«Για εμάς, τους λυρικούς καλλιτέχνες, ήταν πολύ σκληρό να μην μπορούμε να ανέβουμε στη σκηνή και να τραγουδήσουμε» λέει αναφερόμενη στους τελευταίους μήνες που, όπως όλοι οι συνάδελφοί της, είδε τις προγραμματισμένες εμφανίσεις της να ακυρώνονται η μία μετά την άλλη.

Η πανδημία βρήκε τη γεωργιανή μεσόφωνο Ανίτα Ρατσβελισβίλι τη στιγμή που η καριέρα της είχε αγγίξει την κορυφή: εμφανιζόταν πλέον στα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου, με τους καλύτερους μαέστρους, ερμηνεύοντας τους σημαντικότερους ρόλους του ρεπερτορίου της, ήταν πρώτο όνομα.

Οσο και αν η περίοδος της καραντίνας τής έδωσε τη δυνατότητα να ξεκουραστεί δίπλα στους δικούς της, στην Τιφλίδα, δεν σταμάτησε να νοσταλγεί τις στιγμές που λουσμένη στα φώτα των προβολέων γινόταν η Κάρμεν (ρόλος στον οποίο οφείλει τη φήμη της και που είχε τραγουδήσει και στην πρώτη συνεργασία της με την Εθνική Λυρική Σκηνή, το καλοκαίρι του 2018 στο Ηρώδειο), η Ατσουτσένα από τον «Τροβατόρε», η Πριγκίπισσα του Εμπολι από τον «Ντον Κάρλο», η Αμνερις από την «Αΐντα».

Γι’ αυτό και είναι μεγάλη η χαρά της τώρα που ξεκινάει ξανά τις εμφανίσεις, για να χαρίσει το τραγούδι της και στο ελληνικό κοινό: στις 18 Ιουλίου η διάσημη μεσόφωνος θα δώσει αφιλοκερδώς ρεσιτάλ στη Ρωμαϊκή Αγορά της Αθήνας, συνοδευόμενη από την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού. Η εκδήλωση, που θα μεταδοθεί ζωντανά μέσω live streaming, εντάσσεται στον νέο θεσμό του υπουργείου Πολιτισμού «Ολη η Ελλάδα ένας πολιτισμός», στον οποίο συμμετέχει με πολλές παραγωγές η ΕΛΣ.

Και μετά την ελληνική εμφάνισή της, η Ρατσβελισβίλι θα ξαναγίνει, στις 28 και στις 31 Ιουλίου, η Αμνερις στην «Αΐντα» του Βέρντι, συμπρωταγωνιστώντας με τους Αννα Πιρότσι (Αΐντα) και Γιόνας Κάουφμαν (Ρανταμές) στο κοντσερτάντε ανέβασμα της όπερας από το περίφημο θέατρο San Carlo, στην Piazza del Plebiscito της Νάπολι. Επανεκκίνηση λοιπόν για τη διάσημη καλλιτέχνιδα. Οσο όμως και αν η χαρά της είναι μεγάλη, στη συνέντευξη που παραχώρησε στο ΒΗΜΑgazino δηλώνει πως στη «νέα εποχή» θα βάλει μερικούς νέους όρους: «Μόλις τα πράγματα επανέλθουν σε μια κανονικότητα, θα φροντίσω ώστε να έχω περισσότερο χρόνο να ξεκουράζομαι ανάμεσα στις παραστάσεις μου. Οσο και αν η πανδημία επηρέασε με δραματικό τρόπο τη ζωή μου, ομολογώ πως το να μείνω στο σπίτι όχι απλώς δεν ήταν δύσκολο για εμένα αλλά το χρειαζόμουν κιόλας. Τα τελευταία 12 χρόνια ταξίδευα ασταμάτητα και αυτό το βίαιο έστω διάλειμμα λόγω του κορωνοϊού ήταν καλό και για εμένα και για την οικογένειά μου. Από εδώ και πέρα θα φροντίζω την υγεία μου και τον εαυτό μου με μεγαλύτερη επιμέλεια».

