Έτσι όπως καθόμαστε δίπλα δίπλα και μιλάμε, με τα Τουρκοβούνια σχεδόν να ξύνουν τις πλάτες μας και την μπετονένια – λουσμένη, όμως, σήμερα στο χειμωνιάτικο μεσογειακό φως – μεγαλούπολη στα πόδια μας, συνειδητοποιώ πως η βαβούρα της Αθήνας εδώ επάνω κοπάζει και, ξαφνικά, το μόνο μου ηχοτοπίο γίνεται η φωνή της Κορίννας Ντουλλάαρτ. Όσο η κουβέντα μας περιστρέφεται γύρω από την ίδια, η πρωταγωνίστρια του Milky Way, της πολυσυζητημένης σειράς του Βασίλη Κεκάτου, μιλά με τη συστολή ενός ντροπαλού παιδιού. «Είναι πολύ περίεργο και ταυτόχρονα αγχωτικό να μιλάω για ΄μένα γιατί είμαι πιο κλειστός άνθρωπος» μου λέει εξαρχής.

Η συστολή υποχωρεί όταν η κουβέντα πάει προς το σινεμά, το οποίο αγαπά πολύ, και ιδιαίτερα όταν μιλά για τον αγαπημένο της σκηνοθέτη, τον Κεν Λόουτς. «Νιώθω ότι δεν έχει κάνει ταινία αυτός ο άνθρωπος που να μην λέει κάτι που να μην είναι επίκαιρο και τα λέει όλα τόσο απλά. Αισθάνομαι ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος με έχει διαμορφώσει σε πολλά επίπεδα – σαν άνθρωπο αλλά και σαν θεατή και σαν ηθοποιό. Από τις πιο παλιές μέχρι τις πιο πρόσφατες, κάπως όλες οι ταινίες του Κεν Λόουτς με έχουν στιγματίσει με κάποιον τρόπο και μου δίνουν ελπίδα ακόμα για την ανθρωπότητα», λέει η ίδια και τα μάτια της ακτινοβολούν πηγαίο ενθουσιασμό.

Οσο, όμως, κι αν αγαπά τον κινηματογράφο, ανάμεσα σε μια ταινία πρώτης προβολής σε μια κατάμεστη αίθουσα και ένα μικρό σινεμά που παίζει πολύ παλιές ταινίες, η Κορίννα θα προτιμήσει πάντα το δεύτερο. Κι όχι επειδή πια μπορεί να την αναγνωρίσουν και να της μιλήσουν. Δεν την ενοχλεί κάτι τέτοιο σε καμία περίπτωση. Αυτό απλώς την κάνει να ντρέπεται πάρα πολύ.

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Όταν δέχθηκες την πρόταση του Βασίλη Κεκάτου για το Milky Way, σκεφτόσουν καθόλου ότι το κομμάτι της αναγνωρισιμότητας μπορεί να σε ζόριζε στη συνέχεια;

Το είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Αλλά ακριβώς επειδή είναι κάτι που με φοβίζει τόσο πολύ και δεν το θέλω, απλά το άφηνα στην άκρη. Ελεγα από μέσα μου ότι όταν έρθει, θα το αντιμετωπίσω. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούσα να φανταστώ όλο αυτό που θα ακολουθούσε – τις συνεντεύξεις, τις φωτογραφίσεις, τις εμφανίσεις σε τηλεοπτικές εκπομπές… Είναι κάτι που με προβληματίζει σε σχέση με τη φύση του επαγγέλματός μου. Δηλαδή, και από τη σχολή ήδη θυμάμαι να λέω πως αν μπορούσα να παίζω με άλλη μούρη θα το έκανα. Έχω επιλέξει αυτό το επάγγελμα για άλλους λόγους, όχι για την αναγνωρισιμότητα. Εμένα με ενδιαφέρουν πάντα η ιστορία, το έργο, οι χαρακτήρες.

