Η εξάλειψη κάθε παραμέτρου πιθανής πολιτικής αστάθειας βάρυνε στην απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη ώστε να ματαιώσει όλα τα σενάρια πρόωρης προσφυγής στις κάλπες και να θέσει τον χρονικό ορίζοντα της πολιτικής περιόδου στο τέλος της τετραετίας.

«Ξέρω ότι αυτή τη στιγμή το να οδηγήσουμε τη χώρα σε πρόωρες εκλογές με τη «βόμβα» – το τονίζω – της απλής αναλογικής, με μια απρόβλεπτη Τουρκία απέναντί μας, δεν πιστεύω ότι είναι πράξη εθνικά υπεύθυνη και αν αυτό με οδηγήσει στο να έχω ένα πολιτικό κόστος, γιατί θα πρέπει να διαχειριστώ έναν δύσκολο χειμώνα, ας είναι έτσι» ήταν η σαφής δήλωση του Πρωθυπουργού (Σκάι), η οποία συμπληρώθηκε με την επισήμανση ότι επέλεξε να αναλάβει «το ρίσκο της σταθερότητας», καθώς, όπως τόνισε, «εάν το φθινόπωρο είναι όντως εκρηκτικό, είναι σώφρον να εκχωρήσουμε την αρμοδιότητα της διακυβέρνησης για κάποιες εβδομάδες σε μια υπηρεσιακή κυβέρνηση;».

Ως προς αυτά, ενδεικτικό ήταν πάντως το κλίμα των τελευταίων εβδομάδων και στους κύκλους των ξένων διπλωματικών αντιπροσωπειών στην Αθήνα. Η αβεβαιότητα λόγω της εκλογολογίας και τα θολά μετεκλογικά σενάρια ως προς τις δυνατότητες σχηματισμού κυβέρνησης προξενούσαν εμφανή προβληματισμό.

Η ανομολόγητη ανησυχία και το πάθημα του 2007

Πίσω από το σκεπτικό του Πρωθυπουργού, όπως παρουσιάστηκε δημοσίως, βρίσκεται ωστόσο και μια ανομολόγητη ανησυχία. Η διπλή εκλογική διαδικασία λόγω της απλής αναλογικής ενέχει και έναν διπλό κίνδυνο, πέραν της προεξοφλημένης, σχεδόν δίμηνης πολιτικής εκκρεμότητας.

Ο κίνδυνος αυτός είναι είτε να μη σχηματιστεί κυβέρνηση, ακόμη και έπειτα από τις δεύτερες εκλογές, είτε ακόμη και αν ο στόχος της αυτοδυναμίας επιτευχθεί, η κοινοβουλευτική ισχύς της ΝΔ, εφόσον κερδίσει τις εκλογές βάσει των σημερινών δημοσκοπικών δεδομένων, να είναι με βεβαιότητα κατά πολύ μικρότερη. Αυτό μεταφράζεται στο να μειωθεί από τους 157 βουλευτές στους 151-152 στην καλύτερη περίπτωση και με βάση τις ρεαλιστικές προσδοκίες. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με το περιβάλλον γενικευμένης αβεβαιότητας και κρίσης, ξύπνησε σε ορισμένους κύκλους μνήμες από την περίοδο του 2007-2009. Τότε ο Κώστας Καραμανλής επέλεξε την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες για λόγους όχι και τόσο προφανείς. Και παρά τη νίκη του, η κοινοβουλευτική του ισχύς μειώθηκε από τις 165 έδρες στις 152. Δύο χρόνια αργότερα και ενώ ξεσπούσε η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, αναγκάστηκε επί της ουσίας να εγκαταλείψει τη διακυβέρνηση.

Οπως σημειώνουν πολιτικοί παράγοντες, το δεδομένο αυτό είναι υπαρκτό όποτε και αν γίνουν οι εκλογές, όμως στην περίπτωση εξάντλησης της τετραετίας θα έχει εκλείψει το στοιχείο του πολιτικού «τζόγου» μιας πρόωρης προσφυγής στις κάλπες.

Ελεύθερο πεδίο για μέτρα και παροχές

Με τις διαβεβαιώσεις του Πρωθυπουργού της προηγούμενης εβδομάδας διαμορφώνεται πλέον ένα νέο πολιτικό τοπίο, με ποικίλα χαρακτηριστικά και πολλαπλές προκλήσεις. Αφενός, το προσεχές διάστημα προεξοφλείται ότι θα χαρακτηρίζεται από την εντεινόμενη αβεβαιότητα λόγω του πολέμου και των διάφορων επιπτώσεών του, με κύριο μέτωπο την ενεργειακή κρίση.