Εχετε πράγματι τραγουδήσει πολύ τα τελευταία χρόνια. Ηταν, φαντάζομαι, απαραίτητο δεδομένου ότι η καριέρα σας διέγραφε εντυπωσιακά ανοδική πορεία. Πώς, αλήθεια, βρεθήκατε σε αυτόν τον δρόμο; Γιατί γίνατε τραγουδίστρια της όπερας;

«Πάντα αγαπούσα πολύ το τραγούδι, για πολλά χρόνια μάλιστα τραγουδούσα τζαζ και σόουλ. Νομίζω πως η μετάβαση στην όπερα ήταν η φυσική πορεία την οποία επέβαλε η εξέλιξη της φωνής μου. Ηταν η πορεία προς την καλλιτεχνική ωρίμασή μου».

Τραγουδάτε ένα πολύ απαιτητικό ρεπερτόριο. Πώς αποφασίζετε ποιοι από τους ρόλους που σας προσφέρονται είναι κατάλληλοι για εσάς;

«Πάντα τραγουδάω μόνη τον ρόλο, τον δοκιμάζω και έπειτα απαντώ. Πρέπει πρώτα να είμαι απολύτως σίγουρη πως ο ρόλος ταιριάζει στη φωνή μου, ή, για να σας το πω αλλιώς, πως η φωνή μου νιώθει άνετα μέσα στον ρόλο. Είναι πολύ σημαντικό αυτό, η φωνή πρέπει να μπορεί να αποδώσει τον ρόλο με άνεση και να μη ζορίζεται, να μην πιέζεται».

Πόσο εύκολο – ή δύσκολο – είναι να αρνηθείτε έναν ρόλο που σας προσφέρει ένα μεγάλο θέατρο;

«Εχω πει πολλές φορές όχι. Θεωρώ πολύ σημαντικό να μπορείς να καταλάβεις ποιος ρόλος θα σε πάει, μια συγκεκριμένη στιγμή, μπροστά ως καλλιτέχνη και ποιος όχι».

Η τεχνική ενός τραγουδιστή είναι πολύ σημαντική για την υγεία της φωνής του. Τραγουδάτε πάντα με τον ίδιο τρόπο, είτε βρίσκεστε σε μια μικρή αίθουσα είτε σε ένα μεγάλο θέατρο;

«Ρυθμίζω κατά κάποιον τρόπο την ένταση της φωνής, όμως η τεχνική είναι μία και δεν αλλάζει. Οπότε, ναι, τραγουδάω με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε όλες τις αίθουσες».

Οταν βρίσκεστε στη σκηνή, υπάρχουν στιγμές που αισθάνεστε πως έχετε ταυτιστεί με τον χαρακτήρα που ερμηνεύετε ή πάντα έχετε την αίσθηση πως παίζετε ένα παιχνίδι;

«Κάνω μεγάλη έρευνα γύρω από τον ρόλο τον οποίο καλούμαι να ενσαρκώσω κάθε στιγμή, θέλω να γνωρίζω τα πάντα για να σχηματίσω μία όσο γίνεται πιο ολοκληρωμένη εικόνα. Οταν είμαι πάνω στη σκηνή, τις περισσότερες φορές ξεχνώ πως από κάτω υπάρχει κοινό και πως όλο αυτό που συμβαίνει, όλο αυτό που ζω, δεν είναι αληθινό αλλά ένα παιχνίδι. Τολμώ να πω πως τη στιγμή της παράστασης ταυτίζομαι απόλυτα με τις ηρωίδες που ερμηνεύω, και αυτό είναι πολύ σημαντικό για εμένα».

Υπάρχει ένας συγκεκριμένος ρόλος που απολαμβάνετε περισσότερο από τους άλλους; Και ένας ρόλος που δεν αγαπάτε;

«Μου αρέσουν και με ενδιαφέρουν όλοι οι χαρακτήρες που έχω ερμηνεύει έως τώρα. Θεωρώ πως κάθε όπερα είναι ένας ολόκληρος κόσμος, έχει τη δική της ζωή και ομορφιά, και αυτό το απολαμβάνω με όλη την ψυχή μου. Δεν νομίζω πως μπορώ να μιλήσω για ρόλους που αγαπώ και για ρόλους που αγαπώ λιγότερο, επειδή ποτέ δεν δέχομαι να τραγουδήσω όπερες που δεν μου αρέσουν. Πρέπει να αγαπάς με όλη σου την καρδιά αυτό που κάνεις, γιατί μόνο έτσι θα κάνεις και τους άλλους να το αγαπήσουν. Αλλιώς δεν θα πείσεις κανέναν. Το αποτέλεσμα θα είναι χλιαρό, ψεύτικο και κακό».

