«Yorgos! Yorgos! You are the best!». Λέξεις που άκουγες διαρκώς και όχι μόνον από έναν άνθρωπο, γύρω από το κόκκινο χαλί της Salla Grande του 80ού Φεστιβάλ Βενετίας που ολοκληρώθηκε εχθές Σάββατο (9/9) βράδυ με την απονομή του Χρυσού Λέοντα στον Γιώργο Λάνθιμο.

Ο «Yorgos» δεν ήταν άλλος από τον Γιώργο Λάνθιμο και πηγή του ενθουσιασμού εκείνων που φώναζαν με χαρά το όνομά του, η τελευταία ταινία του «Poor things» που έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στη Μόστρα. Για πολλούς, το «Poor things» ήταν η καλύτερη ταινία του επίσημου προγράμματος της φετινής διοργάνωσης με την Εμα Στόουν (που είναι και παραγωγός) στην καλύτερη ίσως ερμηνεία της καριέρας της.

Η Στόουν ήταν μαζί του στην «Ευνοούμενη» όπως και στη μικρού μήκους ταινία «Βληχή» που ο σκηνοθέτης παρουσίασε μαζί της πέρυσι στην Εθνική Λυρική Σκηνή στο ΚΠΙΣΝ. Στη βαθμολογία των κριτικών στην καθημερινή έκδοση του περιοδικού CIAK, η ταινία βρισκόταν συνεχώς στην πρώτη θέση.

Πέντε ακριβώς χρόνια έχουν μεσολαβήσει από την τελευταία βράβευση του Γιώργου Λάνθιμου, την ίδια εποχή και πάλι στο Φεστιβάλ Βενετίας, όταν η προτελευταία ταινία του, «Η ευνοούμενη», κέρδιζε το μεγάλο βραβείο της επιτροπής και το βραβείο γυναικείας ερμηνείας για την Ολίβια Κόλμαν.

Λίγους μήνες αργότερα, η ταινία θα οδηγούσε τον έλληνα σκηνοθέτη στις υποψηφιότητες των Οσκαρ, σε δέκα κατηγορίες, ανάμεσα στις οποίες για το καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας. Η «Ευνοούμενη» τελικά κέρδισε μόνο ένα, το Α’ γυναικείου ρόλου και πάλι για την Κόλμαν, αλλά η Ιστορία είχε πια γραφτεί.

Ολα άρχισαν το 2009

Ολα άρχισαν το 2009 όταν ο «Κυνόδοντας», δεύτερη ταινία που σκηνοθέτησε μόνος ο Λάνθιμος μετά την «Κινέτα» (1999), επελέγη για το διαγωνιστικό τμήμα «Ενα κάποιο βλέμμα» στο Φεστιβάλ Καννών. Δύσκολα ξεχνάς εκείνη την πρεμιέρα άπαξ και ήσουν παρών στην αίθουσα Claude Debussy: ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ, Τιερί Φρεμό, μίλησε για πρώτη φορά δημοσίως για την «αποκάλυψη ενός νέου ταλέντου από την Ελλάδα».

Ο Λάνθιμος ανέβηκε στη σκηνή και λακωνικά, με πολύ καλά αγγλικά, χαιρέτησε το κοινό δίνοντας μια εικόνα για τη δημιουργία της ταινίας και τη συνεργασία του με τον σεναριογράφο Ευθύμη Φιλίππου. Ο «Κυνόδοντας» θα αποσπούσε το βραβείο του τμήματος και δύο χρόνια αργότερα μια υποψηφιότητα για το Οσκαρ καλύτερης μη αγγλόφωνης ταινίας. Ενα αστέρι είχε γεννηθεί. Από τότε, όλες οι ταινίες του Λάνθιμου έχουν συμμετάσχει σε μεγάλα φεστιβάλ (Κάννες, Βενετία) και όλες έχουν κερδίσει κάποιο βραβείο.

Το 2011, την ίδια χρονιά με την υποψηφιότητα του «Κυνόδοντα» στα Οσκαρ, ο Λάνθιμος, άνθρωπος χαμηλού προφίλ και υπομονετικός, παρουσίαζε τις «Αλπεις» στη Βενετία. Αυτή είναι η τελευταία μέχρι σήμερα μεγάλου μήκους ταινία που γύρισε στην Ελλάδα (με την εξαίρεση της «Βληχής»).

