Η επιδημία του κορωνοϊού ανέδειξε για μία ακόμα φορά την ιδιαίτερη αξία του τομέα της Δημόσιας Υγείας στην προάσπιση της υγείας. Οι επιδημίες, που αποτέλεσαν διεθνώς τις μεγαλύτερες απειλές για την υγεία, καταπολεμήθηκαν κυρίως με πολιτικές Δημόσιας Υγείας, οι οποίες όμως υποβαθμίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες σε χώρες με ασθενέστερα συστήματα υγείας, όπως στη χώρα μας.

Για τον λόγο αυτόν, το νομοσχέδιο για τη Δημόσια Υγεία το οποίο τέθηκε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση αποτελεί θετικό βήμα για την ενίσχυση του τομέα της Δημόσιας Υγείας, παρά το γεγονός ότι είναι ελλιπές, αποσπασματικό και, κυρίως, δεν συνάδει επαρκώς με τις σύγχρονες διεθνείς αντιλήψεις και προδιαγραφές για την οργάνωση και άσκηση της Δημόσιας Υγείας.

Η σύγχρονη Δημόσια Υγεία, η οποία αποτελεί στρατηγική επιλογή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και έχει υιοθετηθεί απ’ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, βασίζεται πρωτίστως σε ορισμένες βασικές αξίες, όπως είναι αυτές της ισότητας, της προσβασιμότητας, της αλληλεγγύης και της βιωσιμότητας, καθώς και σε αρχές όπως της διακυβερνητικής πολιτικής και της συμμετοχής του πολίτη. Αυτές οι αξίες και οι αρχές δεν αναφέρονται ρητά στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο.

Το σχέδιο νόμου αγνοεί βασικές λειτουργίες της Δημόσιας Υγείας, υποβαθμίζει τη διατομεακή και πολιτική της διάσταση, που αποτελούν τη βάση οργάνωσης και επεμβάσεων της Δημόσιας Υγείας σήμερα, και συμπτύσσει εννοιολογικά τρεις διακριτές λειτουργίες της, της Πρόληψης (Prevention), της Προστασίας (Protection) και της Προαγωγής Υγείας (Health Promotion). Η αναγκαία αυτή διάκριση δεν γίνεται από τον προτεινόμενο νόμο, με αποτέλεσμα να δίνεται μονομερής έμφαση στην παραδοσιακή Πρόληψη (πρωτογενή για διατροφή κ.ά., δευτερογενή για προσυμπτωματικό έλεγχο).

Η μη αναγνώριση της Προστασίας ως πεδίου της Δημόσιας Υγείας υποβαθμίζει σημαντικούς τομείς που αφορούν την περιβαλλοντική υγιεινή, την ασφάλεια τροφίμων, την οδική ασφάλεια, την κλιματική αλλαγή, την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, καθώς και επιδημιών. Σε ό,τι αφορά εξάλλου την Προαγωγή Υγείας, παρά την ύπαρξη ορισμένων σχετικών αναφορών, δεν αναγνωρίζεται ο πρωταρχικός της ρόλος στην καταπολέμηση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία, μέσω διατομεακών πολιτικών που αφορούν τους κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς και συμπεριφερολογικούς προσδιοριστές της υγείας. Οι παρεμβάσεις αυτές αποσκοπούν όχι μόνο στην αποτροπή της πρώιμης νοσηρότητας και θνησιμότητας, αλλά και στην ενίσχυση της ευεξίας (σωματικής, ψυχικής, κοινωνικής), που αποτελεί το ήμισυ του ορισμού της υγείας κατά τον ΠΟΥ. Η απουσία κάθε αναφοράς στην έννοια της ευεξίας ενισχύει την παραδοσιακή-ιατροκεντρική αντίληψη για την υγεία και την αρρώστια, η οποία διαπερνά το νομοσχέδιο.

Εκτός όμως από την έννοια της ευεξίας, από το νομοσχέδιο απουσιάζουν και αναφορές σε άλλα κρίσιμα θέματα, όπως είναι ο Εγγραμματισμός Υγείας και η Αγωγή Υγείας, που αποτελούν κεντρικές συνιστώσες των παγκόσμιων στρατηγικών Δημόσιας Υγείας, προκειμένου να αποκτηθούν ικανότητες και γνώσεις για υιοθέτηση υγιών συμπεριφορών και επιλογών, καθώς δεν αρκούν η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση του πληθυσμού στις οποίες περιορίζεται το περί ου ο λόγος νομοσχέδιο. Επίσης, απουσιάζουν αναφορές στα Δίκτυα Προαγωγής Υγείας του ΠΟΥ, τα οποία αποτελούν τα μέσα για την άσκηση της Προαγωγής Υγείας και στη χώρα μας λειτουργούν εδώ και χρόνια ως Εθνικό Δίκτυο Υγιών Πόλεων και Εθνικό Δίκτυο Νοσοκομείων και Υπηρεσιών Προαγωγής Υγείας, χωρίς την αναγκαία υποστήριξη της Πολιτείας. Η απουσία αυτή σχετίζεται με την αγνόηση του σημαντικού ρόλου των τοπικών αυτοδιοικήσεων στη διατομεακή δράση για την υγεία και την ευεξία.

Το νομοσχέδιο για τη Δημόσια Υγεία αγνοεί επίσης την ανάγκη για έρευνα, καθώς και για κατάρτιση εξειδικευμένων στελεχών. Η δε προτεινόμενη Εθνική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας (με ηχηρές απουσίες θέσεων για ειδικευμένα στελέχη της Προαγωγής και Αγωγής Υγείας), στη θέση του υφιστάμενου Εθνικού Συμβουλίου Δημόσιας Υγείας, υποβαθμίζει τον θεσμό αυτόν.

Υποβαθμισμένη είναι και η προτεινόμενη κυβερνητική συνεργασία σε επίπεδο γενικών διευθυντών και με μεταβαλλόμενη σύνθεση. Μία από τις κεντρικές λειτουργίες της σύγχρονης Δημόσιας Υγείας είναι η διακυβέρνηση για την Υγεία στο ανώτερο υπουργικό επίπεδο. Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες συμμετέχει στο αρμόδιο όργανο και ο ίδιος ο πρωθυπουργός.

Εκτός όμως από τον ρόλο του κράτους, η προσπάθεια αναβάθμισης της Δημόσιας Υγείας απαιτεί τη στήριξη ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων, οι οποίες είναι σε θέση να υπερβαίνουν τους γραφειοκρατικούς περιορισμούς και τις διοικητικές αδυναμίες του υπουργείου Υγείας. Για όλους αυτούς τους λόγους θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα εμβάθυνσης και ολοκλήρωσης του διαλόγου για τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου Δημόσιας Υγείας, σύμφωνα με τις ανάγκες της χώρας και τις προκλήσεις του 21ου αιώνα.

Ο κ. Γιάννης Τούντας είναι καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Προαγωγής και Αγωγής Υγείας.

Ο κ. Αγις Τσουρός είναι πρώην διευθυντής Πολιτικής και Διακυβέρνησης για την Υγεία και Ευεξία στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, επισκέπτης καθηγητής στο Imperial College του Λονδίνου.