Υπάρχει κάποιος ρόλος από εκείνους που περιλαμβάνονται στο μέχρι σήμερα ρεπερτόριό σας που να είναι πιο κοντά στην πραγματική Ανίτα;

«Οχι… Οσο και αν ψάξω δεν μπορώ να βρω κάποιον που να είναι κοντά στην πραγματική μου προσωπικότητα. Υπάρχουν όμως σχεδόν σε όλους τους ρόλους μου μερικές λεπτομέρειες, μικρά στοιχεία που καταλαβαίνω πως έχω κι εγώ στον χαρακτήρα μου, και τα οποία με βοηθούν να τους κατανοήσω και να τους προσεγγίσω».

Τι ονειρεύεστε, σε σχέση πάντα με το επάγγελμά σας;

«Το μεγάλο όνειρό μου ήταν να κάνω τη Σαρλότ στον «Βέρθερο» του Μασνέ. Και θα την είχα κάνει στην Αθήνα, στην Εθνική Λυρική Σκηνή, η παράσταση ως γνωστόν ήταν προγραμματισμένη για τον περασμένο Μάιο, αν δεν είχε ξεσπάσει αυτός ο εφιάλτης της πανδημίας. Επιθυμώ πάντα με μεγάλη λαχτάρα να τραγουδήσω τη Σαρλότ και ελπίζω το όνειρο να γίνει σύντομα πραγματικότητα, στην Αθήνα!».

Ποιο είναι το πιο αστείο πράγμα που σας έχει συμβεί επάνω στη σκηνή; Ή το πιο τρομακτικό;

«Μακάρι να μπορούσα να χαρακτηρίσω αστείες τις αναποδιές που συμβαίνουν ενίοτε στη σκηνή. Ποτέ όμως δεν είναι αστείες, είναι πάντα τρομακτικές για τον τραγουδιστή. Πάντως δεν θα ξεχάσω ποτέ ένα φοβερό ατύχημα που είχα εν ώρα παράστασης, στο Λονδίνο. Τραγουδούσα πάλι την «Κάρμεν». Στη σκηνή στην οποία καβγάδιζα και ερχόμουν στα χέρια με μια αντίζηλό μου, τη Μανουελίτα, τα πράγματα ξέφυγαν. Χωρίς να το θέλει, παρασυρμένη από την ένταση, η κοπέλα που την ερμήνευε έκοψε στ’ αλήθεια το χέρι μου. Είχα τόσο έντονη αιμορραγία που αναγκάστηκα να σκίσω τη φούστα που φορούσα και να το δέσω για να τη σταματήσω. Η παράσταση συνεχίστηκε, έκανα όμως πέντε ράμματα και έχω ακόμη μια μεγάλη ουλή».

Είστε άνθρωπος των ταξιδιών ή τα θεωρείτε αναγκαίο κακό λόγω του επαγγέλματός σας;

«Λατρεύω τα ταξίδια, δεν μπορώ όμως να πω και ότι δεν μου λείπουν το σπίτι και η οικογένειά μου όταν βρίσκομαι μακριά τους για μεγάλο χρονικό διάστημα. Είμαι πολύ τυχερή γιατί ο σύζυγός μου και ο σκύλος μας, ο Φράνκι, είναι πάντα μαζί μου, όμως έρχονται και οι στιγμές που θέλω πολύ να επιστρέψουμε στο σπίτι».

Τον έχω δει τον Φράνκι, στις φωτογραφίες που ανεβάζετε στα social media, στα οποία είστε αρκετά δραστήρια. Πώς, αλήθεια, πιστεύετε ότι το Διαδίκτυο έχει επηρεάσει τη μουσική βιομηχανία;

«Το Διαδίκτυο άλλαξε πολλά πράγματα. Είναι πλέον πολύ πιο εύκολο να επικοινωνήσουμε με ανθρώπους που αγαπούν την τέχνη, και αυτή είναι μια παράμετρος που μου αρέσει. Από την άλλη, αυτό που γίνεται τα τελευταία χρόνια, η ευκολία με την οποία μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει μια παράσταση μέσω Internet, όσο και αν αρχικά φαίνεται θετικό, φοβάμαι πως είναι κάτι που μακροπρόθεσμα δεν ωφελεί. Γιατί έτσι τα θέατρα χάνουν θεατές. Το να βρίσκεσαι μέσα στην αίθουσα και να παρακολουθείς μια παράσταση είναι τελείως διαφορετική εμπειρία από το να τη βλέπεις στην οθόνη του tablet σου, και την προτιμώ!».

Ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που σας έχει δοθεί;

«Η καταπληκτική Ζανίν Ράις, που πέθανε πριν από λίγες ημέρες, και με την οποία είχα μελετήσει, μου είχε πει να μην ακούω ποτέ τις ηχογραφήσεις προτού ξεκινήσω τη μελέτη ενός ρόλου, γιατί είναι πολύ σημαντικό να βρω τον δικό μου τρόπο ερμηνείας χωρίς να επηρεάζομαι από τις ερμηνείες των άλλων. Επομένως, ακολουθώ πάντα τις συμβουλές της και όταν μαθαίνω έναν νέο ρόλο, τον μελετώ χρησιμοποιώντας αποκλειστικά την παρτιτούρα και δεν ακούω ποτέ τις ηχογραφήσεις παρά μόνο αφότου γίνει και η πρεμιέρα».

Ποια είναι τα ινδάλματά σας;

«Θαυμάζω πολλούς τραγουδιστές, λατρεύω όμως απόλυτα τον Τσέζαρε Σιέπι, την Μπίργκιτ Νίλσον, τον Τζορτζ Λόντον και τη Φεντόρα Μπαρμπιέρι».

Οι τραγουδιστές της όπερας εξαρτάστε απόλυτα από την υγεία της φωνής σας, γι’ αυτό και ζείτε μια αρκετά συντηρητική ζωή. Εχετε αισθανθεί ποτέ πως αυτό σάς περιορίζει;

«Ποτέ! Η φωνή μου είναι το όργανο διά του οποίου επικοινωνώ με τον κόσμο και εκφράζω τα συναισθήματά μου. Δεν θα μπορούσα να μην τη φροντίζω, δεν θα μπορούσα να μην κάνω ό,τι πρέπει ώστε να την κρατήσω υγιή. Εξάλλου αγαπώ πάρα πολύ το τραγούδι. Είναι όλη μου η ζωή!».

Who is who

H Ανίτα Ρατσβελισβίλι γεννήθηκε στην Τιφλίδα το 1984, σε μουσική οικογένεια, και μεγάλωσε σε μια εξαιρετικά δύσκολη για την πατρίδα της και τον λαό της εποχή. Αρχισε να μαθαίνει πιάνο στα έξι της χρόνια, στην εφηβεία της τραγουδούσε ποπ, τζαζ και σόουλ, για να περάσει γρήγορα (έπειτα από την προτροπή εκείνων που διέγνωσαν τις εξαιρετικές δυνατότητές της) στο λυρικό τραγούδι. Εκανε το ντεμπούτο της στην Εθνική Οπερα της Γεωργίας ως Μανταλένα στον «Ριγκολέτο» του Βέρντι. Συνέχισε τις σπουδές της στην Ακαδημία της Σκάλας του Μιλάνου. Εκείνη την εποχή πήγε σε μια οντισιόν για να διεκδικήσει τον μικρό ρόλο της Μερσέδες στην «Κάρμεν», όμως ο μαέστρος Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από τη φωνή της που τελικά τής έδωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ετσι, η νεαρή Ανίτα βρέθηκε το 2009 να ερμηνεύει την «Κάρμεν» στη Σκάλα του Μιλάνου, δίπλα στον ήδη διάσημο τενόρο Γιόνας Κάουμφαν. Η παράσταση μεταδόθηκε σε όλον τον κόσμο και η διεθνής καριέρα της ξεκίνησε. Εκτοτε η Ρατσβελισβίλι έχει εμφανιστεί στα μεγαλύτερα θέατρα ερμηνεύοντας όπερες των Βέρντι, Μασκάνι, Σεν-Σανς, Τσιλέα, Μποροντίν, Γκλουκ κ.ά. Το πρώτο δισκογραφικό ρεσιτάλ της κυκλοφόρησε το 2018 από τη Sony, με τον τίτλο «Anita». Ο μαέστρος Ρικάρντο Μούτι την έχει χαρακτηρίσει «τη σπουδαιότερη, αυτή τη στιγμή, σε όλον τον κόσμο, ερμηνεύτρια των ρόλων για μεσόφωνο που έχει γράψει ο Βέρντι. Χωρίς καμία αμφιβολία!».

ΙNFO
Ρεσιτάλ Ανίτα Ρατσβελισβίλι: Ρωμαϊκή Αγορά, στις 18 Ιουλίου.