Η χώρα έχει εισέλθει στην οικονομική φάση της κρίσης της πανδημίας η οποία φέρνει τους πολίτες αντιμέτωπους με το φάσμα της οικονομικής δυσπραγίας και της ανεργίας. Αυτά είναι τα δύο θέματα που κυριαρχούν στην αυθόρμητη αναφορά των προβλημάτων της χώρας, με αντίστοιχα ποσοστά 40% και 16%.

Οι «μηχανές» της οικονομίας δεν μπορούν να δουλέψουν με όλη τους την ισχύ γιατί αρκετά περιοριστικά μέτρα είναι ακόμη σε ισχύ, αλλά και γιατί ποτέ μια δραστηριότητα δεν ανακτά τη δυναμική της τόσο εύκολα όσο μπορεί να κλείσει με μια εντολή lockdown.

Ωστόσο το γενικό αίσθημα, παρά την κάμψη που παρουσιάζει, συνεχίζει να είναι θετικό, έχοντας μια κεκτημένη ταχύτητα από την επιτυχή διαχείριση της υγειονομικής φάσης της κρίσης.

Ποτέ άλλοτε στα τελευταία δεκαπέντε χρόνια δεν υπήρξε περίοδος ενός ολόκληρου έτους που οι πολίτες να αξιολογούν θετικά την πορεία της χώρας σε ποσοστά πάνω από το 50% και ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε τόσο μεγάλη χρονική περίοδος που ο Πρωθυπουργός της χώρας να συγκέντρωνε σταθερά θετικές αξιολογήσεις πάνω από το 60%. Κάτι ανάλογο ζήσαμε μόνο την εποχή της προετοιμασίας και διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004, όταν η χώρα μας ήταν το επίκεντρο του κόσμου.

Ωστόσο η τεράστια αποδοχή που διαθέτουν σήμερα ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του δεν αποτελεί μια «ευκαιρία» για παιχνίδια τακτικής και πρόωρης προσφυγής στις κάλπες. Πάνω από 8 στους 10 (82%) απορρίπτουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο και στέκονται αρνητικά απέναντί του.

Τώρα είναι ώρα για δουλειά, για να άρουμε τις αβεβαιότητες που συσσωρεύθηκαν όλους αυτούς τους μήνες.

Την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές είναι η πρώτη ημέρα που απελευθερώνονται οι πτήσεις από μια σειρά χωρών και τα μάτια όλων είναι στραμμένα στη «βαριά βιομηχανία» της χώρας μας, τον τουρισμό. Θα καταφέρει άραγε να πάει καλά και να ξεπεράσει τις δυσοίωνες προβλέψεις ή όχι;
Από τις οικονομικές και υγειονομικές εξελίξεις στο επόμενο δίμηνο θα κριθούν πολλά και κυρίως θα διαμορφωθεί το φθινοπωρινό κλίμα τόσο στην κοινωνία, στην αγορά, όσο και στην πολιτική.

Είχαμε την ευκαιρία και στο παρελθόν να σημειώσουμε ότι με βάση τις αναλύσεις μας δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή στην «κανονικότητα», αλλά θα ζήσουμε μια παρατεταμένη ρευστότητα που θα οδηγήσει σε μια νέα εποχή με μοναδικά χαρακτηριστικά (για παράδειγμα, η δυναμική σχέση της τεχνολογίας με τη ζωή μας και το επιχειρείν, οι κοινωνικές αποστάσεις, ο δημόσιος και ο ιδιωτικός χώρος και τόσα άλλα θα επαναπροσδιοριστούν).

Επομένως, εκεί μετατοπίζεται και το πολιτικό ενδιαφέρον της κοινωνίας: στην ανάγκη να μην ανακυκλώνουμε πρακτικές και στερεότυπα του παρελθόντος που σήμερα μοιάζουν να είναι ξεπερασμένα.

Καθετί άλλο, συνθήματα και πρακτικές του χθες, δύσκολα θα αλλάξουν τη σημερινή «σκληρή» κοινωνική ατζέντα και ακόμα δυσκολότερα θα καθορίσουν τις πολιτικές εξελίξεις και τους συσχετισμούς του μέλλοντος.

Εξάλλου αυτό καταγράφεται ανάγλυφα και στον δείκτη πολιτικής εμπιστοσύνης. Αλληλοκατηγορίες, ενδείξεις και υπόνοιες σκανδάλων που έρχονται και παρέρχονται στη δημόσια συζήτηση δηλητηριάζουν το πολιτικό κλίμα και αποδομούν την πολιτική εμπιστοσύνη (πτώση μέσα σε δύο μήνες από το 4,6 στο 4,1). Και καμιά πολιτική δύναμη του δημοκρατικού τόξου δεν μπορεί και δεν πρέπει να προσδοκά ότι μπορεί να οικοδομήσει την προοπτική της πάνω σε ένα σαθρό και υπονομευμένο υπόβαθρο.

Εξάλλου δεν πάει πολύς καιρός, ήταν μόλις Μάρτιος του 2018, που σε σχετική ερώτηση της σταθερής μας έρευνας Metron Forum για την εικόνα των κομμάτων, «ποιο κόμμα μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα τα θέματα της διαφθοράς», o ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση συγκέντρωνε 18% και η ΝΔ ως αντιπολίτευση 12%, ενώ το 59% δήλωνε «Κανένα» και «Δεν γνωρίζω». Ποιος μπορεί άραγε να θέλει να ξαναγυρίσουμε εκεί, σε μια υπονομευμένη σχέση της πολιτικής με την κοινωνία;

Ο κ. Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis.