Το Σάββατο 18 Δεκεμβρίου ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είπε στον Πρωθυπουργό στη Βουλή:

«Παραιτηθείτε, κύριε Μητσοτάκη. Και προκηρύξτε εκλογές!».

Το αίτημα έρχεται σε αντίθεση με την έως τώρα διακήρυξη της αντιπολίτευσης ότι είναι ανεύθυνο να συζητούμε για εκλογές μέσα σε πανδημία.

Εγινε όμως δεκτό με ενθουσιασμό, όχι από τον Πρωθυπουργό, αλλά από διάφορα έντυπα της αντιπολίτευσης. «Το αδιέξοδο της κυβέρνησης οδηγεί σε εκλογές» πανηγύρισε (;) η «Εφημερίδα των Συντακτών» (20/12).

Την ίδια μέρα, η τουρκική «Χουριέτ» επέλεξε να αναδείξει ένα άλλο σημείο της κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης. «Ο Τσίπρας τα έψαλε στον Μητσοτάκη: γιατί αγοράζουμε όπλα; Τι είμαστε; Υπερδύναμη;» (20/12).

Ο καθένας με τον πόνο του.

Πάμε να δούμε «το αδιέξοδο της κυβέρνησης» που «οδηγεί σε εκλογές».

Στις 16/12 η MRB δίνει τη ΝΔ στο 30,7% και τον ΣΥΡΙΖΑ στο 19,7%. Διαφορά 11 μονάδων.

Στις 19/12 η Marc δίνει τη ΝΔ στο 33% και τον ΣΥΡΙΖΑ στο 19,2%. Διαφορά 13,8 μονάδων.

Στις 20/12 η Αlco δίνει τη ΝΔ στο 32,6% και τον ΣΥΡΙΖΑ στο 21,1%. Διαφορά 11,5 μονάδων.

Αν συνεκτιμήσουμε τις διάφορες εκδοχές αδιευκρίνιστης ψήφου, η δημοσκοπική εκτίμηση για τα ποσοστά της ΝΔ ανέρχεται περίπου στο 37% (MRB), στο 38% (Marc) και στο 36,5% (Alco). Ενώ οι διαφορές από τον ΣΥΡΙΖΑ διευρύνονται αντίστοιχα σε 13, 15 και 13,5 μονάδες.

Δεν ξέρω αν αυτοί οι αριθμοί «οδηγούν σε εκλογές», σίγουρα πάντως δεν οδηγούν σε εκλογές από «αδιέξοδο της κυβέρνησης».

Στις τρεις δημοσκοπήσεις όμως υπάρχει κι ένα άλλο στοιχείο.

Το ΚΙΝΑΛ καταγράφει πρόθεση ψήφου 13,5%, 15% και 13,6% αντιστοίχως. Δηλαδή μια δημοσκοπική εκτίμηση της τάξης του 17%-18%, που σημαίνει ότι κινείται σε απόσταση 5 έως 8 μονάδων από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Με άλλα λόγια, αν είχαμε εκλογές την Κυριακή, το αποτέλεσμα θα μπορούσε (σύμφωνα με τις τρεις δημοσκοπήσεις) να είναι κάτι σαν 37%-37,5% για τη ΝΔ, 23%-24% για τον ΣΥΡΙΖΑ και 17%-17,5% για το ΚΙΝΑΛ.

Ενας νέος συσχετισμός. Ο οποίος πάντως δεν φαίνεται να δικαιολογεί το «παραιτηθείτε και εκλογές» του αρχηγού της αντιπολίτευσης. Μάλλον τον Ανδρουλάκη στραβοκοίταζε.

Φυσικά την Κυριακή δεν θα έχουμε εκλογές αλλά δεύτερη μέρα Χριστουγέννων. Κι ως εκ τούτου, οι διαφορές και οι εκτιμήσεις θα μεταφερθούν από την κάλπη στο οικογενειακό τραπέζι.

Ούτως ή άλλως όμως η εκλογή Ανδρουλάκη στο ΠαΣοΚ/ΚΙΝΑΛ καταγράφεται ήδη ως ένα νέο δεδομένο που αντιμετωπίζεται καταρχήν θετικά από τους ψηφοφόρους.

Κάτι δηλαδή σαν πολιτικός μήνας του μέλιτος, μάλλον αναμενόμενος μετά την εκλογή ενός νέου αρχηγού.

Αλλά θα διαρκέσει; Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει.

Ακόμη πάντως κι αν δεν διατηρηθεί η ανοδική πορεία που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις, αποκλείεται τα έως τώρα κέρδη να εξανεμιστούν μέσα σε λίγες εβδομάδες. Το ΠαΣοΚ/ΚΙΝΑΛ παίρνει προς το παρόν μια δεύτερη ανάσα που θα δούμε αν θα εξελιχθεί σε δεύτερη ευκαιρία.

Με άλλα λόγια, το 2021 κλείνει με ανοιχτά ζητήματα και όχι μόνο στο υγειονομικό επίπεδο. Προφανώς η εξέλιξη της πανδημίας βαραίνει την πολιτική ατζέντα και μάλιστα καθοριστικά σε μια νέα χρονιά που κατά πάσα πιθανότητα θα αποδειχτεί εκλογική.

Το ξέραμε. Αλλά όπως φαίνεται, το παιχνίδι εκτός από νέες παραμέτρους απέκτησε και νέους παίκτες.

Τσουνάμι

Μπορεί η Αριστερά να μη γνωρίζει μεγάλες πιένες στην Ευρώπη, αλλά ευτυχώς υπάρχει η Λατινική Αμερική.
Ετσι με ικανοποίηση πληροφορηθήκαμε ότι μετά την νίκη της Αριστεράς στην Ονδούρα ακολούθησε και νέα νίκη της Αριστεράς στη Χιλή.
Που σημαίνει ότι κάποια στιγμή το αριστερό τσουνάμι θα έλθει και στα μέρη μας.
Πότε; Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα. Εξαρτάται αν θα έλθει μέσω Ατλαντικού ή αν θα προτιμήσει να διασχίσει τον Ειρηνικό, που μάλλον χρειάζεται παραπάνω κολύμπι. Αλλά δεν ανησυχώ. «Οσο υπάρχουν άνθρωποι δεν πρόκειται να τελειώσει ποτέ η ηγεμονία της Αριστεράς» δήλωσε η Σία Αναγνωστοπούλου!

Χάρτινα καραβάκια

Μετά βαΐων και κλάδων έληξε χωρίς αποτέλεσμα και μέσα στη γενική αδιαφορία η εξεταστική επιτροπή που θα εξέταζε τη λεγόμενη «λίστα Πέτσα» και μια εταιρεία δημοσκοπήσεων.
Το αποτέλεσμα δεν εξέπληξε κανέναν. Ηταν μια ανόητη πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης που δεν υπήρχε περίπτωση να έχει άλλη κατάληξη.
Για δύο λόγους.
Πρώτον, επειδή δεν υπήρχε ουσιαστικό αντικείμενο ελέγχου. Ηταν απλώς μια προσπάθεια της αντιπολίτευσης να ασκήσει πίεση στα μέσα ενημέρωσης και στις εταιρείες δημοσκοπήσεων που θεωρεί ότι την αδικούν.
Μια προσπάθεια τόσο προφανής που κανείς δεν έκανε τον κόπο να τη λάβει υπόψη του.
Δεύτερον, επειδή μπορεί η επιτροπή να αποτέλεσε πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης αλλά η επιτροπή συγκροτήθηκε όπως όλες οι κοινοβουλευτικές επιτροπές. Δηλαδή στη βάση των κοινοβουλευτικών συσχετισμών.
Ετσι, η κυβερνητική παράταξη είχε την πλειοψηφία. Δεν θα άφηνε τον Ραγκούση να κάνει τον εισαγγελέα.
Ολα αυτά ήταν τόσο προφανή εξ αρχής ώστε αναρωτιέται κανείς για ποιον λόγο ξεκίνησαν την ιστορία και τι διαφορετικό περίμεναν να συμβεί.
Ακόμη και η βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ Νατάσα Γκαρά προτίμησε να σκοτώνει την ώρα της φτιάχνοντας «χάρτινα καραβάκια» – σαν εκείνα που τραγουδούσε ο Νίκος Παπάζογλου…
Μεταξύ μας, δεν είχε άδικο.
Η ιστορία αποτελεί καλό μάθημα. Δείχνει πως με τέτοια τερτίπια ή μεθοδεύσεις ούτε τον Τύπο θα κάνεις φιλικότερο, ούτε τις δημοσκοπήσεις πιο ευνοϊκές. Είναι ένα μάθημα που μακάρι να αξιοποιηθεί, αλλά δεν είμαι καθόλου βέβαιος.
Η αντίληψη ότι όλα είναι εξαγορασμένα και ότι όλα χειραγωγούνται έχει ποτίσει τόσο βαθιά τον ΣΥΡΙΖΑ που τον εμποδίζει να χειριστεί ψύχραιμα ακόμη και τις πιο ανώδυνες καταστάσεις.
Διότι αν κάθε φορά θεωρείς ότι η πραγματικότητα που σε περιβάλλει είναι απλώς το εχθρικό δημιούργημα εκείνων που την καταγράφουν τότε δεν χρειάζονται καν μέτρα και εμβόλια για τον κορωνοϊό.
Αρκεί να σπάσεις το θερμόμετρο!