτρο, Πορτογαλία, Ισπανία και Πολωνία, η μείωση του ΦΠΑ οδήγησε σε μείωση μέχρι και είκοσι μονάδες του πληθωρισμού τροφίμων. Ένα μέτρο που προτάθηκε από την Ε.Ε., πέτυχε και ανανεώθηκε στις χώρες που εφαρμόστηκε και το προτείνει το ΠαΣοΚ από τον Ιανουάριο του 2022».
Όσον αφορά για τα φλέγοντα θέματα των αγροτών, ο Μιχάλης Κατρίνης τόνισε: «Οι αγρότες έχουν εγκαταλειφθεί από την κυβέρνηση. Αυτό μάλιστα φαίνεται έντονα, όταν αδυνατεί να διεκπεραιώσει διαδικαστικά με ορθό τρόπο ακόμα και τη χορήγηση των μειωμένων ενισχύσεων που συμφώνησε στο πλαίσιο της νέας κοινής αγροτικής πολιτικής.
Δεν προσαρμόζει το κανονιστικό πλαίσιο του ΕΛΓΑ, ώστε να περιλαμβάνει αποζημιώσεις σε περιπτώσεις απώλειας εισοδήματος από καταστροφή του φυτικού κεφαλαίου που οφείλεται σε ακραία καιρικά φαινόμενα και φυσικές καταστροφές.
Είναι η ίδια κυβέρνηση που δεν φροντίζει να αξιοποιεί τους ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, για να μετασχηματίσει τη γεωργία στη νέα εποχή.
Δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα για την μεγάλη διαφορά τιμής από τον παραγωγό προς τον καταναλωτή. Μάλιστα στα προϊόντα που έχουμε αυτάρκεια ως χώρα είναι μεγαλύτερη η αύξηση της τιμής για τον καταναλωτή σε σχέση με άλλες χώρες».