Από τη προσταγή «Show me the way for the next whisky bar», γραμμένη δια χειρός Κουρτ Βάιλ και τραγουδισμένη δια στόματος Τζιμι Μόρισον και την όλη bar μυθολογία που διηγούταν ο Τομ Γουέιτς μέχρι την ανοιχτή επιστολή αγάπης που έστειλαν οι Magnetic Fields με το «Be true to your bar», τα μπαρ πάντα είχαν μια ξεχωριστή θέση στη μουσική.

Μια ιστορία ενός μπαρ είναι και το πιο πρόσφατο κομμάτι της Σίλιας Κατραλή με τίτλο: «Αυτό το beat δεν τελειώνει».  Το τραγούδι, στο οποίο συνεργάζεται ο Papazó (Βασίλης Παπαζώτος), περιλαμβάνεται στο δεύτερο προσωπικό της album («Μια Εδέμ με χαμηλό ενοίκιο», Walnut Entertainment) και από τη μέρα της κυκλοφορίας του βρίσκεται ανελλιπώς  στη λίστα EQUAL GREECE του Spotify.

Μάλιστα αυτήν την Παρασκευή (2/2) θα το παρουσιάσει για πρώτη φορά ζωντανά στο Death Disco μαζί με τους 3,14, στο Death Disco.

Σε γοητεύουν οι ιστορίες των μπαρ; Νιώθεις ότι οι άνθρωποι μεταμορφωνόμαστε εκεί ή όλο αυτό είναι μια κατασκευή του μυαλού μας;

Η αλήθεια είναι πως δεν έχω τρομερή εμπειρία από τέτοιες ιστορίες και μια ξαφνική εισροή τέτοιων εμπειριών σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα στάθηκε η αφορμή για να γραφτεί αυτό το τραγούδι. Γενικώς απέχω πολύ από αυτόν τον τρόπο διασκέδασης ωστόσο έτυχε σε μια δεδομένη περίοδο στη ζωή μου να συλλέξω μαζεμένες μία σειρά από τέτοιες βραδιές οι οποίες μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση. Το βίωσα αυτό! Δηλαδή την μεταμόρφωση που αναφέρεις. Μοιάζει πολύ εύκολο σε τέτοιους χώρους με χαμηλό φωτισμό και διάφορες μορφές που χορεύουν ασταμάτητα, φώτα που αναβοσβήνουν, φωνές, φασαρίες, μουσική, να φύγει το μυαλό -το δικό μου τουλάχιστον- και να αφεθεί για λίγο σε μία δική του ιστορία, κάπως πιο προσωπική και όχι και τόσο ρεαλιστική θα έλεγε κανείς. Στο φαντασιακό κομμάτι του μυαλού μας νιώθω ότι συμβαίνουν διαρκώς τέτοιου είδους μυθοπλασίες και παλαιότερα τις φοβόμουν λίγο, με τα χρόνια όμως έφτασα στο συμπέρασμα πως δεν έχει νόημα να τρελαθείς προσπαθώντας να αποτρέψεις τον εαυτό σου απ’ το να τρελαθεί. Καλύτερα να υποκύψεις. Αστειεύομαι.

Ποιος είναι ο αγαπημένος σου στίχος για μπαρ (εκτός φυσικά από αυτούς του δικού σου);

Δεν μου έρχεται κάποιος τέτοιος στίχος αυτή τη στιγμή όμως μπορώ να σου πω πως μ αρέσει πάρα πολύ το βίντεο κλιπ του «Spacebound» του Eminem το οποίο είναι γυρισμένο σε ένα μπαρ και βρίσκω την ιστορία αρκετά ενδιαφέρουσα.

Μιλώντας για βίντεο, έχεις επιμεληθεί και το music video του κομματιού. Ποια ιστορία ήθελες να αφηγηθείς εκεί;