Μήπως όμως κι αυτό, η αναγνωρισιμότητα, έρχεται πακέτο με το επάγγελμα του ηθοποιού;

Προσωπικά δεν βλέπω τον λόγο. Οι ηθοποιοί απλώς κάνουμε τη δουλειά μας, όπως όλοι οι άνθρωποι. Ειδικά με τους ηθοποιούς και τους μουσικούς έχει δημιουργηθεί μια τεράστια φούσκα. Θεωρώ ότι χάνεται η ουσία και μένουν μόνο τα φρου-φρου και τα αρώματα. Και με ενοχλεί πολύ που η κοινωνία μας πλέον πηγαίνει μόνο προς τα εκεί.

Πότε θυμάσαι να λες για πρώτη φορά πως θες να γίνεις ηθοποιός;

Η αλήθεια είναι ότι το ήθελα από μικρή ηλικία. Αλλά ήταν κάτι που έθαψα βαθιά μέσα μου γιατί δεν μου επιτρεπόταν αυτή η επιλογή. Μέχρι που στα 17, κυριολεκτικά μέσα σε ένα αεροπλάνο για την Ολλανδία, συνειδητοποίησα ότι θα είμαι πολύ δυστυχισμένη αν κάνω οτιδήποτε άλλο. Κατέβηκα από εκείνο το αεροπλάνο λίγο πριν απογειωθεί και απλά έδωσα και πέρασα σε δραματική σχολή.

Όταν μετά από αυτό ανακοίνωσες την απόφασή σου, έγινε αποδεκτή;

Δεν είχα σε κάποιον να το ανακοινώσω. Το έκανα απλά.

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Τι ήταν εκείνο που σε γοήτευσε στο εν λόγω επάγγελμα ως παιδί;

Νομίζω ότι επειδή δεν μου άρεσε η δική μου ζωή, συχνά παρατηρώντας τους ανθρώπους στο δρόμο προσπαθούσα μέσα από μικρά στιγμιότυπα να φανταστώ τις δικές τους ιστορίες, τις δικές τους ζωές. Ή ακόμα, όταν έβλεπα ταινίες, προσπαθούσα να μπω στα παπούτσια των ηρώων, να καταλάβω τι οδηγεί τις συμπεριφορές τους. Μου άρεσε πάντα – κι ακόμα μου αρέσει – να- αναζητώ το ψυχολογικό υπόβαθρο που οδηγεί τους ανθρώπους να κάνουν πράγματα στη ζωή τους, μου αρέσει να μπορώ να τους καταλαβαίνω, να αιτιολογώ τις πράξεις τους. Και ήθελα να έχω την δυνατότητα να μπορώ να μεταμφιέζομαι σε άλλους ανθρώπους. Δεν ήμουν δηλαδή ποτέ fan girl, δεν είχα ποτέ κάποιο είδωλο ή κάποιο πρότυπο, δεν ήθελα να το κάνω μιμητικά. Δεν έχω παράπονο, είναι αυτό που είχα στο μυαλό μου. Δηλαδή και στο Milky Way, μέσα από τον ρόλο της Μαρίας, ένιωσα ότι είχα ζήσει σε fast forward μια άλλη ζωή. Και μου άρεσε πολύ σαν εμπειρία.

Θυμάσαι την πρώτη σου επαφή με το κείμενο το Milky Way και τον ρόλο της Μαρίας; Τι ήταν αυτό που σε έκανε να δεχτείς την πρόταση του Βασίλη;

Εκείνο που με γοήτευσε τρομερά ήταν η φύση των χαρακτήρων. Είναι όλοι τους άνθρωποι που συναντάς εκεί έξω, είναι καθημερινοί άνθρωποι. Και με συγκίνησαν από την αρχή και οι σχέσεις μεταξύ τους. Ειδικά, η σχέση της Μαρίας με τον Τζο. Είναι από τις ελάχιστες φορές που οι δυο πρωταγωνιστές δεν είναι ζευγάρι, αλλά είναι κάτι άλλο πέρα από αυτό. Δεν είναι άλλη μια ιστορία boy-meets-girl. Και, φυσικά, ίσως το πιο σημαντικό, τα θέματα που πραγματεύεται το Milky Way γενικότερα και ειδικότερα το θέμα της γυναικείας αυτοδιάθεσης.