Την εποχή των «Αλπεων» το νυστέρι της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα έφτανε στο κόκαλο, όμως ο Λάνθιμος εξακολουθούσε να επιμένει ελληνικά. Και να κερδίζει. Αυτή τη φορά το βραβείο στη Βενετία ήταν για το σενάριό της, με τον Φιλίππου και πάλι στο πλευρό του σκηνοθέτη.

Οπότε η στιγμή για τον Γιώργο Λάνθιμο να ανοίξει τα φτερά του στο εξωτερικό είχε έρθει. «Στο σημείο όπου βρίσκομαι σήμερα, θα μου ήταν πολύ πιο εύκολο να γυρίζω ταινίες σε ξένες χώρες και όχι στην Ελλάδα» θα έλεγε στη συνέντευξη Τύπου των «Αλπεων» στη Βενετία.

«Αυτό που πραγματικά θα ήλπιζα και θα ήθελα είναι να γυρίζω περισσότερες ταινίες στην Ελλάδα. Ομως και οι τρεις ταινίες που έχω γυρίσει στη χώρα μου έγιναν κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες που δεν έχουν σχέση με την οικονομική κρίση».

Ο Λάνθιμος είχε αναφερθεί στη δυσκολία για τους νεότερους σκηνοθέτες να κάνουν ταινίες στην Ελλάδα «εξαιτίας της δομής των νόμων, της νοοτροπίας και του τρόπου χρηματοδότησης».

Και πράγματι, λίγα χρόνια αργότερα, το 2015, και πάλι στις Κάννες, θα παρουσίαζε τον «Αστακό» (The lobster), την πρώτη ταινία του γυρισμένη στο εξωτερικό (Ιρλανδία). Τη στήριξαν ξένα ως επί το πλείστον κεφάλαια, αλλά στην παραγωγή συμμετείχε η Ελλάδα με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και την εταιρεία Faliro House. Με την εξαίρεση της Αριάν Λαμπέντ που είχε ήδη ταυτιστεί με το έργο του Λάνθιμου, ηθοποιοί-φίρμες βρίσκονταν πια στη διάθεσή του: Κόλιν Φάρελ, Ρέιτσελ Βάις, Λεά Σεϊντού.

Και για μια ακόμη φορά, ταινία του Λάνθιμου έφυγε από φεστιβάλ έχοντας κερδίσει κάτι: το βραβείο της επιτροπής. Θα ακολουθούσε μια υποψηφιότητα για Οσκαρ πρωτότυπου σεναρίου για τον ίδιο και τον Ευθύμη Φιλίππου. Στα 42 του, ο Λάνθιμος είχε γίνει πια brand name του εναλλακτικού art house cinema παγκοσμίως.

Δύο χρόνια αργότερα, το 2017, ήρθε η ώρα της ταινίας «Ο φόνος του ιερού ελαφιού» (The killing of a sacred dear), άλλη μια διεθνής συμπαραγωγή. Ο Κόλιν Φάρελ και πάλι μαζί του αλλά και η Νικόλ Κίντμαν, «άπιαστο» όνομα για τα ελληνικά δεδομένα. Στις Κάννες και αυτή η ταινία, βραβείο και για αυτήν την ταινία, το σεναρίου (και πάλι με τον Ευθύμη Φιλίππου), εξ ημισείας με το «Δεν ήσουν ποτέ εδώ» της Λιν Ράμσεϊ. Και μετά ήρθε η στιγμή της εκτόξευσης με την «Ευνοούμενη».

Ο «Κυνόδοντας» ήταν η αφετηρία και το «Poor things» ο τελευταίος μέχρι σήμερα σταθμός αυτής της φανταστικής πορείας του Γιώργου Λάνθιμου.

Θα ακολουθήσει η ταινία «And», που γύρισε και πάλι με την Εμα Στόουν, μια ηθοποιό που έχει μετατραπεί κυριολεκτικά σε μούσα του.

Οπως ο Μιχάλης Κακογιάννης, ο Κώστας Γαβράς και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, έτσι και ο Γιώργος Λάνθιμος είναι ένας καλλιτέχνης του κινηματογράφου που έχει κάνει υπερήφανη τη χώρα του δουλεύοντας εδώ και χρόνια, κυρίως στο εξωτερικό.