Προσπαθήσαμε να φτιάξουμε μια αλληγορία όπου εγώ ως πίνακας που έχει ζωγραφίσει ο Βασίλης (ζωγράφος) βγαίνω από το κάδρο μου και με μία υπερβατική προοπτική μεταφέρομαι σε ένα μπαρ, μετά το θάνατο μου, αναπηδώντας τη γραμμική αφήγηση καθώς η ιστορία αυτή δεν κινείται γραμμικά. Έπειτα συναντιόμαστε και χορεύουμε όλοι οι «επαναστάτες πίνακες» στο μπαρ. Τώρα γιατί όλα αυτά; Η ιστορία παρουσιάζει με τρόπο συμβολικό μια παράξενη, εγωκεντρική σχέση που έχει ο ζωγράφος με τα κάδρα του. Ο ζωγράφος στην περίπτωση μας αγαπά τους πίνακες του τόσο πολύ που τους πνίγει, τους σκοτώνει τους εξουδετερώνει. Αυτό συμβαίνει που και που και στην πραγματική ζωή με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μέχρι που κάποια στιγμή ένα μήνυμα σπάει το μπουκάλι και επαναστατεί και αυτό αλλάζει τα πάντα και η ιστορία συνεχίζει να γράφεται ξανά και ξανά απ’ την αρχή. Σε κάθε περίπτωση αυτό είναι και ένα από τα κύρια μηνύματα του τραγουδιού και δεν αφορά φυσικά ζωντανούς επαναστατικούς πίνακες και αλλοπρόσαλλους εμμονικούς ζωγράφους αλλά τις ανθρώπινες σχέσεις οποία μορφή κι αν παίρνουν.

Πώς γεννήθηκε η ιδέα για το αυτήν την αντίθεση ανάμεσα στο ήπιο και ποιητικό άνοιγμα στην αρχή του κομματιού με τις καταιγιστικές κιθάρες που ακολουθούν;

Πήρα μία μέρα τον Βασίλη τηλέφωνο και του λέω λοιπόν έχω μια ιδέα να κάνουμε ένα τραγούδι. Μόλις άκουσε την ιδέα μου έκλεισε το τηλέφωνο και αποφάσισε να μετακομίσει σε μία μακρινή πόλη. Στην  πορεία αναγκάστηκα να τον πείσω με πιο «ποιοτικά μέσα» ούτως ώστε να γυρίσει πίσω. Έτσι αποφασίστηκε να υπάρχει στην αρχή ένα είδος  χασάπικου. Όχι, αστειεύομαι. Αυτή ήταν η κεντρική μουσική ιδέα του τραγουδιού από την αρχή. Θέλαμε να φτιάξουμε ένα τραγούδι που να μπλέκει το παλιό ρετρό με το νέο ηλεκτρικό στοιχείο.

Έχεις καταλάβει πότε σκοτώνει η αγάπη;

Έχω καταλάβει πότε σκοτώνει η αγάπη. Η μοίρα και οι επιλογές μας φροντίζουν πάντα να κατανοούμε τα σωστά πράγματα τη σωστή στιγμή. Είναι αυτό που λέγαμε προηγουμένως: Η ιστορία τόσο του βίντεο όσο και του τραγουδιού μιλάει για μια λανθάνουσα μορφή αγάπης – για την παρερμηνεία αυτής. Συχνά πέφτουμε  θύματα τέτοιων παρερμηνειών και σε αυτές τις περιπτώσεις νομίζω το καλύτερο που έχει να κάνει κανείς είναι να συγχωρέσει και να μη χάσει την πίστη του στους ανθρώπους – όσο δύσκολο κι αν φαντάζει αυτό καμιά φορά.

Θα το παρουσιάσεις για πρώτη φορά live την Παρασκευή: αυτό σε γεμίζει με άγχος ή υπάρχει και μια ανακούφιση ότι το κομμάτι φεύγει από εσένα και αρχίζει το δικό του ταξίδι;

Όχι άγχος δεν έχω πέραν του φυσιολογικού, δημιουργικού άγχους που υπάρχει πριν από κάθε συναυλία ή παράσταση. Το κομμάτι έχει φύγει από μας και ταξιδεύει από τις 21 Δεκέμβρη νομίζω πως το άγχος και η πίεση υπήρχε πριν. Τώρα υπάρχει ανακούφιση, χαρά και το ταξίδι μας ξεκινά μαζί του. Την Παρασκευή 2/2 λοιπόν παρουσιάζουμε  μαζί με τον συνεπιβάτη Papazó (Βασίλη Παπαζώτο) με τον οποίο συνυπογράφουμε τη μουσική και έχει ενορχηστρώσει το τραγούδι στο Death disco στο Ψυρρή. Μαζί μας ο Leo (Λευτέρης Τσαμαδάνης) στα φωνητικά και η μπάντα μου οι φανταστικοί 3,14 σε όλα τα υπόλοιπα. Η συναυλία μας ξεκινάει στις 21:00 και δεν τελειώνει μέχρι να τελειώσει το beat.