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Ηταν ένα θέμα αυτό για το οποίο είχες κι εσύ προσωπικά την ανάγκη να μιλήσεις;

Φυσικά. Είναι κάτι που με απασχολεί τρομερά. Γιατί, πέραν από τα βήματα προς κάτι καλύτερο που υποτίθεται γίνονται σε πολλούς τομείς, θεωρώ ότι τα πατριαρχικά στερεότυπα είναι τόσο βαθιά ριζωμένα που τα εντοπίζεις παντού, όπου και να σταθείς, όπου και να γυρίσεις να κοιτάξεις. Αυτή η υποτιθέμενη πρόοδος δηλαδή πολύ συχνά είναι μόνο για το φαίνεσθαι. Απλά για να λέμε ότι κάνουμε βήματα, για να νομίζει η κοινωνία ότι μοιάζουμε με άλλες ευρωπαϊκές. Αλλά δεν είναι ουσιαστική. Και δεν μιλάω για τίποτα παρατραβηγμένο. Μιλάω για όλα εκείνα τα στερεότυπα που βρίσκεις για παράδειγμα σε κάθε τυπική πυρηνική οικογένεια. Τέτοια στερεότυπα συνδέονται πολύ συχνά και με τη θρησκεία. Σέβομαι απόλυτα όλους τους ανθρώπους που πιστεύουν, αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η θρησκεία ενισχύει όλα εκείνα τα πατριαρχικά στερεότυπα που καταπιέζουν μια κοπέλα.

Θεωρείς ότι άλλες κοινωνίες και κουλτούρες όπου η θρησκεία δεν έχει τόσο κεντρικό ρόλο, είναι πιο μπροστά στο θέμα των δικαιωμάτων των γυναικών και της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας;

Σίγουρα, η θέση της θρησκείας στην ελληνική κοινωνία επηρεάζει πολύ την κουλτούρα μας σε τέτοια θέματα. Η Ελλάδα δηλαδή σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι πολύ πιο πίσω στο θέμα της ισότητας των φύλων ακριβώς επειδή η εκκλησία είναι παντού. Δεν έχει δηλαδή σημασία στο τέλος της μέρας αν η σειρά εκτυλίσσεται σε μια επαρχιακή πόλη. Και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη το ίδιο είναι. Μάλιστα, στην επαρχία συχνά οι ρυθμοί μπορεί να κάνουν τους ανθρώπους και πιο αγνούς. Δεν λέω σε καμία περίπτωση ότι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όλα είναι τέλεια. Σίγουρα, κάθε κοινωνία, κάθε κουλτούρα έχει τα δικά της αγκάθια.

Τώρα που το Milky Way έφτασε στο τέλος του, τι σου έχει αφήσει όλη αυτή η εμπειρία;

Σίγουρα είμαι πολύ περήφανη για αυτή τη δουλειά, η οποία ήταν η πρώτη και η πιο μεγάλη που έχω κάνει ως τώρα. Ήταν μια δουλειά που ονειρευόμουν να κάνω, από τότε που αποφάσισα πως θέλω να γίνω ηθοποιός. Δεν με ενδιέφερε ποτέ να κάνω τηλεοπτική σειρά. Με ενδιέφερε πάντοτε ο κινηματογράφος. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση μιλάμε για μια σειρά με κινηματογραφικό χαρακτήρα. Ήταν, βέβαια, και πάρα πολύ δύσκολο και μπήκα κατευθείαν στα βαθιά. Αλλά όλο αυτό το ταξίδι μου έχει δώσει τρομερά εφόδια. Τώρα, για το αποτέλεσμα δεν μπορώ να μιλήσω γιατί ακόμα δεν την έχω δει. Περιμένω να τελειώσει για να κάτσω να δω όλα τα επεισόδια μαζί.

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Αυτό πώς είναι; Εννοώ, να έχεις κάνει μια δουλειά, να έχει τελειώσει, να έχει περάσει καιρός, να έχεις κάνει άλλες δουλειές, άλλα πράγματα και ξαφνικά να επιστρέφεις και να ξαναμπαίνεις με έναν τρόπο σε όλο αυτό;

Πολύ περίεργο. Πριν ξεκινήσουν να προβάλλονται τα επεισόδια, ήταν απλά μια ανάμνηση για ’μένα, μια υπέροχη εμπειρία που όμως είχε τελειώσει. Και ξαφνικά όταν ξεκίνησε να παίζει στην τηλεόραση ήταν σαν να πήγα ενάμιση χρόνο πίσω στη ζωή μου, που όπως και να το κάνεις είναι περίεργο. Είμαι άλλος άνθρωπος από τότε ακριβώς επειδή έκανα το Milky Way, ακριβώς επειδή βούτηξα σε αυτήν την ιστορία.