Αφετέρου, η επιλογή της πολιτικής σταθερότητας θα παρέχει στη σημερινή κυβέρνηση τη δυνατότητα παρέμβασης στο κοινωνικό πεδίο, με όποιες αποφάσεις απαιτηθούν για μέτρα ενίσχυσης, στήριξης συγκεκριμένων ή ευρύτερων ομάδων και, εν τέλει, για επιδόματα και προεκλογικές παροχές. Μια πρόγευση αυτών έδωσε ήδη ο Πρωθυπουργός την προηγούμενη εβδομάδα, όταν ανακοίνωσε κατά τη διάρκεια της προ ημερήσιας διάταξης συζήτησης στη Βουλή την ολική κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και αυξήσεις στις συντάξεις από τις αρχές του 2023.

Οπως διαμηνύεται δε από κυβερνητικά στελέχη, η συνθήκη η οποία διαμορφώνεται και ο δύσκολος προσεχής χειμώνας προεξοφλείται ότι θα αυξήσουν τις ανάγκες για παρεμβάσεις στο κοινωνικό πεδίο. Οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι εν πολλοίς, λόγω και των συνθηκών, η μάχη των εκλογών θα δοθεί κατά μείζονα λόγο στο μέτωπο της κοινωνικής πολιτικής. Εν όψει αυτών, το βάρος του κυβερνητικού σχεδιασμού πέφτει στην κατάρτιση των μέτρων για τη στέγαση και της συνολικότερης πολιτικής με αποδέκτες κατά βάση τις νεότερες ηλικίες, οι οποίες θεωρούνται και είναι καθοριστικής σημασίας από εκλογικής άποψης. Οι σχετικές ανακοινώσεις, κατόπιν των τελευταίων εξελίξεων, προγραμματίζονται για τη ΔΕΘ του Σεπτεμβρίου.

«Δεν θα ορίσει ο Τσίπρας πότε θα γίνουν εκλογές»

Από καθαρά πολιτικής άποψης, συνεργάτες του Πρωθυπουργού σημειώνουν ότι το οριστικό τέλος της εκλογολογίας, με τα δεδομένα της σημερινής συγκυρίας, είχε και μια επιπλέον σκοπιμότητα. Το κλίμα ρευστότητας που είχε αρχίσει να διαμορφώνεται είχε από τη μια πλευρά οδηγήσει στα πρόθυρα της παράλυσης ένα μεγάλο τμήμα του Υπουργικού Συμβουλίου. Από την άλλη, η επιμονή της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο αίτημα για εκλογές απειλούσε να δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κλίμα, το οποίο θα επιβαρυνόταν ακόμη περισσότερο από την τοξικότητα της αντιπαράθεσης, η οποία αποτελεί ξεκάθαρη επιλογή του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ. Υπό αυτούς τους όρους, συνομιλητές του Πρωθυπουργού λένε χαρακτηριστικά: «Δεν θα ορίσει ο Τσίπρας την ημερομηνία των εκλογών».

Το βλέμμα στην Ευρώπη για το ενεργειακό

Με τα νέα πολιτικά δεδομένα και εν όψει μιας δύσκολης περιόδου για όλες τις χώρες, τις κυβερνήσεις και τους πολίτες της Ευρώπης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εστιάζει την προσοχή και την προετοιμασία του στις συζητήσεις οι οποίες αναμένεται να εξελιχθούν στην όργανα της ΕΕ. Ορόσημο θεωρείται η Σύνοδος Κορυφής του Οκτωβρίου. Εκτιμάται ότι εκεί, παρά την κωλυσιεργία των προηγούμενων μηνών και με δεδομένο ότι η ίδια η Γερμανία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας πρωτόγνωρης ενεργειακής κρίσης και ύφεσης, θα καταστεί δυνατή η λήψη αποφάσεων για κοινή δράση, με πιθανή ακόμη και τη δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού ταμείου, στα πρότυπα των παρεμβάσεων οι οποίες έγιναν την περίοδο της πανδημίας. Εν όψει αυτών, ο Πρωθυπουργός είχε κατά το διάστημα των προηγούμενων εβδομάδων επαφές και εκτενείς συζητήσεις, μεταξύ άλλων, με τον ιταλό ομόλογό του Μάριο Ντράγκι. Κατά πληροφορίες, οι οποίες δεν διαψεύδονται, εξετάζονται τα ενδεχόμενα και οι δυνατότητες ανάληψης πρωτοβουλίας και ρόλου (και) από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, με στόχο τον συντονισμό και την κοινή δράση ευρωπαίων ηγετών στο ενεργειακό πεδίο.