Υπήρξε κάποια σκηνή που να σε δυσκόλεψε;

Με δυσκόλεψε η σκηνή στο τελευταίο επεισόδιο όπου η Μαρία παθαίνει κρίση πανικού. Έχοντας υπάρξει πολλές φορές σε αυτή τη θέση, ήταν πολύ δύσκολο για ’μένα. Αλλά, παράλληλα, ίσως είναι και η αγαπημένη μου σκηνή γιατί ένιωσα πάρα πολύ μεγάλη σύνδεση με τον Κωνσταντίνο (σ.σ. Γεωργόπουλο). Όπως και η σκηνή με τον Νικολάκη (σ.σ. Ζεγκίνογλου) επίσης στο τελευταίο επεισόδιο που του παραδέχομαι ότι έκανα την άμβλωση. Αυτή η σκηνή ήταν πολύ δύσκολη και λόγω συνθηκών γιατί είχε πάρα πολύ κρύο. Ήμασταν μες στα χιόνια και θυμάμαι πως δεν ένιωθα τα πόδια μου. Αλλά ήταν μια πάρα πολύ δυνατή και συνάμα ευαίσθητη σκηνή. Οπότε, ναι, οι σκηνές που με δυσκόλεψαν περισσότερο είναι και αυτές που έχω στο μυαλό μου σαν πιο όμορφες.

Φωτ.: Νίκος Κόκκας

Θέλω να σε ρωτήσω κάτι που τριγυρίζει συνέχεια στο μυαλό μου από το πρώτο επεισόδιο. Μιλάμε για έναν Ιωσήφ (Τζο) και μια Μαρία…

Ναι, είναι κάτι που το συνειδητοποίησα κι εγώ από την αρχή και μου είχε φανεί πάρα πολύ έξυπνο. Πάρα πολύ. Και για ’μένα, προσωπικά, δίνει και μια άλλη πλευρά μιας πασίγνωστης ιστορίας. Είναι σαν μια αναδιήγηση μιας ιστορίας που επηρεάζει κομμάτια της κοινωνίας μας ακόμα και σήμερα.

Σε πληροφόρησε, άρα, εσένα αυτό για τον χαρακτήρα;

Ίσως σε κάποιες σκηνές. Αλλά πολύ υποσυνείδητα γιατί το είχα σαν γνώση. Σίγουρα, ήταν ένα από τα στοιχεία που εξαρχής με έκαναν να αγαπήσω αυτόν τον χαρακτήρα και αυτή την ιστορία ακόμα περισσότερο. Μου φάνηκε πολύ έξυπνο, αν και όχι τόσο προφανές. Υπάρχουν σκηνές σε όλη τη σειρά που το φανερώνουν, όπως η σκηνή με το τεστ εγκυμοσύνης και εκείνη με τους τρεις μάγους με τα δώρα στο νοσοκομείο. Σε εκείνες τις σκηνές ήταν σαν να αιωρούνταν από πάνω μου. Αλλά μέχρι εκεί. Δεν είναι ότι πάτησα παραπάνω σε αυτό.

Ετοιμάζεις κάτι τώρα;

Συμμετέχω σε μια παιδική παράσταση, τη «Συμμορία του Μεσονυχτίου», που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Ανεσις, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Δεγαΐτη, που αφηγείται μια πολύ συγκινητική ιστορία για μια παρέα παιδιών που βρίσκονται στο νοσοκομείο. Νιώθω ότι είναι μια πολύ όμορφη ιστορία που αντικατοπτρίζει σε πολλά επίπεδα και σε μια παραλογική μορφή την κοινωνία μας, η οποία από μια ηλικία και μετά φοράει πρότυπα ομορφιάς και στερεότυπα σε όλους μας. Έτσι που ίσως τελικά τα παιδιά να είναι αυτά που είναι τα λογικά και οι μεγάλοι είναι οι τρελοί και οι παρανοϊκοί.